Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ διαμαρτύρονται στην Ολομέλεια της Βουλής. ΑΠΕ-ΜΠΕ, Αλέξανδρος Μπελτές
Λόγω των εξελίξεων που αφορούν στην αναθεώρηση του Συντάγματος και στα του «εκλογικού Νόμου», ίσως έχουν ενδιαφέρον για το πολιτικό μας σύστημα, τα εξής:
Στη μεταπολιτευτική πολιτική ιστορία, και αναφορικώς με το νομοθετικό έργο, ελάχιστοι νόμοι (παρά την αφόρητη πολυνομία) «φέρουν το όνομα» του εμπνευστή του Νομοσχεδίου που τελικώς εγκρίθηκε από τη Βουλή.
Η συνήθης αναφορά με το όνομα του Νομοθέτη τυπικού κανονιστικού κανόνα οφείλεται στο κύρος του συγκεκριμένου κανόνα και στην τομή του ως προς την πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή. Έτσι, για παράδειγμα, στην εκφορά του καθημερινού λόγου, ο κανόνας δεν αναφέρεται με τον αριθμό δημοσίευσής του στο οικείο ΦΕΚ, αλλά αναφέρεται, κατά περίσταση, με το όνομα του εισηγητή του Νόμου, π.χ. ως «Νόμος Τρίτση», «Νόμος Πεπονή», «Νόμος Κατσέλη» και προσφάτως (αλλά δεν προβλέπεται να έχει βάθος χρόνου) ακούγεται και ο «Νόμος Κατρούγκαλου».
Υπό την έννοια αυτή για τον σημερινό Υπουργό Εσωτερικών κ.Τάκη Θεοδωρικάκο, αφορά πρόκληση όχι μόνο νομική, αλλά και ιστορική εάν ο εκλογικός Νόμος που θα εισηγηθεί στη Βουλή θα είναι ένα προσχηματικό Νομοσχέδιο μιας ευκαιριακής διαχείρισης των πολιτικών πραγμάτων ή εάν θα παραμείνει στην ιστορία με το όνομά του. Υπ’ όψιν δε ότι οι προαναφερόμενοι Νόμοι που συνδέθηκαν με συγκεκριμένα ονόματα πολιτικών, δεν θα είχαν ποτέ τυποποιηθεί-θεσπισθεί ως κανόνες δικαίου χωρίς την έγκριση του Αρχηγού της πλειοψηφίας, του Αρχηγού του Κόμματος. Ωστόσο, επικράτησε το όνομα του Υπουργού και όχι του Πρωθυπουργού.
Επίσης, αρχικώς θα πρέπει να τονισθούν και τα παρακάτω τρία (3) κρίσιμα ζητήματα:
Ενταύθα θα πρέπει να επισημειωθεί ότι η επιχειρούμενη συνταγματική αναθεώρηση που αφορά στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρο 54, κρίθηκε αναθεωρητέα από την απελθούσα Βουλή, με σχετική πλειοψηφία. Έτσι, το ακριβές περιεχόμενο της διάταξης θα αποφασισθεί από την παρούσα Αναθεωρητική Βουλή με πλειοψηφία όμως των 180 ψήφων –και άνω, οπότε θα αποφασισθεί εάν ο νέος εκλογικός Νόμος θα αφορά στις αμέσως επόμενες εκλογές ή στις μεθεπόμενες.
Ο παρών εκλογικός Νόμος κατ’ ουσίαν αφορά Κοινοβούλιο 250 εδρών. Οι «χαριστικές» 50 επιπλέον έδρες στο πρώτο κόμμα, που κατά τη γνώμη του γράφοντος αφορά «οιονεί Βουλευτές», είναι έμπνευση ενός διπολικού συστήματος το οποίο αφού παραβιάζει τη λαϊκή κυριαρχία στον πυρήνα της, (καθόσον αρνείται ουσιαστικώς την απλή αναλογική), ιδρύει χαριστικώς πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, έτσι ώστε, πράγματι, να υφίσταται «παθογένεια» του συστήματος της εν Ελλάδι αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Υπό το πρίσμα αυτό η Ελλάδα κατατάσσεται στις χώρες με πολυκομματικό μεν σύστημα, αλλά με διπολική (κυρίως) λειτουργία, εφόσον τα εναλλασσόμενα στην εξουσία κόμματα ή άλλως οι εναλλασσόμενες στην εξουσία «παραδοσιακές παρατάξεις» είναι δύο. Και τούτο γιατί τα μεσολαβήσαντα μικρά διαστήματα πολυκομματικής διακυβέρνησης δεν μπορούν να μεταβάλουν το χαρακτηρισμό αυτό.
(Παρενθετικώς: αντί πολλών παραπέμπω για την εν Ελλάδι βιβλιογραφία στο Συνταγματικό Δίκαιο του Καθηγητή Κώστα Μαυριά (1) –ο οποίος, άλλωστε, είναι και ο επικεφαλής του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής, και ο οποίος σε δύο εκδόσεις αναφέρεται στο σχετικό θέμα).
Συνεπώς προς τα προαναφερόμενα η δημοκρατία μας συναρτάται ευθέως με το εκλογικό σύστημα. Ο διπολικός δε χαρακτήρας του εν Ελλάδι πολιτικού συστήματος οφείλεται παγίως και στην έλλειψη συναινέσεων των πολιτικών κομμάτων –αναφέρομαι πάντοτε στα κόμματα του δημοκρατικού τόξου.
Το διπολικό δε αυτό χαρακτήρα προσδιορίζουν τρία (3) δεδομένα:
Έτσι, το σύστημα αυτό από «τη φύση του» δεν επέτρεψε ευρύτερες συναινέσεις, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Συνεπώς τίθεται κυρίαρχο ζήτημα, εάν και κατά πόσον, και λόγω των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η χώρα, θα υπάρξουν ευρύτερες συναινέσεις μέσω εκλογικού συστήματος που θα εξασφαλίζει πολυκομματικές συνεργασίες. Αυτό θα αφορά πράγματι νέο πολιτικό πολιτισμό.
Η πρόκληση δε για τον κ.Τάκη Θεοδωρικάκο θα είναι εάν θα εξασφαλίσει ευρύτερη συναίνεση σε εκλογικό σύστημα που κατ’ αρχήν και κατ’ αρχάς θα σέβεται την απλή αναλογική και την εξασφάλιση αρραγούς ενότητας του πολιτικού μας συστήματος σε περίοδο κρίσης.
Ένα άλλο «κεντρικό ζήτημα» είναι και εκείνο που αφορά στον τρόπο της ψηφοφορίας. Σύμφωνα με το Συνταγματικό Δίκαιο άμεση είναι η ψήφος όταν δεν μεσολαβεί άλλη βούληση μεταξύ του εκλογέα και του αποτελέσματος της σκοπούμενης εκλογής. Τούτο αφορά τόσο στον κομματικό φορέα –πολιτικό υποκείμενο, όσο και στο πρόσωπο το οποίο επιδιώκεται δια της ψήφου να συγκροτήσει τη σύνθεση της εθνικής αντιπροσωπείας.
Η «λίστα» αφορά ευθέως στο ΠΑΣΟΚ. Όσοι γνωρίζουν το πολιτικό παρασκήνιο της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου, ειδικότερα της περιόδου 1977-1981, στο τότε ΠΑΣΟΚ εξυφαινόταν μια τάση, ότι: οι εκλογές του 1981 θα ήταν οι τελευταίες εκλογές που θα ελάμβαναν χώρα με σταυρό προτίμησης.
Η επιλογή αυτή, της λεγόμενης «λίστας» είχε προαποφασιστεί καθόσον είχε εκτιμηθεί ότι η νοοτροπία της δεξιάς παράταξης θα υποστεί πλήγμα ως «εκλογικός μηχανισμός» με την κατάργηση της σταυροδοσίας.
Στη διαδικασία αυτή ήταν αντίθετος ο Απόστολος Λάζαρης, που ήταν επικεφαλής της «Επιτροπής Ανάλυσης και Προγραμματισμού» για το κυβερνητικό πρόγραμμα, πλην όμως στην Επιτροπή αυτή δεν είχε ανατεθεί η «επεξεργασία» αυτού του «ζητήματος».
(Παρενθετικώς: η κατάργηση της «λίστας» στις ευρωεκλογές καταργεί την έννοια της ισότητας του πολιτικού προσωπικού, ως προς την αντιμετώπιση των προεκλογικών δαπανών. Και τούτο διότι ο υποψήφιος ευρωβουλευτής μετά την κατάργηση της «λίστας» είναι ταυτοχρόνως εν δυνάμει υποψήφιος για όλες τις εκλογικές περιφέρειες της Επικράτειας.)
Αποτελεί μύθο ότι η «λίστα» ενισχύει αποφασιστικώς τον Αρχηγό του κόμματος, αν και μάλλον προβλήματα του δημιουργεί… Άλλωστε, ο Αρχηγός δύναται να αποκλείσει από τα ψηφοδέλτια τον/την οιοδήποτε/οιαδήποτε, ενώ η διαδικασία αυτή απωθεί νέο πολιτικό προσωπικό να ενταχθεί στην εκλογική διαδικασία.
Συνεπώς προς τα προαναφερόμενα, το επόμενο «ζήτημα» που πρέπει να επιλύσει ο κ.Τάκης Θεοδωρικάκος είναι εάν και κατά πόσον θα εμμείνει στην ύπαρξη «λίστας» καθόσον: α) αφορά καθιέρωση αντιδημοκρατικού μέτρου που παραβιάζει συνταγματικές πρόνοιες για την αμεσότητα και τη μυστικότητα της ψηφοφορίας, β) αφορά εμμονή σε αντίληψη που καταλύει τη σχέση του πολίτη ψηφοφόρου της βάσης και του υποψήφιου βουλευτή και γ) αφορά «σύστημα» στη λογική του «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού», όπως θα υποστήριζε και το ΚΚΕ, στην εκλογική τακτική του οποίου προσιδιάζει η «λίστα»
Για την κατακλείδα του παρόντος κειμένου μου, ανακαλώ στη μνήμη μου «ιδιότυπη» έκφραση εμπειρότατου πολιτικού παράγοντα της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος σε ελεύθερη συζήτηση μαζί μου, παρατήρησε ότι οι κρίσιμες αναμετρήσεις του 1985 και του 2015 ήταν οι σημαντικότερες ιστορικές ήττες για τη Νέα Δημοκρατία και σε μεγάλο βαθμό αυτό οφειλόταν στην «αρά της λίστας»!..
Οι προκλήσεις με τον κ. Τάκη Θεοδωρικάκο είναι ενεστώσες!..
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ
Βλ. Κ.Γ. Μαυριάς, Συνταγματικό Δίκαιο Ι, εκδόσεις ΑΝΤ.Ν.ΣΑΚΚΟΥΛΑΣ 2000 και εκδόσεις ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Π.Ν.ΣΑΚΚΟΥΛΑΣ, Πέμπτη έκδοση 2014
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).
Η παθογένεια του πολιτικού μας συστήματος: Όλα τα μέλη της Επιτροπής να αυτοεξαιρεθούν