Βασίλης Τσιτσάνης: Ο ερευνητής που αφιέρωσε τη ζωή του στο έργο του “δασκάλου του γένους”

Ο Θεόφιλος Π. Αναστασίου, ο οποίος για πολλά χρόνια ερευνά το έργο του Βασίλη Τσιτσάνη, έχοντας συγχρόνως γράψει αρκετά βιβλία. ΑΠΕ-ΜΠΕ




«Καλλιτέχνες της ολκής του Τσιτσάνη κατόρθωσαν το περισσότερο. Δικαίως επομένως έχει χαρακτηριστεί ο Τσιτσάνης “δάσκαλος του γένους”. Το έργο του συνιστά έναν κανόνα μουσικό και ποιητικό για όποιον θα ήθελε να συνεχίσει αυτό που λέγεται ελληνική μουσική παράδοση».

Αυτά επισημαίνει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Θεόφιλος Π. Αναστασίου, ο οποίος για πολλά χρόνια ερευνά το έργο του Βασίλη Τσιτσάνη, έχοντας συγχρόνως γράψει αρκετά βιβλία. Ο κ. Αναστασίου, ερευνητής και μελετητής του έργου του μεγάλου συνθέτη, είναι συνταξιούχος φιλόλογος και ζει στα Τρίκαλα, αλλά έχει αφιερώσει, όπως αναφέρει, σχεδόν όλη του τη ζωή στο έργο του δημιουργού.

«Ασχολούμαι με το έργο του Βασίλη Τσιτσάνη εδώ και πολλά χρόνια, θα μπορούσα να σας πω ότι ασχολούμαι μια ολόκληρη ζωή, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι άκουγα τα τραγούδια του από πολύ μικρός, από τη νηπιακή μου ακόμα ηλικία», σημειώνει επίσης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, για να εξηγήσει:

«Συστηματικά ασχολούμαι από το 1990 περίπου, όταν διαπίστωσα ότι ενώ ακούγαμε πολλά τραγούδια του, δεν είχαμε μια συνολική εικόνα ούτε για το πόσα ήταν τα τραγούδια του, ούτε ποια ακριβώς ήταν. Είχε περάσει μια μεγάλη περίοδος που ο ίδιος είχε “ανθολογήσει” όσα θεωρούσε ότι έπρεπε να τραγουδηθούν ξανά και ξανά ώστε να μείνουν στη μνήμη και στην ψυχή του λαού. Έτσι πολλά τραγούδια του ήταν άγνωστα, ουσιαστικά, παρόλο που από το 1976 και μετά, είχε κάνει ο ίδιος μια επιλογή και είχε επαναδημοσιεύσει αρκετά τραγούδια σε πρώτη εκτέλεση και σε καθαρές ηχογραφήσεις και παρόλο που μετά τον θάνατό του είχαν δημοσιευτεί αρκετές ανθολογίες τραγουδιών του».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ο ίδιος δεν παραλείπει να αναφερθεί στα κίνητρα που τον ώθησαν να προχωρήσει στην καταγραφή των τραγουδιών, λέγοντας πως «το κίνητρο για κάθε είδους έρευνα είναι η επιθυμία της γνώσης, η επιθυμία να γνωρίσει κανείς το έργο και την προσωπικότητα ενός σημαντικού ή σπουδαίου δημιουργού», για να προσθέσει:

«Πολύ περισσότερο μάλιστα αφού διαπιστώσει κανείς όχι μόνο αυτή καθαυτή την αξία του έργου, αλλά και την επίδραση που άσκησε στο κοινωνικό σύνολο, στους ομοτέχνους, αλλά και σε κάθε άλλης κατηγορίας δημιουργό. Φυσικά στα παραπάνω πρέπει να προσθέσει κανείς το μεράκι ή την αγάπη για το συγκεκριμένο είδος τέχνης, αγάπη που όπως προείπα ανάγεται στα ακούσματα μιας ολόκληρης ζωής».

Όσον αφορά τις δυσκολίες που συνάντησε στην καταγραφή των τραγουδιών, αυτές, σύμφωνα με τον ίδιο είναι πολλές και εξηγεί:

«Την εποχή που άρχισα την προσπάθεια να συγκεντρώσω το σύνολο των τραγουδιών του, δεν υπήρχαν ούτε κατάλογοι, ούτε τα ηλεκτρονικά μέσα που υπάρχουν σήμερα (mp3, YouTube κλπ). Με μοναδικό εφόδιο τα κασετόφωνα της εποχής, τους δίσκους longplay και τη βοήθεια φίλων, παλιών και νέων, που είχαν στην κατοχή τους συλλογές δίσκων γραμμοφώνου 78 στροφών θα έλεγα ότι όργωσα σχεδόν την Ελλάδα από τα Τρίκαλα στην Αθήνα, στην Καρδίτσα, στις Σέρρες και όπου αλλού έβρισκα ανταπόκριση στην προσπάθειά μου, ώστε να κατορθώσω να συγκεντρώσω το σύνολο των τραγουδιών του. Και δεν ήταν μόνον οι αποστάσεις και τα ταξίδια που έπρεπε να κάνω, ήταν και οι δυσκολίες των απομαγνητοφωνήσεων, που σκόνταφτε στην κακή κατάσταση του υλικού που έβρισκα. Άλλα προβλήματα ήταν η χρονολόγηση, η εξακρίβωση των στοιχείων της έκδοσης, οι τραγουδιστές, οι στιχουργοί και φυσικά ο χρόνος που έπρεπε να αφιερώσω για να καταγράψω τους στίχους των τραγουδιών και αργότερα να συγκεντρώσω πολλές από τις συνεντεύξεις του, τις οποίες και κατόρθωσα τελικά να καταγράψω και να υπομνηματίσω με την αμέριστη συμπαράσταση και βοήθεια της κόρης μου, Φωτεινής. Δυστυχώς αυτή η δουλειά δεν εκδόθηκε ακόμα».

Πάντως ο κ. Αναστασίου, μιλάει και για τον συμπαραστάτη σε αυτή την πολύχρονη ενασχόληση με την καταγραφή των τραγουδιών του Βασίλη Τσιτσάνη, που είναι η σύζυγός του, τονίζοντας:

«Ευτυχώς όλα αυτά τα χρόνια είχα τη συμπαράσταση και την ανοχή της συζύγου μου Αλεξάνδρας. Χωρίς τη συμπαράστασή της θα ήταν μάλλον αδύνατον να ολοκληρώσω όλη αυτή τη δουλειά για τον Τσιτσάνη».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Αναφερόμενος σε εκείνα τα στοιχεία που του έκαναν μεγάλη εντύπωση στη μελέτη του έργου του συνθέτη, επισημαίνει πως «εκείνα τα στοιχεία που εντυπωσιάζουν στο έργο του Τσιτσάνη είναι πρώτα απ’ όλα, η δύναμη και η φρεσκάδα των τραγουδιών του και κατά δεύτερο λόγο η ενότητα που παρουσιάζει», τονίζοντας ότι «τα τραγούδια του έγιναν όχι απλώς επιτυχίες την εποχή που πρωτοεκδόθηκαν, αλλά και σημείο αναφοράς για πολλά χρόνια αργότερα. Πάντα συγκινούσαν και πάντα συγκινούν όσους τα ακροώνται, όσες φορές κι αν τα προσεγγίσει κανείς. Η δυσκολία που συναντούσα στην καταγραφή δεν ήταν μόνον όσα ανέφερα πιο πάνω, αλλά και το πώς θα μπορούσα να “ξεκολλήσω” από την ακρόαση και να αφιερωθώ στην καταγραφική εργασία, δεδομένου ότι ο ενθουσιασμός ήταν άμεσος και δυνατός, έστω και αν πολλά από αυτά τα είχα ακούσει και ξανακούσει». Όσον αφορά τη φρεσκάδα των τραγουδιών του, είναι πασίγνωστο, λέει, πως «όπου ακούγεται Τσιτσάνης αμέσως ανάβουν τα μεράκια σε οποιαδήποτε συνάθροιση ή διασκέδαση».

Πολλά είναι τα τραγούδια του που θα μπορούσε να πει ότι τον έχουν συγκινήσει βαθύτατα. Δεν μπορεί όμως να ξεχωρίσει ένα ή δύο. Η χαρά του, σημειώνει, ήταν μεγάλη κάθε φορά που ανακάλυπτε ένα άγνωστο για τον ίδιο τραγούδι, καθώς διαπίστωνε ότι ήταν κι αυτό εξίσου καλό όσο και τα υπόλοιπα. Και το σημαντικότερο, σύμφωνα με τον ίδιο, πως είχε γράψει σπουδαία τραγούδια σε κάθε δημιουργική του περίοδο. «Έτσι είναι μάλλον αδύνατο να ξεχωρίσω το καλύτερο ή τα καλύτερα», διευκρινίζει ο κ. Αναστασίου.

Τέλος, αν με το έργο του ο Βασίλης Τσιτσάνης μπορεί να χαρακτηριστεί και δάσκαλος αγωγής πολιτισμού, ο ερευνητής και συγγραφέας του έργου του, Θεόφιλος Αναστασίου, καταλήγει:

«Διασκέδαση και ψυχαγωγία προσφέρουν πάντα τα τραγούδια, είτε είναι λαϊκά είτε όχι, αλλά σε κάθε καλλιτεχνική δημιουργία ενυπάρχει πάντα κάτι πολύ μεγαλύτερο, καθώς οι καλλιτέχνες δημιουργούν ακροώμενοι ό,τι συμβαίνει στην εποχή τους. Από την πραγματικότητα που μαίνεται γύρω τους κατορθώνουν, άλλος περισσότερο κι άλλος λιγότερο, να μετουσιώσουν ένα μέρος της στις δημιουργίες τους. Καλλιτέχνες της ολκής του Τσιτσάνη κατόρθωσαν το περισσότερο. Δικαίως επομένως έχει χαρακτηριστεί ο Τσιτσάνης “δάσκαλος του γένους”. Το έργο του συνιστά έναν κανόνα μουσικό και ποιητικό για όποιον θα ήθελε να συνεχίσει αυτό που λέγεται ελληνική μουσική παράδοση».

ΑΠΕ-ΜΠΕ του ανταποκριτή μας Α. Ζώη

Αέρας μίας άλλης εποχής στον Βόλο: Πάνω από 70 αυτοκίνητα αντίκες παρήλασαν στην πόλη

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: