Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ με την κόρη του Ιβάνκα στο Νταβός. Official White House Photo by Shealah Craighead
Το ερώτημα τίθεται σε συζητήσεις μεταξύ διπλωματών, αναλυτών και δημοσιογράφων και είναι ενδιαφέρουσες οι απόψεις όλων.
Αρκετοί εξ αυτών έχουν καθημερινή τριβή με τους Αμερικανούς αξιωματούχους για διάφορα ζητήματα, όχι μόνο για τα λεγόμενα «δικά μας» Εθνικά Θέματα, και εντοπίζουν διαφορές, όχι μόνο στο τρόπο σκέψης. Αλλά και στις αποφάσεις, οι οποίες -όπου υλοποιούνται- φέρνουν μερικές φορές «κόλαση», όπως την έζησαν οι Κούρδοι στη βόρεια Συρία.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν την ατυχία, σε αυτή την κρίσιμη για τον γεωστρατηγικό τους ρόλο εποχή, να διαθέτουν ένα Πρόεδρο ο οποίος δεν καταλαβαίνει ότι για να παραμείνει η «Αμερική Μεγάλη», όπως είναι το σύνθημα του Ντόναλντ Τραμπ, πρέπει να συνεχίσει να είναι ο παγκόσμιος «χωροφύλακας»…
Το ερώτημα που τίθεται, όλο και περισσότερο, είναι αυτό:
Σημειώνω ότι οι γραφειοκράτες αποτελούν τη συνέχεια του κράτους, ενώ αρκετοί αξιωματούχοι έρχονται και αποχωρούν με τον εκάστοτε πρόεδρο της Αμερικής.
Το παράδειγμα της Συρίας είναι μία καλή απόδειξη για τις διαφορές απόψεων μεταξύ του Λευκού Οίκου και των υπουργείων Άμυνας και Εξωτερικών. Ένας υπουργός, ο Τζιμ Μάτις παραιτήθηκε και κάποιοι σημαντικοί διπλωμάτες αποχώρησαν διαμαρτυρόμενοι για την υπόσχεση του κ. Τραμπ στον Τούρκο ομόλογό του, Ταγίπ Ερντογάν να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Βόρεια Συρία.
Οι παραιτήσεις δεν πτόησαν τον Αμερικανό πρόεδρο και -όπως θα γράψει η ιστορία- προχώρησε στην υλοποίηση των ανόητων σχεδίων του με αποτέλεσμα να προδώσει με οικτρό τρόπο τους Κούρδους συμμάχους των ΗΠΑ.
Στα θέματα που ενδιαφέρουν την Ελλάδα και την Κύπρο, εντοπίζουμε παράξενες συμπεριφορές. Ο πρέσβης στην Αθήνα και η πρέσβειρα στην Κύπρο προωθούν μία ισχυρή ατζέντα συνεργασίας και για να είμαστε δίκαιοι, έχουν επιτύχει να ισχυροποιήσουν τους δεσμούς με την Αμερική. Ο φιλοαμερικανισμός στην Ελλάδα είναι σε αύξηση και αυτό οφείλεται και στη συνετή στάση του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος στην αντιπολίτευση δεν άρχισε να ρίχνει πέτρες. Τιμά μέχρι τώρα την πολιτική που άσκησε σαν πρωθυπουργός και αυτή η στάση βοηθά και την παρούσα κυβέρνηση.
Μετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, στη διάρκεια της οποίας έγινε μία εξαιρετική ενημέρωση για την παραβατικότητα της Τουρκίας, διαπιστώσαμε ότι ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς και ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, εξυπηρέτησαν με ενθουσιασμό -θα έλεγα- την ατζέντα του κ. Μητσοτάκη, κάτι που έδειξαν και με τις δημόσιες δηλώσεις τους. Όμως, πληροφορούμαστε ότι και στη συνάντηση του Όβαλ Όφις και πίσω από τις κλειστές πόρτες, ήταν και οι δύο υποστηρικτικοί.
Αυτός που προβληματίζει διπλωμάτες, αναλυτές και δημοσιογράφους είναι ο πρόεδρος της Αμερικής. Προσπαθώντας κανείς να αποκωδικοποιήσει τη στάση του και πριν από την τετ-α-τετ συνάντηση αλλά και από πληροφορίες για τη συμπεριφορά του στη διάρκεια της, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι έδειξε μία περίεργη αδιαφορία, του ανθρώπου που δεν γνωρίζει το θέμα, αλλά και δεν έχει ενδιαφέρον να το μάθει. Οι ερωτήσεις που έκανε θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν προβληματικές, αλλά έχει σημασία ότι οι κ. Πενς και Πομπέο είχαν μία θετική αντίδραση σε αυτά που άκουγαν από τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας.
Μετά την επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη στο Λευκό Οίκο, ο κ. Πομπέο συνομίλησε δύο φορές με τον Τούρκο ομόλογό του, Μεβλούτ Τσαβούσογλου και τουλάχιστον μία φορά με τον Έλληνα πρωθυπουργό. Το που θα καταλήξουν οι συζητήσεις του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας είναι δύσκολο αυτή τη στιγμή να το προβλέψουμε. Ήδη λέγεται πως ήταν αυτός που εισέπραξε αρνητική απάντηση από τον Ερντογάν όταν του εισηγήθηκε στο Βερολίνο να συναντηθεί με τον κ. Μητσοτάκη για να συζητήσουν τις διαδικασίες της αποκλιμάκωσης. Για την πληροφορία αυτή δεν υπάρχει επίσημη επιβεβαίωση.
Προσωπικά πιστεύω ότι θα αποδειχθούν μάταιες οι προσπάθειες της Αμερικής, διότι ο πρόεδρος της Τουρκίας δεν έχει κανένα ενδιαφέρον αυτή τη στιγμή να συνομιλήσει με τον κ. Μητσοτάκη. Πιστεύει ισχυρά ότι η παραβατικότητά του είναι στο πλαίσιο της απόλυτης νομιμότητας διότι έχει δικαιώματα στην Κύπρο και στο Αιγαίο. Και με τέτοια «λογική» ποιος Έλληνας πρωθυπουργός θα μπορούσε να δεχθεί να καθίσει στο τραπέζι και να συζητήσει.