Μαύρη επέτειος: Δέκα χρόνια από την τραγωδία της Marfin-Ανέγερση μνημείου ζητά ο Κυρανάκης [video]

File Photo: Σαν σήμερα, πριν 11 χρόνια, εκτυλίχτηκε η τραγωδία στο κτίριο της Marfin. Photo via Youtube




Την κατασκευή μνημείου για τα θύματα της δολοφονικής επίθεσης στην Marfin στις 5 Μαΐου 2010 ζήτησε, με ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή, ο βουλευτής της ΝΔ Κωνσταντίνος Κυρανάκης.

  • «Δέκα χρόνια μετά την τραγωδία της Marfin, οι κουκουλοφόροι ένοχοι δεν έχουν τιμωρηθεί για τη δολοφονία του Επαμεινώνδα Τσάκαλη, της Παρασκευής Ζούλια, της Αγγελικής Παπαθανασοπούλου και ενός αγέννητου μωρού, που κάηκαν ζωντανοί μέσα στην τράπεζα, μετά τη ρίψη βόμβας μολότοφ σε αθώους ανθρώπους», σημειώνει ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας στην ερώτησή του, την οποία απευθύνει στους υπουργούς Εσωτερικών και Προστασίας του Πολίτη.

«Στο πρόσφατο παρελθόν ακούσαμε μέλη του ελληνικού Κοινοβουλίου, μεταξύ των οποίων και ο τέως πρωθυπουργός, να μην αντιλαμβάνονται “τι κακό έχουν οι μολότοφ”, αλλά και να δηλώνουν σε τηλεοπτικά πάνελ ότι δεν θυμούνται να έχει σκοτωθεί κανείς από αυτές. Αυτό το έγκλημα δεν πρέπει ποτέ να ξεχαστεί. Στόχος των κουκουλοφόρων στις 5 Μαΐου 2010 ήταν να αφαιρέσουν ζωές», υπογραμμίζει κ. Κυρανάκης και καλεί τους δύο υπουργούς να ενημερώσουν τη Βουλή εάν «υπάρχει σχεδιασμός εκ μέρους της κυβέρνησης για την ανέγερση μνημείου στη μνήμη των θυμάτων από τον εμπρησμό στην Marfin στις 5 Μαΐου 2010, ως ελάχιστο καθήκον και φόρο τιμής».

Ο εμπρησμός
Ο εμπρησμός υποκαταστήματος της τράπεζας Μαρφίν-Εγνατία στην Αθήνα, αναφερόμενος συχνά και ως η τραγωδία της Μαρφίν έγινε στις 5 Μαΐου 2010 κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων κατά των οικονομικών μέτρων για την υπογραφή της δανειακής σύμβασης.

Ομάδα αγνώστων ατόμων από μπλοκ του αναρχικού χώρου έριξε βόμβες μολότοφ στην τράπεζα την ώρα που βρίσκονταν μέσα σε αυτήν περίπου 25-30 εργαζόμενοι. Οι περισσότεροι κατόρθωσαν να διαφύγουν, πέντε άτομα διέσωσε η πυροσβεστική και τρία άτομα πέθαναν από ασφυξία λόγω των τοξικών αναθυμιάσεων και του πυκνού καπνού. Η ταυτότητα των αυτουργών της επίθεσης δεν έχει επιβεβαιωθεί μέχρι σήμερα. Εκ των υστέρων στελέχη της τράπεζας καταδικάστηκαν για φόνο εξ αμελείας τριών υπαλλήλων, τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων και για πολλαπλές παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού.

Ιστορικό
Η 5η Μαΐου 2010 είχε κηρυχθεί ημέρα γενικής απεργίας και πορείας προς τη Βουλή από την ΓΣΕΕ. Λίγες μέρες νωρίτερα η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε ανακοινώσει αυστηρά μέτρα οικονομικής λιτότητας στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης που είχε ξεσπάσει στις αρχές του 2010. Η πορεία της Αθήνας ήταν μία από τις μεγαλύτερες που έχει καταγραφεί στην Ελλάδα στην πρόσφατη ιστορία της, με τον αριθμό των διαδηλωτών να εκτιμάται μεταξύ 120.000 και 150.000.

Στο υποκατάστημα της τράπεζας Marfin, μία υπάλληλος δήλωσε πως τη κρίσιμη μέρα μπαίνοντας στο κτίριο για να εργαστεί είδε γραμμένο ένα σύνθημα δεξιά στην τζαμαρία που έλεγε “φωτιά στους υπαλλήλους”, ενώ διαδηλωτές με καλυμμένα χαρακτηριστικά είχαν συγκεντρωθεί από νωρίς. Ενώ η κύρια πορεία των διαδηλωτών ανέβαινε την οδό Σταδίου κατευθυνόμενη προς τη πλατεία Συντάγματος, περίπου στις 2 παρά πέντε μ.μ. η ομάδα κουκουλοφόρων επιτέθηκε στο κτίριο της Μαρφίν που βρισκόταν στον αριθμό 23. Αυτόπτης μάρτυρας ανέφερε ότι άτομα με κουκούλες έσπασαν με 3-4 χτυπήματα τα τζάμια και έριξαν εύφλεκτο υλικό και βόμβες μολότωφ. Είναι συνήθης πρακτική οι τζαμαρίες των τραπεζών να ενισχύονται με νοβοπάν για να καθυστερείται το σπάσιμο, ωστόσο εκείνη τη μέρα αυτό δεν είχε γίνει. Οι περισσότεροι συγκεντρωμένοι εκείνη τη στιγμή τους ενθάρρυναναν, με εξαίρεση κάποιους που τους παρότρυναν να σταματήσουν, ενώ σύντομα βαρύς καπνός τύλιξε όλο το υποκατάστημα. Οι περισσότεροι υπάλληλοι στοιβάχτηκαν στον μικρό φωταγωγό που επικοινωνούσε μέσω πλέγματος με την ταράτσα, το οποίο πλέγμα ένας εξ αυτών κατάφερε και έσπασε. Στη συνέχεια αναρριχήθηκαν από τον φωταγωγό στη στέγη, απ’ όπου πήδηξαν σε διπλανό κτίριο σπάζοντας τη τζαμαρία του με καδρόνι. Ακόμα και όταν το ισόγειο καιγόταν και κάποιοι υπάλληλοι για να σωθούν είχαν βγει στο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου, ακούγονταν συνθήματα όπως «να καείτε ρε π… και «κάψτε τους πλούσιους» , ενώ αυτόπτης μάρτυρας κατέθεσε πως το συγκεντρωμένο πλήθος τους πετούσε πέτρες.

Νεκροί ανασύρθηκαν η Αγγελική Παπαθανασοπούλου, 32 ετών (έγκυος 4 μηνών), ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης, 36 ετών και η Παρασκευή Ζούλια, 35 ετών. Αυτοί εγκλωβίστηκαν από τις φλόγες στον 3ο όροφο του κτιρίου με αποτέλεσμα να πεθάνουν από ασφυξία. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή Φίλιππο Κουτσάφτη «Ο καπνός και τα τοξικά αέρια από την καύση των πλαστικών και χαρτικών τους σκότωσαν σχεδόν αμέσως. Απώλεσαν τις αισθήσεις τους και λίγο μετά πέθαναν». Όταν βρέθηκαν είχαν τα στόματά τους ανοιχτά και τα πρόσωπά τους ήταν μαύρα από τον καπνό. Φαίνεται πως είχαν προσπαθήσει να βγουν από το εσωτερικό του κτιρίου από την πόρτα της ταράτσας, η οποία όμως δεν άνοιγε.

Εμπρηστική επίθεση από την ίδια ομάδα αναρχικών με καλυμμένα τα χαρακτηριστικά δέχτηκε και βιβλιοπωλείο της αλυσίδας Ιανός που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την τράπεζα (Σταδίου 24).

Αντιδράσεις
Το γεγονός έγινε γρήγορα γνωστό στον πανελλήνιο και διεθνή χώρο και σχολιάστηκε με διάφορους τρόπους από πολιτικούς, ΜΜΕ και ανώνυμους στο διαδίκτυο.Ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου έκανε λόγο για «ωμή δολοφονική ενέργεια». Το ΚΚΕ το χαρακτήρισε «έγκλημα με στόχο την τρομοκράτηση του λαού, τη συκοφάντηση του αγώνα για την ανατροπή των βάρβαρων μέτρων, της αντιλαϊκής πολιτικής». Σε άρθρο της η Αφροδίτη Πολίτη στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία αναφέρθηκε σε προβοκάτσια. Η εφημερίδα Ριζοσπάστης ομοίως αναφέρθηκε σε καλά στημένη προβοκάτσιας. Αντίθετα, δεκάδες αναρχικές συλλογικότητες καταδίκασαν το γεγονός μεταξύ άλλων ως αντικοινωνική βία, ενώ μέλος της ΣΠΦ χαρακτήρισε το γεγονός ως παράπλευρη απώλεια.

Την ίδια μέρα της επίθεσης, η Ομοσπονδία Τραπεζοϋπαλληλικών Οργανώσεων Ελλάδος, κήρυξε 24ωρη απεργία για την επομένη (6 Μαΐου 2010), με αφορμή το συμβάν των τριών νεκρών της Marfin. Η ΟΤΟΕ σε ανακοίνωσή της, επέρριψε την ηθική ευθύνη για τον εμπρησμό στην «…ασκούμενη πολιτική, στην επιχειρησιακή στάση της αστυνομίας αλλά και στις διοικήσεις των τραπεζών που εμποδίζουν τη συμμετοχή των εργαζομένων στις κινητοποιήσεις, ενώ με την ανευθυνότητά τους δεν λαμβάνουν εγκαίρως όλα τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας…» καταλογίζοντας στην διοίκηση της τράπεζα ευθύνες για ελλιπή πυροπροστασία και για την παρουσία προσωπικού στο υποκατάστημα ενώ εξελισσόταν η διαδήλωση και γνωρίζοντας ότι οι τράπεζες αποτελούν συχνά στόχο επίθεσης. Η διοίκηση της τράπεζας με ανακοίνωση – απάντηση κατηγόρησε την ΟΤΟΕ πως «…αφιέρωσε τρεις μόνον γραμμές εναντίον των απάνθρωπων δολοφόνων και όλο το υπόλοιπο κείμενο εναντίον της κακιάς εργοδοσίας για δήθεν έλλειψη μέτρων ασφαλείας…», ενώ καταδίκασε και αυτή τα γεγονότα. Όταν ο πρόεδρος της τράπεζας Marfin Ανδρέας Βγενόπουλος επισκέφτηκε το υποκατάστημα λίγες ώρες μετά τον εμπρησμό, δέχτηκε έντονες αποδοκιμασίες και ρίψη μπουκαλιών από το συγκεντρωμένο πλήθος. Στη συνέχεια, εργαζόμενοι από την τράπεζα και ο σύζυγος της νεκρής Αγγελικής Παπαθανασοπούλου κινήθηκαν νομικά κατά της διοίκησης της τράπεζας.

Η συμμετοχή του κόσμου μετά το “τεράστιο σοκ” της τραγωδίας στις πορείες μειώθηκε αισθητά ενώ το αναρχικό κίνημα απώλεσε την “ιδεολογική νομιμοποίηση” που είχε μέχρι εκείνη την στιγμή. Μετά το γεγονός το αναρχικό κίνημα μετακινήθηκε πολιτικά περισσότερο στην ενασχόληση του με τις πολιτικές ταυτότητας αντί των πιο επαναστατικών διαδικασιών Παράλληλα, ο αναρχικός χώρος πέρασε περίοδο εσωστρέφειας, ενώ προκρίθηκαν τα πιο φιλειρηνικά στοιχεία εντός του κινήματος κάτι που συνέβαλε τελικά στη δημιουργία του”μη βίαιου” κίνηματος των πλατειών το 2011.

Ποινικές διώξεις και καταδίκες

Ως ύποπτος για τον εμπρησμό της Μαρφίν συνελήφθη ένα άτομο, το οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη για τα εγκλήματα της «ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως τελεσθείσας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, κατά συναυτουργία και κατά συρροή τετελεσμένης και εν αποπείρα, της εκρήξεως εκ της οποίας επήλθε θάνατος και κίνδυνος για ανθρώπους και ξένα πράγματα, της κατασκευής και κατοχής εκρηκτικής βόμβας και της απρόκλητης φθοράς ξένης περιουσίας διά εκρήξεως από πρόσωπο που είχε καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του». Το βούλευμα αναφέρει ότι υπήρχαν και άλλα δύο άτομα αυτουργοί του εμπρησμού, τα οποία είναι άγνωστα. Ταυτόχρονα παραπέμφθηκε σε δίκη ένα ακόμα πρόσωπο για τον εμπρησμό στο βιβλιοπωλείο “Ιανός”.

Μετά από πολλές αναβολές, η δίκη ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2016 χωρίς κάποιος από τους αυτουργούς του εμπρησμού να έχει καταδικαστεί. Ο κατηγορούμενος, ο οποίος αυτοχαρακτηρίζεται αναρχικός, κρίθηκε ομόφωνα αθώος από το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών «ελλείψει ικανών ενδείξεων ενοχής». Αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν στη δίκη ότι ο εμπρησμός έγινε από ομάδα που είχε δομή και ήταν συντεταγμένη. Πυροσβέστες κατέθεσαν ότι κάποιοι διαδηλωτές τους εμπόδιζαν να προσεγγίσουν ενώ άλλοι προσπαθούσαν να τους διευκολύνουν, αλλά γενικά το μεγάλο πλήθος των διαδηλωτών τους δυσκόλεψε να φτάσουν στο υποκατάστημα.

Σε άλλη δίκη που ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2013 κρίθηκαν ένοχοι ο διευθύνων σύμβουλος της Marfin, ο υπεύθυνος ασφαλείας του κτιρίου και η διευθύντρια του καταστήματος για φόνο εξ αμελείας τριών υπαλλήλων, τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων και για πολλαπλές παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού. Συγκεκριμένα, στο πόρισμα που συνέταξε ο τεχνικός επιθεωρητής του Υπουργείου Εργασίας αναφέρεται πως η έξοδος κινδύνου ήταν κλειδωμένη και πως για να ανοίξει ήταν απαραίτητη η χρήση τηλεχειριστήριου, το οποίο βρισκόταν στη κατοχή της διευθύντριας. Μία εργαζόμενη κατέθεσε πως είχε γίνει μία φορά επίδειξη χρήσης των πυροσβεστήρων, και μία άλλη πως είχαν διανεμηθεί στο προσωπικό ενημερωτικά φυλλάδια για θέματα πυροπροστασίας.

Όλοι οι εργαζόμενοι κατέθεσαν πως δεν είχε γίνει ποτέ άσκηση εκκένωσης του κτιρίου. Επίσης το υποκατάστημα δεν διέθετε το απαιτούμενο από το νόμο πιστοποιητικό πυρασφάλειας. Επιπλέον, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, όχι μόνο δεν είχε δοθεί εντολή στους υπαλλήλους να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους πριν τον εμπρησμό, όταν ήδη υπήρχαν φόβοι για σοβαρά επεισόδια στην πορεία που διέσχιζε τη Σταδίου, αλλά αντίθετα τους είχε δοθεί η οδηγία να εργαστούν κανονικά.

Τα τρία στελέχη της τράπεζας καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης, οι δύο πρώτοι 22 ετών (θα εκτίσουν 10 χρόνια με αναστολή) και η διευθύντρια του καταστήματος πέντε ετών και ενός μήνα. Εκ των υστέρων έγινε γνωστό ότι οι υπάλληλοι βρίσκονταν στη τράπεζα εκείνη τη μέρα παρόλο που είχε κηρυχτεί γενική απεργία από φόβο μην απολυθούν.Επίσης έγιναν αγωγές θυμάτων και συγγενών τους κατά της τράπεζας. Ορίστηκε η καταβολή αποζημίωσης περίπου 1,1 εκατομμυρίου ευρώ στους συγγενείς ενός θύματος και 720.000 ευρώ στους υπαλλήλους που εγκλωβίστηκαν στο κτίριο.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ/el.wikipedia.org
ΑΘΗΝΑ-ΕΛΛΑΔΑ

«Είδα το νεκρό πατέρα μου και πυροβόλησα τον Ξυλούρη», δήλωσε ο Καλομοίρης: Αυτός σκότωσε και τους δύο!

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: