File Photo: Ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον χειρονομεί προς τον ηγέτη των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Βουλής των Αντιπροσώπων. Φωτογραφία: EPA, JESSICA TAYLOR
Το παρόν κείμενο γράφεται λόγω των άμεσων εξελίξεων που λαμβάνουν χώρα και των δημοσιογραφικών πληροφοριών που προέρχονται από το Λονδίνο και τις Βρυξέλλες. Στα πρόθυρα μιας συμφωνίας για το Brexit εκτιμάται ότι βρίσκεται η Βρετανία, καθώς σύμφωνα με τον Guardian, ο Μπόρις Τζόνσον έκανε υποχωρήσεις σχετικά με τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για τα Ιρλανδικά σύνορα.
Ο Boris Johnson πάντως θα πρέπει κερδίσει και στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, με τη συγκατάθεση του Βορειοϊρλανδικού Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος (DUP) και των σκληροπυρηνικών οπαδών του Brexit του Συντηρητικού κόμματος, με βάση, ότι στο πλαίσιο της συμφωνίας, η Βόρεια Ιρλανδία θα συνεχίσει να είναι νόμιμα εντός του τελωνειακού εδάφους του Ηνωμένου Βασιλείου.
Όταν ο τέως Βρετανός Πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον σε μια λιτή, αλλά σκηνοθετημένη εμφάνιση έξω από την «10 Downing Street», επεσήμανε ότι «θα κληθούν οι Βρετανοί να λάβουν μια από τις πιο σημαντικές αποφάσεις για τη χώρα και το μέλλον», τονίζοντας όμως ότι «είναι προς το συμφέρον της Βρετανίας να παραμείνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης», οι πολιτικοί παρατηρητές είχαν ήδη αντιληφθεί ότι τούτο συνεπαγόταν λιγότερη Ευρώπη (!) και πολυνομισματική εσωτερική αγορά, ακόμη και εάν από το εξαγγελθέν δημοψήφισμα δεν ήθελε προκύψει Brexit.
O τότε Βρετανός Πρωθυπουργός στο διάγγελμά του αυτό δεν άφηνε περιθώρια αισθημάτων, δηλώνοντας ότι: «δεν αγαπώ τις Βρυξέλλες, αγαπώ τη Βρετανία. Είμαι ο πρώτος που ισχυρίζεται ότι πρέπει να βελτιωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση με πολλούς τρόπους …»
Με τούτο το δεδομένο ας επιχειρήσουμε προσέγγιση των εξελίξεων με τα παρακάτω:
Εμφανής είναι η διελκυστίνδα συμφερόντων ή άλλως η σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της Βρετανίας και της «γερμανοκρατούμενης Ευρώπης».
Ταυτοχρόνως όμως (υπό οιαδήποτε εκδοχή) και το ευρώ ως νόμισμα θα υποστεί μείωση του κύρους του, καθόσον παραμονή της Βρετανίας με «ειδική σχέση» συνεπάγεται αυτοδικαίως, με βάση τα ήδη συμφωνηθέντα, μια πολυνομισματική Ένωση κρατών-μελών και μια ενιαία ή άλλως εσωτερική αγορά πολλαπλών ταχυτήτων ή άλλως πολλαπλών επιπέδων.
Υπ’ όψιν δε ότι για πρώτη φορά από τότε που η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα μετασχηματίστηκε σε Κοινότητα και στη συνέχεια σε Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη Συνθήκη της Λισαβόνας έχει θεσπισθεί η πρόνοια εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου «κάθε κράτος-μέλος μπορεί να αποφασίσει να αποχωρήσει από την Ένωση σύμφωνα με τους εσωτερικούς συνταγματικούς του κανόνες». Συνεπώς επειδή υφίσταται και η θεσμική πρόβλεψη της αποχώρησης, διόλου απίθανο είναι με σημείο αναφοράς την Ιταλία να διαπιστωθούν έντονες φυγόκεντρες τάσεις κυρίως ως προς την ευρωζώνη, τάσεις που θα επιδεινώνουν τη λειτουργικότητα του όλου συστήματος. Ωστόσο:
Ένα από τα κύρια σημεία που δυσκολεύουν την τελική λύση για τον τρόπο αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ είναι το περίφημο backstop. Περί το backstop μπορεί να υπάρξει ευρύτατη αναφορά και για το πολιτικό σκέλος του και για το οικονομικό σκέλος του. Ωστόσο, εν συντομία μπορούν να καταγραφούν τα εξής:
Σε κάθε περίπτωση, η ζοφερή κατάσταση που υφίσταται στην παρούσα συγκυρία οφείλεται πρωτίστως στην ανικανότητα της παρούσας βρετανικής κυβέρνησης να διαχειριστεί το Brexit.
Όποιος παρακολουθεί τα πολιτικά πράγματα της Βρετανίας γνωρίζει ότι το Υπουργικό Συμβούλιο δεν είναι ομόφωνο σε σχέση με την παραμονή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θιασώτης δε εξόδου από την ΕΕ είναι και ο πολυπράγμων Πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον. Αντιθέτως, θερμός υποστηρικτής παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ είναι ο αριστερών τάσεων νέος ηγέτης του Εργατικού Κόμματος Τζέρεμι Κόρμπιν, αφήνοντας όμως με νέο Δημοψήφισμα την τελική απόφαση στο Βρετανικό Λαό, ενώ ο ίδιος ο Κόρμπιν θα μείνει ουδέτερος ως προς το οποιοδήποτε ερώτημα.
Εάν το Βερολίνο «εκτιμά» ότι μετά την εξέλιξη αυτή θα παραμείνει «ανενόχλητο» να ασκεί πολιτική από καθέδρας, σφάλει σφάλμα μέγα, καθόσον ήδη εκχωρήθηκε στο Λονδίνο η δυνατότητα αυτοτελούς εποπτείας επί των χρηματοπιστωτικών Θεσμών. Παρά δε την «επιφύλαξη» ότι και οι Θεσμοί στην ΕΕ θα μπορούν να παρεμβαίνουν αντιστοίχως, εν τούτοις είναι πρόδηλο ότι το κύρος του Σίτι του Λονδίνου θα επηρεάζει κατά το μάλλον και μάλλον τις συμπεριφορές των αγορών.
Θα υπάρξει δηλαδή μετατόπιση επιρροής. Και αυτή η μετατόπιση επιρροής δεν μπορεί ευχερώς να αντιμετωπισθεί από το ευρωσύστημα, το οποίο λειτουργεί πάνω σε αντιφάσεις και εσφαλμένες προϋποθέσεις.
(*) Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC– EU).
Οι Αμερικανοί να «επιστρέψουν» στο μέλλον: Πως πρέπει να αντιμετωπίσουν τη Ρωσία του Πούτιν;