File Photo: Άποψη της πλατείας Εξαρχείων τη δεκαετία του 1970. Photo via Twitter.com
Η Νεκταρία έμενε 10 χρόνια σε διαμέρισμα στα Εξάρχεια, μέχρι που ένας όμιλος αγόρασε όλη την πολυκατοικία και η ίδια εξαναγκάστηκε σε έξωση. Έψαχνε πολλούς μήνες σπίτι, είχε απελπιστεί. «Τα προσφερόμενα σπίτια στα Εξάρχεια είναι πολύ λίγα και ακριβά», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Τελικά βρήκε στην περιοχή της πλατείας Κάνιγγος. Μια άλλη πολυκατοικία, που στεγαζόταν το πρατήριο των ΕΛΤΑ κοντά στο Πολυτεχνείο, αγοράστηκε και όλοι έπρεπε να μετακομίσουν μέσα σε τέσσερις μήνες, περιγράφει. «Οι ιστορίες των κατοίκων και επαγγελματιών που εκδιώκονται και δυσκολεύονται να βρουν στέγη είναι αμέτρητες τόσο στα Εξάρχεια, όσο και στο Κουκάκι και αλλού».
Ο Δημήτρης Μοιρόπουλος δουλεύει στο παντοπωλείο του πατέρα του στην οδό Γραβιάς γωνία με Εμμανουήλ Μπενάκη από μικρό παιδί. Τα τελευταία δέκα χρόνια η κίνηση είχε πέσει πολύ, κυρίως λόγω του ότι ο μόνιμος πληθυσμός έφυγε από τη γειτονιά. Καταστήματα κατέβασαν τα ρολά, πολλά κτήρια παρέμειναν κενά, οι δρόμοι σκοτεινοί, λίγο κόσμο συναντά κανείς στο δρόμο μετά το απόγευμα. Ο κ. Μοιρόπουλος θα είχε κλείσει το παντοπωλείο, αν δεν είχαν έρθει οι τουρίστες. «Μου θυμίζουν τους Έλληνες πελάτες πριν από 20 χρόνια, κάνουν γερό λογαριασμό», θα πει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Σε πολλές περιοχές του κέντρου της Αθήνας εμφανίζεται το εξής σχήμα: οι μόνιμοι κάτοικοι μειώνονται, και τα ενοίκια και οι τιμές των ακινήτων σημειώνουν συνεχή άνοδο τα τελευταία χρόνια. Ο Κωστής Χατζημιχάλης, ομότιμος καθηγητής στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι η «εκδίωξη των κατοίκων οφείλεται σε λανθασμένες μακροχρόνιες πολιτικές, ενώ η στεγαστική ανάγκη των πολιτών επιδεινώθηκε εξαιτίας της στροφής στην “τουριστικοποίηση” του κέντρου της Αθήνας και όχι στη διατήρηση ή ανοικοδόμηση κατοικιών». Άλλωστε, όπως τονίζει ο Νίκος Κουραχάνης, μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου Εργαστηρίου Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο στο ΑΠΕ-ΜΠΕ «οι στεγαστικές πολιτικές στην Ελλάδα πάντα υστερούσαν, μετά το 2012 εξαφανίστηκαν τελείως».
«Η Αθήνα είχε πολύ κόσμο και πάρα πολλά καταστήματα, σε όλα τα ισόγεια υπήρχαν μαγαζιά», θυμάται ο κ. Μοιρόπουλος. Στη Σόλωνος, στη Χαριλάου Τρικούπη, χαμηλά στην Μπενάκη, σε όλα τα διαμερίσματα έμενε κόσμος. Τώρα είναι είτε γραφεία, είτε κενά, είτε δίνονται για βραχυχρόνια μίσθωση τύπου airbnb.
Από τη δεκαετία του 1990 και την έλευση των πολυκαταστημάτων και των αλυσίδων, αρκετά μαγαζιά άρχισαν να απομακρύνονται από το κέντρο, περιγράφει ο κ. Μοιρόπουλος. «Και άνθρωποι, ήδη από το 1993 αποχαιρετούσα φίλους που μετακόμιζαν Χαλάνδρι, Κηφισιά και λοιπά προάστια», λέει. Επίσης, πολλοί δικηγόροι και συμβολαιογράφοι πήγαν τα γραφεία τους προς Κολωνάκι και Σύνταγμα. Τα τελευταία δέκα χρόνια πρώην κάτοικοι της περιοχής μετακινούνται προς Πετράλωνα, Κουκάκι. Από τα φροντιστήρια ελάχιστα έμειναν, μετακόμισαν κι αυτά.
Ο κ. Μοιρόπουλος πήγαινε δημοτικό στο 37ο στην Κωλέττη, που στεγαζόταν και το 35ο. Στην έκτη τάξη υπήρχαν δυο τμήματα και το 35ο τρία, από 30-35 παιδιά το καθένα. Πια, το 37ο έχει κλείσει και έχει μείνει το 35ο, με ένα τμήμα και 18 παιδιά.
Συχνά κανείς αναφέρεται στα επεισόδια, ως αιτία φυγής των ανθρώπων. Ο κ. Μοιρόπουλος δε συμφωνεί: «Επεισόδια υπήρχαν πάντα στην περιοχή, και πιο σκληρά, όπως με τον Καλτεζά, το Χημείο, τις καταλήψεις του 1990-91», αναφέρει ο κ. Μοιρόπουλος.
Υπήρχε, όμως, συνεχής κίνηση, μέχρι πριν σχεδόν μια δεκαετία τα Εξάρχεια ήταν το ασφαλέστερο μέρος της Αθήνας, περπατούσες μόνος σου μες στη νύχτα, ενώ στα προάστια οι άνθρωποι φοβόντουσαν, αναφέρει ο κ. Μοιρόπουλος. Η σημερινή μείωση των κατοίκων και των καταστημάτων, είχε ως επακόλουθο την αύξηση της εγκληματικότητας.
«Αυτό που κρατούσε ζωντανό το κέντρο ήταν τα ισόγεια μαγαζιά και οι άνθρωποι στους ορόφους, μαζί με την κουλτούρα και τη φιλοσοφία του κόσμου», αναπολεί ο κ. Μοιρόπουλος.
Σύμφωνα με τον κ. Χατζημηχάλη, ο σταδιακός εκτοπισμός των μόνιμων κατοίκων οφείλεται σε «λανθασμένες και καταστροφικές» θεσμικές επιλογές και σε πολεοδομικά σχέδια ήδη από τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις τύπου airbnb, που έδωσαν μια οικονομική ανάσα σε φτωχά και μεσαία νοικοκυριά, τα αυξημένα ενοίκια και η «τουριστικοποίηση» παραδοσιακών γειτονιών ήρθαν να «κουμπώσουν» πάνω σε μακροχρόνιες διαδικασίες, που είχαν ήδη αφήσει το στίγμα τους.
Από το 1991 μέχρι το 2011, από το δήμο Αθηναίων έφυγαν 180 με 200.000 κάτοικοι, οι περισσότεροι προς τα προάστια. Από την άλλη, 150.000 νέοι κάτοικοι από άλλες εθνικότητες μετοίκησαν.
Το 2011 οι κενές κατοικίες στο δήμο Αθηναίων ήταν 132.000, σημειώνοντας μια αυξητική πορεία που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990 και εντάθηκε από το 2000 και μετά. Η οικονομική κρίση που ακολούθησε άφησε περισσότερα άδεια ή υπερχρεωμένα σπίτια πίσω, προσελκύοντας κτηματομεσιτικές επιχειρήσεις, με μεγαλύτερο ενδιαφέρον τον τουρισμό. Μεγάλη ώθηση στην παραπάνω τάση έδωσε ο νόμος για τη «χρυσή βίζα», προσθέτει ο κ. Χατζημιχάλης. Ως τώρα, πάνω από 4.500 άτομα έχουν αγοράσει ακίνητα, με το 78% των αγορών να καταγράφεται στην Αττική.
«Κάπως έτσι καταλήξαμε κεντρικές περιοχές της Αθήνας, όπως το Κουκάκι, το Παγκράτι, η Κυψέλη, του Ζωγράφου, τα Εξάρχεια να αντιμετωπίζουν πρόβλημα έλλειψης κατοικίας», καταλήγει ο κ. Χατζημιχάλης.
Στην Ελλάδα οι στεγαστικές πολιτικές διαχρονικά ήταν πολύ αδύναμες, τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κουραχάνης. Στα χρόνια της κρίσης, αντί να διευρυνθούν και να περιλάβουν τους ανθρώπους με στεγαστική επισφάλεια λόγω ανεργίας, στεγαστικών δανείων, εξαϋλώθηκαν τελείως. Το 2012 καταργήθηκε ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας, ο οποίος, έστω και σποραδικά, “αποτελούσε τη μοναδική προσφορά στην κοινωνική κατοικία”. Στη δυτική Ευρώπη, ακόμα και σε χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία, που δεν έχει παράδοση στην κοινωνική πολιτική, υπάρχουν επιδοτήσεις και μέτρα ενάντια στην απώλεια στέγης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Έργο “ασπίδα” κατά της κλιματικής αλλαγής στην Αλεξανδρούπολη διαφυλάσσει το “Νερό στην Πόλη”