Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ με τους ηγέτες των χωρών που συνεισφέρουν στο ΝΑΤΟ περισσότερο από το 2% του προϋπολογισμού τους. EPA, SGT PETER DEVINE, BRITISH MINIS
“Εάν ο Οργανισμός του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ) ήταν ένα κανονικό club, δεν θα δίσταζε να εκδιώξει ένα από τα μέλη του: την Τουρκία”.
Τα παραπάνω γράφει στην ιστοσελίδα του πρακτορείου Bloomberg, ο αρθρογράφος Andreas Kluth.
Τονίζει σχετικά:
Η χώρα είναι εδώ και δεκαετίες ένας δύσκολος εταίρος: το 1974 έφτασε να πολεμήσει εναντίον του στρατού ενός άλλου κράτους-μέλους, της Ελλάδας (σ.μ. στην Κύπρο).
Το ζήτημα της αποβολής της Τουρκίας από τη Συμμαχία είναι πλέον επιτακτικό. Αυτή την εβδομάδα, καθώς οι ηγέτες των χωρών του ΝΑΤΟ προσπαθούσαν έστω να φανούν ενωμένοι, μετά τους πρόσφατους διαξιφισμούς και αντιπαραθέσεις, ο Ερντογάν τράβηξε στον αντίθετο δρόμο. Απειλούσε ότι θα μπλοκάρει μέσω βέτο ένα σχέδιο για την καλύτερη προστασία της Πολωνίας και των χωρών της Βαλτικής από τη Ρωσία, τον πλέον εμφανή αντίπαλο της Συμμαχίας, ζητώντας από το ΝΑΤΟ σε αντάλλαγμα να οριστούν από τον οργανισμό οι κουρδικές πολιτοφυλακές YPG ως τρομοκρατική οργάνωση. Οι YPG (σ.μ. Μονάδες Προστασίας του Λαού) ήταν μέχρι πρόσφατα σύμμαχος των Αμερικανών στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία, οπότε κάτι τέτοιο δεν συζητήθηκε ποτέ στα σοβαρά.
Σύμφωνα με τον Andreas Kluth:
Τελικώς ο Ερντογάν υποχώρησε. Ωστόσο, φαίνεται ότι πλέον θεωρεί το Κρεμλίνο περισσότερο έναν εταίρο παρά μια απειλή. Συνεργάστηκε άλλωστε πρόσφατα με τον Ρώσο πρόεδρο Βλάντιμιρ Πούτιν στην εισβολή στη βόρεια Συρία και αγόρασε ρωσικό σύστημα αεράμυνας, το οποίο θα μπορούσε υπό συνθήκες να κατασκοπεύει – ή ακόμη και να σαμποτάρει – τον αμυντικό εξοπλισμό του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένων των αμερικανικής κατασκευής μαχητικών αεροσκαφών.
Κι αυτές είναι μόνον οι στρατιωτικές πτυχές μιας σχέσης που έχει γίνει εχθρική από όλες τις απόψεις. Η Τουρκία διεξάγει επίσης γεωτρήσεις για πετρέλαιο και φυσικό αέριο στη Μεσόγειο, αγνοώντας τις αντιρρήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία έχει – μέσω κρατών-μελών της – νόμιμα συμφέροντα στα ίδια ύδατα. Από την άλλη πλευρά, η χώρα γίνεται μέρα με την ημέρα και λιγότερο δημοκρατική στο εσωτερικό της. Από την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 και μετά, ο Ερντογάν έχει πραγματοποιήσει ανοικτή αυταρχική στροφή σε σειρά ζητημάτων, περιορίζοντας την ελευθερία του Τύπου, την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και την κοινωνία των πολιτών.
Expelling Turkey from NATO could make Erdogan go nuclear — and not metaphorically https://t.co/YBhEfNSzgO @bopinion #NATO #Erdogan
— Andreas Kluth (@andreaskluth) December 5, 2019
O αρθρογράφος σημειώνει ότι π”αρ’ όλες αυτές τις ανησυχίες, το ΝΑΤΟ πρέπει να μάθει να ζει με την Τουρκία, λόγω δύο ψυχρών πλην αναπόφευκτων αληθειών”. Γράφει σχετικά:
Ένας λόγος για τον οποίο οι διελεύσεις αυτές σχεδόν εκμηδενίστηκαν τον επόμενο χρόνο ήταν ότι οι δύο πλευρές κατέληξαν σε μια συμφωνία: η Τουρκία συμφώνησε να παίρνει πίσω τους πρόσφυγες που έφταναν στην Ελλάδα, με αντάλλαγμα πολλά χρήματα και άλλες μορφές βοήθειας από την ΕΕ. Η εγκατάλειψη της συμφωνίας αυτής θα έβλαπτε την Τουρκία. Ωστόσο, αντιμέτωπος με την ταπείνωση μιας αποβολής από το ΝΑΤΟ, ο Ερντογάν θα μπορούσε να αποφασίσει ότι αξίζει τον κόπο να κινηθεί με αυτόν τον τρόπο. Η ΕΕ, εν τω μεταξύ, δεν έχει καταφέρει να μεταρρυθμίσει το νομοθετικό και ρυθμιστικό πλαίσιό της για το μεταναστευτικό από το 2015. Άρα, σε τέτοια περίπτωση, θα εισερχόταν σε μια νέα κρίση.
“Η διασπορά των πυρηνικών όπλων είναι ένα από τα πιο ζωτικά προβλήματα για την παγκόσμια κοινότητα”, γράφει και υπογραμμίζει τα εξής:
“Μια συνθήκη μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας σχετικά με τις “πυρηνικές δυνάμεις μεσαίου βεληνεκούς” έπαψε πρόσφατα να ισχύει. Εκείνη που απομένει (ονομάζεται “New START”) πιθανότατα θα λήξει το 2021 και δεν θα ανανεωθεί. Και, καθώς η Συνθήκη για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων συμπληρώνει τα 50 της χρόνια τον Μάρτιο του 2020, έχει φτάσει να μοιάζει ολοένα και πιο “ξεδοντιασμένη” και άνευ ουσίας. Από τη Βόρεια Κορέα μέχρι το Ιράν, οι λάθος άνθρωποι έχουν ή είναι σε θέση να αποκτήσουν τα λάθος όπλα.
Το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να αφήσει κάτι τέτοιο να συμβεί. Ούτε, φυσικά, μπορεί απλώς να αποσιωπεί τις πολιτικές και στρατιωτικές συνέπειες μιας πιθανής στροφής ενός κράτους-μέλους του ενάντια στους υπόλοιπους συμμάχους. Πρέπει να καταρτίσει σχέδια για νέα, ακόμη και τρομακτικά σενάρια. Θα πρέπει επίσης να μεταφέρει τα πυρηνικά όπλα που διατηρούν οι ΗΠΑ στην Τουρκία, στη βάση τους στο Ιντσιρλίκ, στην Ευρώπη. Αυτό δεν θα λύσει προφανώς το ευρύτερο πρόβλημα. Αλλά είναι ένα απαραίτητο πρώτο βήμα που θα ξεπεράσει τη σημερινή άρνηση αναγνώρισης της πραγματικότητας”.