Η τουρκική φρεγάτα Barbaros συνοδεύει το ερευνητικό πλοίο Yavuz. Φωτογραφία via Twitter, @Mansourtalk
Εάν πιστέψουμε όσα διαμηνύουν δημοσίως Τούρκοι αξιωματούχοι τα τελευταία 24ωρα, τότε η ένταση αναμένεται να κλιμακωθεί έτι περαιτέρω το προσεχές διάστημα στην Ανατολική Μεσόγειο μέσα από νέες τουρκικές πειρατικές κινήσεις, κινήσεις που θα μπορούσαν (εάν όντως περάσουν από τη θεωρία στην πράξη) να οδηγήσουν ακόμη και σε ένα θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα.
Το εξωτερικό όριο της επίμαχης περιοχής, όπως εκείνο αποτυπώνεται στους χάρτες που παρουσιάζει πλέον και επισήμως η τουρκική πλευρά, εκτείνεται δυτικότερα του 28ου μεσημβρινού, περνώντας «ξυστά» δίπλα από τις ανατολικές ακτές της Κρήτης. Η Τουρκία απειλεί, με άλλα λόγια, να προχωρήσει σε σεισμογραφικές έρευνες εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, πράγμα που κάνει εδώ και χρόνια εντός της κυπριακής ΑΟΖ.
Προειδοποιεί δε ότι, σε περίπτωση που ελληνικά πλοία επιχειρήσουν να την παρεμποδίσουν, τότε εκείνη θα απαντήσει στρατιωτικά. Στο ίδιο πλαίσιο, για να προκαλέσουν, δυνάμεις της γειτονικής χώρας θα μπορούσαν ενδεχομένως να επιχειρήσουν και αιφνίδιους ελέγχους σε ελληνικά πλοία ή αλιευτικά σε περιοχές που διεκδικούν ως δικής τους δικαιοδοσίας.
Το εάν οι Τούρκοι θα επιχειρήσουν όντως να στείλουν σεισμογραφικό σε περιοχές που βρίσκονται ξεκάθαρα εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας μένει να φανεί. Με δεδομένο, πάντως, ότι εκείνοι όντως κάποια στιγμή πράττουν όλα όσα έχουν κατά καιρούς προαναγγείλει, μια τουρκική κλιμάκωση τέτοιου τύπου θα πρέπει να θεωρείται αναμενόμενη.
Σε μια τέτοια περίπτωση, βέβαια, η ελληνική πλευρά δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να αντιδράσει άμεσα και δραστικά, όχι με λόγια, αλλά με… πλοία, όπως έχει κάνει άλλωστε και στο παρελθόν.
Διπλωματικές πηγές εκτιμούν, πάντως, ότι στην περίπτωση μιας πολεμικού τύπου σύρραξης, το πρώτο «θύμα» θα ήταν η ίδια η τουρκική οικονομία, πράγμα που δεν θα άρεσε καθόλου ούτε στην τουρκική ηγεσία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (που «έχασε» τις μεγαλύτερες πόλεις της Τουρκίας στις τελευταίες δημοτικές εκλογές ακριβώς λόγω οικονομίας), αλλά ούτε και στην τουρκική αντιπολίτευση του κεμαλικού Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (που κατηγορεί τον Ερντογάν ότι έχει απομονώσει τη χώρα και ζητά να αποκατασταθούν το συντομότερο οι δεσμοί με την Αίγυπτο και το Ισραήλ).
Η όποια αστάθεια θα λειτουργούσε ως επιχείρημα και στα χέρια πρώην συνεργατών του Ερντογάν που στρέφονται πλέον εναντίον του στο εσωτερικό της χώρας, ιδρύοντας τα δικά τους αντιπολιτευόμενα κόμματα, όπως έκανε προ ημερών ο πρώην πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, παρουσιάζοντας το δικό του επονομαζόμενο «Κόμμα του Μέλλοντος», και όπως αναμένεται να κάνει μέσα στις επόμενες εβδομάδες και ο πρώην υπουργός Οικονομίας (και αγαπητός στη Δύση) Αλί Μπαμπατζάν.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οιαδήποτε τυχόν κλιμάκωση της έντασης από την πλευρά του Ερντογάν θα οδηγούσε εκ των πραγμάτων την Αγκυρα σε ακόμη μεγαλύτερη απομόνωση, περιορίζοντας σημαντικά τα όποια περιθώρια μελλοντικών συμβιβασμών και καθιστώντας δυσκολότερη την αποκατάσταση των δεσμών στην περιοχή.
Διότι στην πραγματικότητα το μήνυμα που στέλνει ένα μέρος της διεθνούς κοινότητας πλέον στην Τουρκία είναι ένα μήνυμα τύπου «εντάξει, τώρα που καταγράψατε τις διεκδικήσεις σας (μέσω του μνημονίου με τη Λιβύη), ας ρίξουμε τους τόνους».
Για την Τουρκία του Ερντογάν, ωστόσο, η ένταση δεν είναι αυτοσκοπός. Η Αγκυρα δεν θα ήθελε σε καμία περίπτωση να κλείσει την πόρτα σε μελλοντικούς συμβιβασμούς.
Αυτό που κάνει είναι να εκβιάζει διά της ισχύος, μέσα από προκλήσεις, πειρατικές κινήσεις και γκρίζες αναθεωρητικές διεκδικήσεις, για να μπορέσει να εξασφαλίσει τους καλύτερους για την ίδια όρους διαπραγμάτευσης και επανατοποθέτησης μέσα σε μια ενεργειακά πλούσια και γεωπολιτικά κομβική περιφέρεια όπως είναι εκείνη της ευρύτερης Ανατολικής Μεσογείου, μια περιφέρεια στην οποία πλέον οι ισορροπίες ισχύος αλλάζουν, με την Αγκυρα να προετοιμάζεται για το καθεστώς της… επόμενης μέρας.
Πώς; Διαμηνύοντας ότι τίποτε δεν μπορεί να γίνει στα νερά της Μεσογείου χωρίς την προηγούμενη δική της συγκατάθεση…
Τι στο καλό συμβαίνει στο Μαξίμου και στο υπουργείο Εξωτερικών; Δεν βλέπουν την απειλή;