File Photo: Ο Κλέαρχος Τσαουσίδης στο βήμα της ΔΕΘ – HELEXPO. Φωτογραφία, Γιώργος Γιακουμίδης
Θα το περνούσε ένα… χτένισμα το κείμενο που ακολουθεί εάν το έπιανε στα χέρια του ο Κλέαρχος. Άλλωστε μόνο τη μάρκα από τα τσιγάρα του δε διόρθωνε.
Πριν από λίγες ώρες επιβεβαιώθηκε αυτό που λέμε συχνά στη δημοσιογραφία “τα νέα μεταδίδονται, απλώς τα κακά νέα πάνε πιο γρήγορα”. Το ότι ο Κλέαρχος Τσαουσίδης έφυγε από τη ζωή μαθεύτηκε γρήγορα και σκόρπισε στεναχώρια. Φίλοι του, φίλοι μου που μιλήσαμε δεν κρατούσαν τα δάκρυά τους. Κι ας μην ήταν τόσο ξαφνικό, όπως θα συνέβαινε με ένα τροχαίο.
Ο Κλέαρχος έδινε τη μάχη όρθιος, παλικαρίσια, αισιόδοξα, με τσαμπουκά για χρόνια απέναντι στον καρκίνο. Αυτό που δεν κατάφερε όμως ο καρκίνος να σβήσει για μας που ζήσαμε, δουλέψαμε, σκεφτήκαμε, συμπορευτήκαμε, κοντραριστήκαμε, μάθαμε, ήπιαμε μαζί του, είναι πως το κεφάλαιο “Κλέαρχος Τσαουσίδης” δεν κλείνει. Έχει δρόμο μπροστά του.
Πέρασε ο καιρός. Βρεθήκαμε ξανά σε μια συνέλευση της Ένωσης Συντακτών, στα γραφεία τότε της Μοργκεντάου, στη Θεσσαλονίκη. Εγώ νεότερος, ρεπόρτερ της τηλεόρασης, “ματσουκοφόρους” μας λέγανε, δεν ήμασταν μέλη και για πρώτη φορά μας αποκάλεσε κάποιος -και μάλιστα σεβάσμιος και συνδικαλιστής- “συνάδελφοι”. Ήταν ο Κλέαρχος.
Μετά από χρόνια, εκεί στα τέλη του ’96, ήρθε στον Αγγελιοφόρο, στην αρχή στο διαμέρισμα της Μητροπόλεως και μετά στο Μέγαρο της Τσιμισκή. Με τριαρχία στην αρχή, Γουσίδης ο αείμνηστος, Παπαδόπουλος και Κλέαρχος.
Εγώ αρχισυντάκτης στο καθημερινό φύλλο, ο Κλέαρχος ανέλαβε να στήσει την κυριακάτικη έκδοση με το όνομα “Φωνή”. Η “Φωνή” λέγαμε οι εφημεριδάδες πως ήταν μια έκδοση “κούκλα”, αλλά δεν τράβηξε. Μέχρι που γρήγορα οι εκδότες μας, Λαμπράκης, Μπόμπολας και Μπακατσέλος, αποφάσισαν να τη “βαφτίσουν” … “Αγγελιόφορο της Κυριακής” και να κρεμαστεί στα περίπτερα.
Σκληρά, γεμάτα χρόνια όλο εμπειρίες. Οι συσκέψεις των φύλλων απίστευτο σχολειό. Θα μείνω μόνο σε ένα φύλλο: 11η Σεπτεμβρίου 2001, τρομοκρατία, ΗΠΑ, δίδυμοι πύργοι και αποσβολωμένη η παγκόσμια κοινότητα να βλέπει σε live τα πρωτόφαντα. Κι εμείς να σχεδιάζουμε ένα φύλλο που έμελλε να χαρακτηριστεί από απίθανη πρωτοτυπία τεχνικά, ειδησεογραφικά, αισθητικά, τυπογραφικά.
Ο Κλέαρχος ήταν διαβασμένος και διψούσε πάντα για το παραπάνω. Είχε την ικανότητα να παντρεύει τα μερακλίδικα μεζεδάκια με τα φιλολογικά, την τέχνη, την τζαζ της Ορλεάνης με την… περασιά με τον χάρακα και την Αριστερά, αλλά είχε κι ένα κουσούρι: δεν ξεχνούσε. Δεν ξεχνούσε τα χρόνια της Χούντας, τους συντρόφους του (κάθε φορά θα τιμούσε το Θωμά Βασιλειάδη), δε χαριζόταν σε αυτούς που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο δε στάθηκαν στο ύψος τους στη δικτατορία.
Στα 17 χρόνια μου στην αρχισυνταξία του “Αγγελιοφόρου” διάβαζα καθημερινά περίπου 35.000 λέξεις. Ο Κλέαρχος ήταν ο μοναδικός που με προσπερνούσε, διάβαζε και τις βινιέτες και το logo της εφημερίδας. Κι ήταν να μην πετύχει κανένα αχρείαστο “ν”, τότε γινόταν ηφαίστειο. Ήθελε να απλοποιήσει τη γραφή στο φύλλο, Ροσία με όμικρον, Βριξέλες με γιώτα κι ένα λάμδα, Γαλία με ένα λάμδα, μέχρι που μας βγήκαν τα μάτια με το… Ζιρίχι… κι έβαλε νερό στο κρασί του.
Για την Αριστερά, για τους αγώνες του, για το τι πέρασε, για το τι έκανε στα συνδικαλιστικά του δημοσιογραφικού κλάδου, την κοινωνικότητά του μπορούν να γραφτούν πάρα πολλά και φυσικά υπάρχουν πιο ειδικοί, πιο δικοί του άνθρωποι να το κάνουν.
*Οι φωτογραφίες μας παραχωρήθηκαν από το αρχείο του φωτογράφου Γιώργου Γιακουμίδη.
Έφυγε από τη ζωή ο δημοσιογράφος και αγωνιστής της Αριστεράς, Κλέαρχος Τσαουσίδης