File Photo: Ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας απευθύνει χαιρετισμό στην έναρξη του συνεδρίου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων με θέμα ” Οι νέοι Ποινικοί Κώδικες”, Αθήνα. ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΟΡΕΣΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Το νομοσχέδιο με το οποίο επέρχονται τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικα και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κατέθεσε στη Βουλή ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κωνσταντίνος Τσιάρας.
Οι τροπολογίες εμπεριέχουν και καινοτόμες διατάξεις που αφορούν το κοινωνικό σύνολο και λύνουν ποινικά φαινόμενα που είναι σε έξαρση. Το ενδιαφέρον του νομοσχεδίου επικεντρώνεται στις τροπολογίες του Ποινικού Κώδικα, που ανέρχονται σε 57, και πολύ λιγότερο στις αλλαγές που έγιναν στον Κώδικά Ποινικής Δικονομίας.
Συγκεκριμένα ο κ. Τσιάρας δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Καταθέσαμε στη Βουλή το νομοσχέδιο για την τροποποίηση των προβληματικών άρθρων του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Στη συζήτηση που θα ακολουθήσει τις προσεχείς ημέρες στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, ελπίζω πως όλες οι πτέρυγες θα αντιμετωπίσουν τις επιχειρούμενες τροποποιήσεις των Κωδίκων, επιδεικνύοντας πολιτική ωριμότητα, και αφήνοντας οριστικά πίσω τις ιδεοληψίες που ταλαιπώρησαν τον νομικό μας κόσμο και την ελληνική κοινωνία στο πρόσφατο παρελθόν».
Το σημείο αιχμής του νομοσχεδίου ήταν το ζήτημα του αδικήματος της απιστίας, που αναφέρεται στο άρθρο 390 του Ποινικού Κώδικα. Έτσι, σύμφωνα με το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή, για τον καταλογισμό (άσκηση ποινικής δίωξης) του αδικήματος της απιστίας ως προς τα τραπεζικά στελέχη (και ειδικά αυτά που χορηγούν δάνεια) απαιτείται η προηγούμενη έγκληση. Δηλαδή, απαιτείται ο θιγόμενος να καταθέσει μηνυτήρια αναφορά κατά του τραπεζικού στελέχους.
Η επίμαχη διαφοροποίηση περιλαμβάνεται στο άρθρο 5 του νομοσχεδίου, το οποίο τροποποιεί, μεταξύ των άλλων, το ισχύον άρθρο 390 του Ποινικού Κώδικα, με την προσθήκη νέου εδαφίου στη δεύτερη παραγράφου του εν λόγω άρθρου, που αναφέρει: «Αν η απιστία στρέφεται άμεσα κατά τραπεζικού ιδρύματος, η δίωξη ασκείται μόνο κατ΄ έγκληση».
Οι βασικές τροπολογίες του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης, που κατατέθηκε στη Βουλή, αφορούν την ποινική αντιμετώπιση και πάταξη μεγάλης έκτασης αδικημάτων.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τις τροπολογίες, διευρύνεται ο κύκλος των πολιτικών προσώπων που θα διώκονται σε βαθμό κακουργήματος για τα αδικήματα της δωροληψίας. Συγκεκριμένα, για δωροληψία πολιτικών προβλέπεται κάθειρξη και χρηματική ποινή. Ως πολιτικά πρόσωπα θεωρούνται: Ο πρωθυπουργός, τα μέλη της κυβέρνησης, οι βουλευτές, οι περιφερειάρχες, οι δήμαρχοι και τα μέλη των δημοτικών συμβουλίων.
Παράλληλα, ως προς το αδίκημα της δωροδοκίας πολιτικών προσώπων, προβλέπεται ότι «όποιος υπόσχεται ή παρέχει στον πρωθυπουργό ή σε μέλος της κυβέρνησης ή στον περιφερειάρχη ή στον δήμαρχο άμεσα ή μέσω άλλου, οποιαδήποτε ωφελήματα που δεν δικαιούται για τον εαυτό του ή για άλλον», τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή. Έτσι, στα πολιτικά πρόσωπα όσον αφορά τη δωροδοκία προστίθενται με το άρθρο 159Α οι υφυπουργοί και βουλευτές.
Ακόμη, σε κακούργημα μετατρέπεται και τιμωρείται με κάθειρξη 10 ετών, η δωροδοκία-δωροληψία υπαλλήλου απασχολούμενου σε κρατικές επιχειρήσεις και οργανισμούς, όπως είναι πρώην ΔΕΚΟ κ.λπ.
Η επίμαχη διάταξη του άρθρου 235 του Π.Κ. προβλέπει: «Προϊστάμενοι υπηρεσιών ή επιθεωρητές ή πρόσωπα που έχουν την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε υπηρεσίες του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου τιμωρούνται με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή, εφόσον η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη, αν με παράβαση συγκεκριμένου υπηρεσιακού καθήκοντος από αμέλεια, δεν απέτρεψαν πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές τους ή υπόκειται στον έλεγχο τους από την τέλεση πράξης των προηγούμενων παραγράφων», δηλαδή, της δωροδοκίας.
Σύμφωνα με τις τροπολογίες, κακούργημα με προβλεπόμενη ποινή κάθειρξης έως δέκα έτη, άλλα και χρηματική ποινή, θα είναι πλέον η διακεκριμένη κλοπή, δηλαδή, όταν η αξία των κλοπιμαίων είναι άνω των 120.000 ευρώ. Αλλά κακούργημα θα αποτελεί και η κλοπή ή διάρρηξη που έγινε από δύο ή περισσότερα άτομα που είχαν συγκροτήσει συμμορία για το σκοπό αυτό και είναι αδιάφορο το ύψος της αξίας των κλοπιμαίων, στην τελευταία αυτή περίπτωση.
Να σημειωθεί ότι στην έννοια της διακεκριμένης κλοπής περιλαμβάνονται και η αφαίρεση κειμηλίων και άλλων αντικειμένων από εκκλησίες, μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης αυστηροποίησε και ορισμένα αδικήματα, τα οποία λαμβάνουν διαστάσεις «επιδημίας» και εξαιτίας της διάπραξής τους, καθημερινά, κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές.
Ειδικότερα, όποιος οδηγεί έχοντας καταναλώσει αλκοόλ πάνω από τα επιτρεπόμενα όρια ή έχει κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών ή οδηγεί αντίθετα στο ρεύμα κυκλοφορίας ή πραγματοποιεί επικινδύνους ελιγμούς ή λαμβάνει μέρος σε αυτοσχέδιους αγώνες, «κόντρες», ή κάνει «σούζες», τιμωρείται:
Ειδική αναφορά γίνεται στο νομοσχέδιο για τους πολυισοβίτες. Σύμφωνα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο που θα ισχύσει, οι πολυισοβίτες θα έχουν δικαίωμα να ζητήσουν αποφυλάκιση μόνο αφού εκτίσουν 22 έτη από την ποινή που τους έχει επιβληθεί και όχι 17 έτη, όπως προβλέπεται σήμερα με τον αναμορφωμένο Ποινικό Κώδικα που ψηφίστηκε στη Βουλή λίγο πριν από τις τελευταίες εθνικές βουλευτικές εκλογές.
Με τις νέες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, που αναμένεται να ψηφιστούν από τη Βουλή μέσα στο επόμενο διάστημα, προβλέπεται ότι με φυλάκιση έως τρία (3) έτη θα τιμωρείται όποιος παράνομα εισέρχεται και παραμένει σε δημόσια κτήρια (νοσοκομεία, πρεσβείες, δικαστήρια, επιχειρήσεις κοινής ωφελείας ΔΕΗ κ.ά.) και «προκαλεί έτσι διακοπή ή σοβαρή διατάραξη της ομαλής διεξαγωγής της υπηρεσίας».
Με άλλη διάταξη του νομοσχεδίου προβλέπεται ποινή φυλάκισης έως τρία έτη σε όποιον «δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω του διαδικτύου απειλεί με τέλεση τρομοκρατικής πράξης ή προκαλεί ή διεγείρει σε διάπραξή της και έτσι εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη».
Με την ίδια ποινή φυλάκισης (έως τρία έτη) τιμωρείται όποιος πραγματοποιεί ταξίδια «με σκοπό να τελέσει ή να συμβάλει στην τέλεση τρομοκρατικού εγκλήματος, να συμμετάσχει στις δραστηριότητες τρομοκρατικής ομάδας, με επίγνωση του γεγονότος ότι η εν λόγω συμμετοχή θα συμβάλλει στις εγκληματικές δραστηριότητες αυτές της ομάδας ή με σκοπό να προσφέρει ή να παρακολουθήσει εκπαίδευση για τέλεση τρομοκρατικών πράξεων».
Ειδικές διατάξεις ρυθμίζουν την ποινική μεταχείριση όσων χρησιμοποιούν ή κατασκευάζουν εκρηκτικές ύλες ή/και εκπαιδεύουν ακόμα άτομα στην τεχνική των εκρηκτικών υλών.
Να σημειωθεί ότι ο δράστης δεν τιμωρείται εάν παραδώσει με τη θέλησή του στις Αρχές τις εκρηκτικές ύλες που κατέχει ή εμπόδισε άλλους να κάνουν χρήση αυτών.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
01/11/2019
Κακούργημα δωροδοκία, απιστία, μολότοφ & μεθυσμένοι οδηγοί: Στη Βουλή ο νέος Π.Κ. [pdf]