Η απελευθέρωση της Αθήνας από τους ναζί. Φωτογραφία μέσω βίντεο του Star TV
ΜΕΡΟΣ Γ’
(*Το παρόν άρθρο είναι το τρίτο μιας τετραλογίας που αναδεικνύει την Γερμανική διείσδυση στην μεταπολεμική Ελλάδα από την δεκαετία του 1950 έως τις μέρες μας και την επιτακτική ανάγκη δυναμικής διεκδίκησης των πολεμικών επανορθώσεων.)
Την ίδια σχεδόν εποχή, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, η άφιξη ενός ακόμη χιτλερικού δολοφόνου συγκλόνιζε το Πανελλήνιο, καθώς ο τελευταίος είχε την αναίδεια να επιστρέψει στην Ελλάδα ως …οδηγός στο «Ράλι Ακρόπολις»!
Ο αξιωματικός της Βέρμαχτ Χανς Γκύντερ Κόλβες είχε υπηρετήσει στην Κρήτη όπου διέπραξε σωρεία εγκλημάτων με αποκορύφωμα την εκτέλεση, στις 4 Ιανουαρίου του 1944, επτά ομήρων στο Ακρωτήρι Χανίων, ιδιαίτερη πατρίδα του σημερινού πρωθυπουργού…
To ελληνικό γραφείο Εγκληματιών Πολέμου είχε συμπεριλάβει τον Κόλβες από τον Φεβρουάριο του 1956 στον κατάλογο των διωκόμενων στην Ελλάδα Ναζί, ενώ στις 10 Απριλίου 1958 εξέδωσε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του.
Μετά την ψήφιση του κατάπτυστου νόμου Ν.3933/1959 περί αμνήστευσης Γερμανών εγκληματιών Πολέμου (με αντάλλαγμα οικονομική βοήθεια 200 εκ. μάρκων από το Βερολίνο), ο Κόλβες θεώρησε ότι δεν κινδυνεύει και το καλοκαίρι του 1959 αποφάσισε να ξαναγυρίσει στην Ελλάδα για να συμμετάσχει στο «Ράλι Ακρόπολις».
Την επόμενη χρονιά όμως, αν και εφησυχασμένος υπήρξε άτυχος γιατί έπεσε πάνω σε έναν πολύ παρατηρητικό, Κρητικής καταγωγής αστυνομικό. Ο Κόλβες είχε ολοκληρώσει την συμμετοχή στον αγώνα, παραλαμβάνοντας αναμνηστική πλακέτα από τον τότε βασιλέα Κωσταντίνο(τερμάτισε 11ος) και αναχωρούσε από την Ελλάδα με κατεύθυνση την Βενετία, για ταξίδι αναψυχής, συνοδευόμενος από μία ωραία κυρία ονόματι Ρουθ Σάουτμαν. Ομως στον έλεγχο διαβατηρίων, λίγο πριν επιβιβαστει στο επιβατικό πλοίο «Αγαμέμνων», στο λιμάνι του Πειραιά, τον σταμάτησε ο υπαστυνόμος Σπύρος Βασιλάκης, διαπιστώνοντας ότι το όνομα του περιέχεται στον κατάλογο εγκληματιών πολέμου και εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του.
Ο Βασιλάκης ετοιμαζόταν να μεταφέρει τον καταζητούμενο στο Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου στην Αθήνα, όταν ως εκ θαύματος δέχτηκε ξαφνικά ένα τηλέφωνο. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν κάποιος «ιδιαίτερος» του υφυπουργού εξωτερικών που του…συνέστησε να αφεθεί ελεύθερος ο Γερμανός κρατούμενος.
Όπως διηγήθηκε ο ίδιος ο Βασιλάκης, λίγη ώρα πριν ο Κόλβες είχε επικοινωνήσει με την Γερμανική πρεσβεία στην Αθήνα…
Η υπόθεση όμως δεν θα τελείωνε εκεί, γιατί εκτός από τον Βασιλάκη κινητοποιήθηκαν και άλλοι μη επίορκοι κρατικοί λειτουργοί. Ο ανώτατος εισαγγελέας Ανδρέας Τούσης που είχε προτείνει την ενοχή του Μαξ Μέρτεν(και για τον λόγο αυτό έμεινε στάσιμος στις κρίσεις και δεν έφτασε ποτέ στο αξίωμα του εισαγγελέα Αρείου Πάγου) και ο ειδικός ανακριτής του ελληνικού γραφείου εγκληματιών Πολέμου Ιωάννης Γραφιανάκης που έστειλε κατεπείγον τηλεγράφημα στον πλοίαρχο του «Αγαμέμνων» Ιωάννη Πολυχρονιάδη ζητώντας του να φωνάξει τον Γερμανό ραλίστα και να τον ανακρίνει για το αν και πότε είχε υπηρετήσει στην Ελλάδα καθώς και για το πώς συνδέεται με την εκτέλεση ομήρων στον Ακρωτήρι Χανίων.
Ο τελευταίος μάλλον απρόθυμα φώναξε τον Κόλβες στην ιδιαίτερη καμπίνα του και ο τελευταίος εμφανίστηκε μετά της συνοδού του. Κατόπιν υποδείξεως της τελευταίας και πριν απαντήσει επικοινώνησε εκ νέου με την Γερμανική πρεσβεία.
Αμέσως μετά γύρισε θρασύτατα προς τον πλοίαρχο λέγοντας : «Αρνούμαι να απαντήσω εις οιαδήποτε ερώτηση σας».
Η παράθεση των γεγονότων, ανατριχιαστική, αλλά και απολύτως επίκαιρη σε σχέση με όσα συμβαίνουν και σήμερα στην Ελλάδα από πολιτικούς υποτελείς στα κελεύσματα της εδώ γερμανικής πρεσβείας, δεν χρειάζεται περαιτέρω σχόλια ή αναλύσεις. Ο νόμος κατελύθη με ένα τηλεφώνημα κάποιου «ιδιαίτερου» από υπουργικό γραφείο επειδή αυτό «επέβαλε η ανάγκη βελτίωσης των ελληνο-γερμανικών σχέσεων», όπως εξήγησαν στη βουλή, κορυφαίοι υπουργοί της τότε κυβέρνησης Καραμανλή.
Τι κι αν ο ηρωικός εισαγγελέας Ανδρέας Τούσης διέταξε άμεσα προκαταρκτική εξέταση για τις συνθήκες διαφυγής του Κόλβες. Τελικά οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν στράφηκαν όχι κατά των πολιτικών, αλλά κατά των κρατικών λειτουργών που είχαν ευθύνη για τον εντοπισμό του, μεταξύ των οποίων και του υπαστυνόμου Βασιλάκη που τον συνέλαβε…
Μερικά πράγματα λοιπόν δεν αλλάζουν σ’ αυτή τη χώρα, ίσα-ίσα χειροτερεύουν.
*Την επόμενη Κυριακή στο τέταρτο και τελευταίο τμήμα του αφιερώματος: «Το παράδειγμα του Μεταξά, οι σημερινοί δωσίλογοι και το εθνικό χρέος για την διεκδίκηση των αποζημιώσεων».
Οι Γερμανοί επιστρέφουν στον τόπο του εγκλήματος: Ο Μέρτεν, το Σπίγκελ, η συκοφάντηση Καραμανλή