Ο υπουργός Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης, σε εκδήλωση της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΝΙΚΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΙΔΗΣ
Η απόφαση της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι ορθή. Δεν πρέπει να αναμένεται ότι η υπόθεση θα προχωρήσει ή θα εκδικαστεί.
Η απόφαση της Κυβέρνησης της Κύπρου έχει ενδιαφέρον από πλευράς Διεθνούς Δικαίου. Στο πλαίσιο της ετοιμασίας της προσφυγής αυτής θα παρατεθούν με συστηματικό τρόπο τα κυριαρχικά της δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας και θα καταγραφεί ευκρινώς ο τρόπος με τον οποίο παραβιάζονται ή/και απειλούνται από την Τουρκία στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου, των διεθνών συνθηκών, του τρόπου με τον οποίο θα πρέπει να ρυθμίζονται οι διακρατικές σχέσεις. Θα είναι μια διαδικασία συνειδητοποίησης, η οποία κάνει μόνο καλό.
Η Κυβέρνηση της Κύπρου έχει όντως μια παράδοση στην επεξεργασία νομικών θέσεων και την υποστήριξη των προσεγγίσεών της έναντι της αναθεωρητικής πολιτικής και των έκνομων ενεργειών της Τουρκίας. Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων ενεργειών είναι οι επιτυχείς προσφυγές της Κυπριακής Δημοκρατίας κατά της Τουρκίας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Επιτυχείς θεωρούνται και οι ενέργειες της Κυπριακής Δημοκρατίας να υποστηρίξει και να «αποδείξει» τα κυριαρχικά της δικαιώματα και στο πλαίσιο της αίτησής της για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την οποία και πέτυχε κόντρα σε «γνωματεύσεις» τρίτων που υποστήριζαν ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει δικαίωμα να ενταχθεί στην Ένωση με άλυτο το Κυπριακό.
Η προσέγγιση που ακολουθείται θέλει την Κυπριακή Δημοκρατία να είναι μελετημένη και να εμπιστεύεται την κρίση των διπλωματών και των νομικών της. Καλή και ορθή εξέλιξη. Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει διαρκή υποχρέωση, με όλα τα μέσα που διαθέτει, να επιδιώκει την προστασία των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Η διπλωματία του Διεθνούς Δικαίου είναι ένας άξονας.
Οι τριμερείς συνεργασίες είναι επίσης ένας αποδοτικός άξονας. Ελλείπονται όμως άλλοι βασικοί άξονες ισχύος που θα πρέπει να συμπληρωθούν και αυτοί. Ιδιαίτερα πρέπει να γίνει επένδυση στην ανάπτυξη στρατιωτικής αποτρεπτικής ικανότητας. Ουσιαστικής, πειστικής και περιεκτικής.
Άλλες επιλογές που δοκιμάστηκαν και επενδύουν στον κατευνασμό και τα κίνητρα έχουν αποδειχθεί αδόκιμες και άσκοπες. Κυρίως έχουν προκαλέσει ψευδαισθήσεις και σπατάλησαν πολύτιμο χρόνο.
*Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής και Διακυβέρνησης, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.
Προτεραιότητα ο καθορισμός ΑΟΖ Ελλάδος και Κύπρου: Τι φοβούνται Αθήνα και Λευκωσία;