Συμπληρώθηκαν 36 χρόνια από την παράνομη ανακήρυξη του ψευδοκράτους στα κατεχόμενα. H Παγκύπρια Ομοσπονδία Φοιτητικών Ενώσεων (ΠΟΦΕΝ) και η Παγκύπρια Συντονιστική Επιτροπή Μαθητών (ΠΣΕΜ) πραγματοποίησαν αντικατοχική εκδήλωση στο Οδόφραγμα του Αγίου Κασσιανού, Λευκωσία 15 Νοεμβρίου 2019. ΚΥΠΕ, ΚΑΤΙΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα που προέκυψαν από την Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα (ΕΚΕ) 2017 – 2019, το Ενιαίο Κράτος είναι η μορφή λύσης στο Κυπριακό που επιλέγει το 57,2% των συμμετεχόντων.
Αυτό είναι το υψηλότερο ποσοστό αποδοχής σε σχέση με τις άλλες μορφές λύσεις που τους παρατέθηκαν.
Με αυτά τα δεδομένα είναι πρόδηλο το συμπέρασμα ότι μετά από 42 χρόνια διαπραγματεύσεων στη βάση της ΔΔΟ, οι πολιτικές ηγεσίες, οι οποίες διαπραγματεύθηκαν για δεκαετίες αυτή τη μορφή λύσης, δεν μπόρεσαν να πείσουν ότι πρόκειται για αξιόπιστη, δίκαιη και βιώσιμη λύση, έστω και αν αυτή προβαλλόταν ως οδυνηρός συμβιβασμός.
Ακόμη πιο πρόδηλο είναι το γεγονός ότι ουδείς πλέον αμφιβάλλει σήμερα ότι το Κυπριακό απέχει πολύ από το να ευρίσκεται πλησίον των στόχων και των παραστάσεων της λύσεως όπως η ελληνική πλευρά τους διαμόρφωσε αμέσως μετά την εισβολή. Ελάχιστοι, όμως, αμφιβάλλουν ότι οι προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος διολισθαίνουν βαθμιαία και σταθερά προς τις τουρκικές θέσεις.
Τον στρατηγικό αυτό εγκλωβισμό, στον οποίο έχει περιέλθει η ελληνική πλευρά, γνωρίζει πολύ καλά ο διεθνής παράγοντας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ερμηνεύεται και η διαλεκτική της αρνητικότητας που ανέπτυξαν και συνεχίζουν να αναπτύσσουν οι ξένοι διαμεσολαβητές.
Στην ουσία ποια επιλογή προδιαγράφεται για την ελληνική πλευρά; Αποδεχθείτε όσο το ταχύτερον μία ολιγότερο επώδυνη λύση.
Με άλλα λόγια, οι Έλληνες δεν έχουν πολλά περιθώρια ελιγμών και αυτό οφείλεται στα αδιέξοδα στρατηγικής, άρα οι προσπάθειές τους, τελεολογικώς, θα πρέπει να κατευθύνονται σύμφωνα με την πορεία που χάραξαν οι ξένοι διαπραγματευτές. Η διαπίστωση αυτής της πραγματικότητας σε επίπεδο μιας πολιτικής ανάλυσης είναι δυσάρεστο γεγονός, το να γίνεται όμως πρακτική της πολιτικής ηγεσίας είναι συνάμα τραγικό.
Μετά το 1974, η στρατηγική Αθηνών και Λευκωσίας έχει εναποθέσει τις ελπίδες επίλυσης του προβλήματος, σχεδόν αποκλειστικά, στην ψευδαίσθηση πως τόσο ο εμπλεκόμενος αμερικανοβρετανικός παράγοντας όσο και ο ΟΗΕ θα ερμηνεύσουν το Διεθνές Δίκαιο όχι με κριτήριο τις γεωπολιτικές σκοπιμότητες, αλλά στη λογική αντικειμενικών αρχών «διεθνούς νομιμότητας».
Το αποτέλεσμα αυτής της λογικής αποκρυσταλλώνεται στο σημερινό πλαίσιο επίλυσης του προβλήματος, στη βάση της ΔΔΟ, το οποίο χαρακτηρίζεται ως μία προσπάθεια ελαφράς βελτίωσης της υφιστάμενης κατάστασης με κάποιες «συνοριακές διευθετήσεις» και με κάποιες «πολιτειακές ρυθμίσεις». Παραλλήλως, η αδυναμία της ελληνικής στρατηγικής δημιουργεί διαρκώς κίνητρα στην Τουρκία και στους διεθνείς διαμεσολαβητές πως η υποχωρητικότητα της ελληνικής πλευράς είναι άνευ ορίων, εφόσον αυτή συνεχίζει να παραμένει εγκλωβισμένη και να τρέφεται ενδομύχως από τη διαλεκτική της αρνητικότητας.
Πόσο επικίνδυνη είναι πραγματικά η Ρωσία: Η στρατιωτική ισχύς όχημα για τη διεθνή πολιτική