ΣΚΙΤΣΟ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΓΚΟΥΜΑ
Η ανακοίνωση της επιλογής του Βερολίνου για την επικείμενη τριμερή συνάντηση για το Κυπριακό συνέπεσε χρονικά με τους εορτασμούς για την τριακοστή επέτειο από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου.
Από τον Νοέμβριο του 1989 και μετά «η Λευκωσία παραμένει η τελευταία διχοτομημένη πρωτεύουσα της Ευρώπης», όπως έλεγε και το σλόγκαν που καθιερώσαμε για πολλά χρόνια, για να προσελκύσουμε το ενδιαφέρον της παγκόσμιας κοινής γνώμης.
Η Γερμανία ήταν και είναι ένα έθνος, ένα κράτος, ένας λαός, με κοινή γλώσσα, ίδια κουλτούρα, κοινές αξίες και αντιλήψεις, χωρίς σοβαρές θρησκευτικές ή άλλες διαφορές. Μιλούσαν την ίδια γλώσσα, κυριολεκτικά αλλά και μεταφορικά, συνεπώς, σε μεγάλο βαθμό εξέλιπαν τα στοιχεία εκείνα που συμβάλλουν ευκολότερα στη χειραγώγηση των ανθρώπων και στην ανάδειξη των διαφορών, που μπορούν κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να εξελιχθούν σε εστίες αντιπαράθεσης.
Στην Κύπρο σχεδόν τίποτε από αυτό δεν ίσχυε και δεν ισχύει. Ούτε εμείς, ούτε και οι Τουρκοκύπριοι καταφέραμε να σκεφτόμαστε και ακόμη καλύτερα να ενεργούμε έχοντας ως κοινή αξία το κοινό μας κράτος. Ενδεχομένως να μην είμασταν και έτοιμοι για κάτι τέτοιο. Η εξάρτηση από τις μητέρες πατρίδες, η ανυπαρξία κοινής διοικητικής, πολιτικής και διπλωματικής εμπειρίας αλλά κυρίως η έλλειψη εμπιστοσύνης, ήταν η βάση πάνω στην οποία θεμελιώθηκε το δικό μας τείχος.
Στην περίπτωση της Γερμανίας τα δεδομένα ήταν πολύ πιο εύκολα, γιατί πολύ απλά οι κάτοικοι του μισού κομματιού της χώρας ήθελαν να αφομοιωθούν από το άλλο μισό και το τείχος υποχώρησε όταν ο ένας από τους δύο «εχθρούς» ουσιαστικά έπαυσε να υφίσταται. Σ’ εμάς όμως τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα με αποτέλεσμα όταν συνομιλούμε για λύση στο πίσω μέρος του μυαλού μας υπάρχει ο φόβος της κατάρρευσης, που συντηρεί το τελευταίο τείχος της ενωμένης Ευρώπης.
Απέραντο “πλυντήριο” η Κύπρος: Ο «ανένδοτος αγώνας» με έπαθλο την κυπριακή ιθαγένεια…