Νίκος Αναστασιάδης (Α),Κυριάκος Μητσοτάκης (Κ) και Βένιαμιν Νετανιάχου (Δ). Photo via Twitter, @NikosDendias
Οι όποιες πολιτικές ή οικονομικές διεργασίες στο εσωτερικό δεν πρέπει να αποτελούν εμπόδιο ή, ακόμη περισσότερο, δικαιολογία για την ολιγωρία μας σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.
Λάθη και παραλείψεις στον ευαίσθητο χώρο των διεθνών σχέσεων έχουν πολλαπλάσιο κόστος. Χρειαζόμαστε δραστήρια και επιδέξια εξωτερική πολιτική, όχι μόνο για να συνεχίσουμε την επιτυχή πορεία εξόδου μας από την οικονομική κρίση, αλλά και για να ενισχύσουμε την ασφάλεια, την ισχύ και το κύρος της χώρας.
Σήμερα στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή τα πράγματα εξελίσσονται, δημιουργώντας, σε συνδυασμό με τα οθωμανικά όνειρα της γείτονος, κινδύνους για την ειρήνη και τη σταθερότητα της περιοχής. Η Τουρκία προσπαθεί να παίξει ηγεμονικό ρόλο και συνεχίζει να λειτουργεί επιθετικά. Ας θυμηθούμε τη στάση της στο Κυπριακό, τις απειλές κατά της Κύπρου για τους πόρους τής Μεσογείου, το casus belli εναντίον τής Ελλάδας, τις παραβιάσεις του εθνικού εναερίου χώρου, τις σχέσεις της με τη Ρωσία και το Ιράν, την ανάπτυξη της στρατιωτικής της βιομηχανίας, τα πυρηνικά της σχέδια.
Πέραν αυτών όμως, η κατάσταση τα προηγούμενα χρόνια έχει δημιουργήσει μία σειρά ζητημάτων για την εξωτερική μας πολιτική, τα οποία πρέπει να αντιμετωπισθούν και τα οποία ιεραρχούμενα μας οδηγούν σε δέκα προτεραιότητες.
Δεύτερη προτεραιότητα είναι να συνεχίσει να συμβάλλει η εξωτερική πολιτική στην αποτελεσματική και ανεπιστρεπτί έξοδο από την κρίση. Η συνέργεια της δράσης μεταξύ Υπουργείων Οικονομικών, Εξωτερικών, και Άμυνας είναι αναγκαία, αφού προηγηθεί ο ορθολογικός καταμερισμός εργασίας μεταξύ τους.
Σε αυτήν την προσπάθεια, το Υπουργείο Εξωτερικών αλλά και το Άμυνας, με τη διεθνή δικτύωση και παρουσία πρέπει να συνδράμουν όσο το δυνατόν περισσότερο, διατηρώντας την προσοχή τους στα «παραδοσιακά» θέματα εξωτερικής πολιτικής ή άμυνας, αντιστοίχως.
Τέταρτη προτεραιότητα είναι να συνεχίσουμε να ενισχύουμε τον τομέα τής οικονομικής διπλωματίας που είχε ως ένα βαθμό παραμεληθεί. Η οικονομική διπλωματία συνίσταται στην ενίσχυση των οικονομικών συμφερόντων μας και στην υποβοήθηση των ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό είτε να προωθήσουν προϊόντα και υπηρεσίες που παράγονται στον τόπο μας είτε να κερδίσουν νέες αγορές.
Συνίσταται επίσης στην προσπάθεια προσέλκυσης νέων επενδύσεων και δραστηριοποίησης οικονομικών παραγόντων στον τόπο μας, καθώς και δημιουργίας συμμαχιών με ισχυρούς διεθνείς παίκτες, ειδικά σε κρίσιμους τομείς, όπως είναι η ενέργεια. Ιδιαίτερα χρήσιμο παράδειγμα είναι αυτό της Κύπρου και των λεπτών χειρισμών που εφήρμοσε για την έρευνα και, περαιτέρω, την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου.
Έκτη προτεραιότητα είναι η ανασυγκρότηση της δομής της εξωτερικής πολιτικής, δηλαδή η κατά περίπτωση κατάργηση ή αναδιοργάνωση, αλλά και η δημιουργία νέων υπηρεσιών. Ειδικότερα, για την εξωτερική πολιτική, απαιτούνται αποτελεσματικοί μηχανισμοί διαχείρισης κρίσεων, όπως και σχεδιασμού πολιτικής – μηχανισμοί οι οποίοι δημιουργήθηκαν κάποια στιγμή, αλλά είναι άγνωστο αν λειτουργούν και πως λειτουργούν. Σχεδιασμός τής κάθε πολιτικής και ιδιαιτέρως της εξωτερικής σημαίνει εκπόνηση στρατηγικών, αλλά και έλεγχο ύπαρξης και εφαρμογής αυτών. Σημαίνει ακόμη συντονισμό χρήσης των υπαρχόντων συντελεστών ισχύος, προσδιορισμό ανάπτυξης των ελλειπόντων συντελεστών και συνέργεια των εμπλεκομένων φορέων.
Όγδοη προτεραιότητα είναι να ξανασχεδιάσουμε τη στρατηγική της χώρας εντός της ΕΕ. Θα πρέπει, με πολλή προσοχή, να εξετασθούν και οι απαραίτητες προσαρμογές σε ότι αφορά τις κινήσεις της χώρας εντός της ΕΕ, με βάση τα τεκταινόμενα, τη συγκυρία και, κυρίως, το γενικότερο προσανατολισμό της Ένωσης. Γνωρίζουμε ότι στην ΕΕ οι συμμαχίες μεταξύ των κρατών είναι ευμετάβλητες και, συχνά, διαφοροποιούνται κατά θέμα και αντικείμενο. Ενδιαφέρον ίσως να έχει η συστηματική καλλιέργεια συμμαχιών με κράτη που αντιμετωπίζουν αντίστοιχα προβλήματα ή με στόχο τη δημιουργία ενός διαφορετικού κλίματος αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης εν γένει.
Αν και έχει γίνει αντιληπτό, ένατο, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την αλλαγή τού κέντρου βάρους των συμφερόντων μας και να υπάρξει η αντίστοιχη αναπροσαρμογή. Πρέπει να λάβουμε σοβαρότατα υπόψη τις εξελίξεις στη Βόρειο Αφρική και τις ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή. Θα πρέπει να κατανοήσουμε επιτέλους την αναβάθμιση της σημασίας τής Κύπρου στην περιοχή, ώστε να αντληθούν οφέλη από το νέο της ρόλο, αλλά και να τη στηρίξουμε σε τυχόν κρίσιμες διαπραγματεύσεις.
Τέλος, δέκατον, έχουμε ανάγκη από μία Ελληνική Υψηλή Στρατηγική! Η υψηλή στρατηγική είναι η κορυφαία έκφανση της στρατηγικής σκέψης και της πολιτικής. Γι’ αυτό είναι και οφείλει να είναι ολική. Η υψηλή στρατηγική θα προσδιορίζει τι και πως θέλουμε να είμαστε στον 21ο αιώνα. Και οφείλει να συγκεντρώνει όλους τους συντελεστές ισχύος, υλικούς και άϋλους, ενός κράτους, ενός λαού και μίας ηγεσίας, καθώς και εξωτερικούς συντελεστές και, κατευθύνοντάς τους, να επιτυγχάνει τον ή τους στόχους της. Μία υψηλή στρατηγική οφείλει να παρέχει ένα όραμα. Το όραμα αυτό πολλές φορές είναι απλό, γνωστό από αρχαιοτάτων χρόνων και κατοχυρωμένο στη δημοκρατική παράδοση: η ελευθερία και η ευτυχία του λαού.
Προσφέρει επίσης την ευκαιρία να εξορθολογισθεί και να αναπροσανατολιστεί η εξωτερική μας πολιτική. Μία μεταρρυθμισμένη, εξορθολογισμένη και αναπροασανατολισμένη εξωτερική πολιτική θα μπορέσει να διαμορφώσει και το νέο πρόσωπό μας στην Ευρώπη και στον κόσμο.
(*) Το κείμενο αποτελεί μέρος της σειράς αναλύσεων του ΙΔΕΑΑ για το 2020 με τίτλο: “Εμείς και ο Κόσμος το 2020” που θα ολοκληρωθούν μέσα στον Ιανουάριο του 2020. Η αναπαραγωγή του περιεχομένου επιτρέπεται με αναφορά στον συγγραφέα και στο ΙΔΕΑΑ και σύνδεσμο στην αρχική πηγή του άρθρου. Για επικοινωνία με τον συγγραφέα του άρθρου: @kouskouvelis
Η Λιβύη θα είναι ο πολιτικός του “τάφος”; Δεν βγαίνουν οι κινήσεις τακτικής του Ερντογάν…