Ο Μπένιαμιν Νετανιάχου. Photo by Kobi Gideon, GPO, Ισραηλινή Προεδρία
Με το μετεκλογικό αδιέξοδο να συνεχίζεται στο Ισραήλ, τελικά συνέβη αυτό που αναμενόταν εδώ και καιρό: Ήρθε η ώρα των διαρροών μαγνητοφωνημένων συνομιλιών του Βενιαμίν Νετανιάχου με άτομα που εμπλέκονται στις εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις εις βάρος του.
Έτσι, το βράδυ του Σαββάτου, 26/10, ιδιωτικός τηλεοπτικός σταθμός μετέδωσε αποσπάσματα των συνομιλιών που είχε ο Νετανιάχου με τον Νόνι Μόζες, μεγαλοεκδότη και ιδιοκτήτη της εφημερίδας «Γιεντιότ Αχαρονότ», μίας από τις μεγαλύτερες εφημερίδες της χώρας. Οι Νετανιάχου και Μόζες εμπλέκονται σε μία από τις τέσσερις εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις που είναι δυνατόν να οδηγήσουν αμφότερους στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Ας πιάσουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:
Ταραγμένες σχέσεις Νετανιάχου – εκδοτών εφημερίδων
Σήμερα στο Ισραήλ κυκλοφορούν τέσσερις κυριότερες καθημερινές εφημερίδες: Από τη μία είναι οι λεγόμενες «ευρείας κυκλοφορίας-tabloid» με έναν εν πολλοίς «πολιτικώς ορθό» ιδεολογικό προσανατολισμό και εύπεπτη ποικίλη ύλη: η «Γιεντιότ Αχαρονότ» και η «Μααρίβ». Στον αντίποδα βρίσκεται η αριστερότερη «Χα’Άρετς», που απευθύνεται σε αριθμητικά μικρότερο αναγνωστικό κοινό, αλλά με σαφώς υψηλότερες απαιτήσεις.
Όμως, στις 30 Ιουλίου 2007 συνέβη ένα γεγονός που έμελλε να αλλάξει τον χάρτη της ισραηλινής δημοσιογραφίας.
Η παρουσία της νέας αυτής καθημερινής εφημερίδας, της μοναδικής που διανέμεται δωρεάν, ήταν φυσικό επόμενο να πλήξει σημαντικά τις πωλήσεις των υπολοίπων εφημερίδων. Σε αντίθεση με την «Μααρίβ» και την «Χα’Άρετς», οι οποίες λίγο πολύ είχαν ήδη αρχίσει να δίνουν περισσότερη έμφαση στις διαδικτυακές τους εκδόσεις, η «παραδοσιακότερη» «Γιεντιότ Αχαρονότ» και ο εκδοτικός όμιλος στον οποίον ανήκει, αισθάνονταν να απειλούνται σημαντικά από την επέλαση της δημοσιογραφίας που διανέμεται άνευ χρηματικού ανταλλάγματος.
Και έως εδώ, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η δημοσιογραφία, όπως και κάθε άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα, εξαρτά την επιτυχία της από τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, της ελευθερίας του λόγου και της ποιότητας του προϊόντος που αποζητά το ευρύ αναγνωστικό κοινό. Κάπου όμως τίθεται στο κάδρο και η έννοια του αθέμιτου ανταγωνισμού.
Κάπως έτσι, λοιπόν, ο Νετανιάχου άρχισε να βάλλεται από ικανότατες δημοσιογραφικές πένες πανταχόθεν.
Δημιουργήθηκε σταδιακά το εξής περίεργο φαινόμενο: Ένας πολιτικός που επικρίνεται σχεδόν από όλον τον δημοσιογραφικό κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της κρατικής ραδιοτηλεόρασης, παρά ταύτα εκλέγεται πρωθυπουργός ξανά και ξανά. Όταν μάλιστα, με κυβερνητική απόφαση, το παλιό σχήμα της κρατικής ραδιοτηλεόρασης έβαλε λουκέτο – λόγω οικονομικών δυσχερειών και χαμηλής τηλεθέασης – οι «νέες» κρατικές συχνότητες, που άρχισαν να εκπέμπουν από τα μέσα Μαΐου 2017, άρχισαν να επικρίνουν ακόμα περισσότερο τον ίδιο τον Νετανιάχου και το περιβάλλον του.
Η ποινική διάσταση
Για έναν ξένο παρατηρητή, η χρόνια διαμάχη μεταξύ Νετανιάχου και δημοσιογράφων θα μπορούσε να θεωρηθεί έως και διασκεδαστική, εάν δεν προσδιδόταν σε αυτήν η υποψία της ποινικής παραβατικότητας.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή όμως, ο Νετανιάχου ήταν εκείνος που απευθύνθηκε στον Μόζες, ζητώντας του να σταματήσουν οι δημοσιογράφοι της «Γιεντιότ Αχαρονότ» να τον επικρίνουν, με αντάλλαγμα να ψηφισθεί νόμος που θα σταματούσε την δωρεάν διανομή της «Ισραέλ Χαϊόμ». Ωστόσο, το θέμα δεν σταματά εκεί. Οι ανακριτικές Αρχές διερευνούν κατά πόσον οι επαφές εκείνες των Νετανιάχου και Μόζες συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση των αδικημάτων της δωροδοκίας και δωροληψίας. Αυτό ακριβώς είναι το λεπτό σημείο της υπόθεσης, που είναι ικανό να στείλει στην ποινική δικαιοσύνη αμφοτέρους.
Και κάπως έτσι φτάσαμε στο βράδυ του περασμένου Σαββάτου, 26/10, όταν ιδιωτικός τηλεοπτικός σταθμός μετέδωσε κατ’ αποκλειστικότητα μαγνητοφωνημένα αποσπάσματα των συνομιλιών που πραγματοποίησαν κατ’ ιδίαν οι Νετανιάχου και Μόζες τον Δεκέμβριο του 2014.
Και μπορεί το όλο κλίμα των συνομιλιών να προδίδει τις αμαρτωλές σχέσεις της πολιτικής εξουσίας και της δημοσιογραφίας, ωστόσο από πουθενά δεν προέκυψε κάποιο στοιχείο που να στοιχειοθετεί δωροδοκία ή δωροληψία. Σίγουρα όμως, δεν μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι οι συγκεκριμένες συναντήσεις ήταν απλώς κοινωνικές – μιας και είχαν μαγνητοφωνηθεί κρυφά από τον τότε επικεφαλής του Πρωθυπουργικού Γραφείου, ο οποίος μάλιστα ισχυρίζεται ότι το έπραξε κατόπιν εντολής του Βενιαμίν Νετανιάχου.
Είναι σαφές ότι το «Γαλανόλευκο» και ο ηγέτης του, Μπένι Γκαντς, δεν θα ήθελαν με κανέναν τρόπο να χρεωθούν τις μεθόδους πολιτικής επιβίωσης του Βενιαμίν Νετανιάχου. Εκτιμάται όμως ότι επ’ ουδενί λόγω δεν θα ήθελαν να αναλάβουν το πολιτικό κόστος να προχωρήσουν στον σχηματισμού μίας κυβέρνησης μειοψηφίας, η μακροημέρευση της οποίας θα εξαρτάται από την ψήφο εμπιστοσύνης ή ανοχής των αραβικών κομμάτων. Και σε αυτό ακριβώς ποντάρει ο Νετανιάχου, το δεξιό Λικούντ και τα υπόλοιπα κόμματα της εθνοθρησκευτικής Δεξιάς.
Δεν τελείωσε η εποχή Νετανιάχου
Όσο για το πολιτικό μέλλον του Νετανιάχου και το κατά πόσον επήλθε το «τέλος της δικής του εποχής», καλό θα ήταν να τηρείται μία άκρως επιφυλακτική στάση ως προς ένα τέτοιο πολύ μακρινό ενδεχόμενο. Οι αριθμητικές αναλογίες των κοινοβουλευτικών εδρών τον ευνοούν, ως επίσης και η συσπείρωση γύρω από το πρόσωπό του σε ενδοκομματικό επίπεδο. Υπέρ του επίσης αποδεικνύεται η ανάγκη έγκρισης μεγάλων κονδυλίων για την εφαρμογή του πολυετούς εξοπλιστικού προγράμματος που προανήγγειλε την περασμένη εβδομάδα ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, στρατηγός Αβίβ Κοχάβι – ο οποίος όμως τόνισε ότι για να μπορέσει το Ισραήλ να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά μία μόνιμη ιρανική στρατιωτική παρουσία στη Συρία, θα χρειαστεί να υπάρξει επιτέλους μία ισραηλινή κυβέρνηση που θα θέσει προς ψήφιση έναν γενναιόδωρο κρατικό προϋπολογισμό.
Κυβέρνηση εθνικής ενότητας ή ξανά εκλογές;
Εάν η συγκεκριμένη πληροφορία είναι βάσιμη, τότε το πιθανότερο είναι να μη βιαστεί τις επόμενες ημέρες ο Μπένι Γκαντς να έρθει σε συμφωνία με τον Νετανιάχου για κυβερνητική συγκατοίκηση. Αντιθέτως, θα ελπίζει ότι με την ανακοίνωση του κατηγορητηρίου κατά του πολιτικού του αντιπάλου, θα ανοίξει ο δρόμος για την αλλαγή σκυτάλης στο εσωτερικό του Λικούντ. Εκτός εάν τελικά ακολουθηθεί το σενάριο σχηματισμού κυβέρνησης ευρείας αποδοχής με επικεφαλής τον βουλευτή εκείνο που θα καταφέρει να συγκεντρώσει την εμπιστοσύνη τουλάχιστον 61 συναδέλφων του. Διαφορετικά, η χώρα θα συρθεί για τρίτη φορά στις κάλπες τον ερχόμενο Φεβρουάριο.
Πόσο επικίνδυνη είναι πραγματικά η Ρωσία: Η στρατιωτική ισχύς όχημα για τη διεθνή πολιτική