Το Μάρτιο του 2015 δημοσιεύτηκε άρθρο μου τον Φιλελεύθερο με τίτλο «Ο ανίερος τζόγος που παίζουν οι Τράπεζες με την πώληση των δανείων» που έμελλε να είναι αρκετά κατατοπιστικό και να επαληθεύει τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν μέχρι σήμερα αναφορικά με την πώληση πακέτων δανείων και όσα θα ακολουθήσουν με την τιτλοποίηση τους, για αυτό το λόγο αποφάσισα να αναδημοσιεύσω αυτούσια κομμάτια του εν λόγω άρθρου μου για να κρούσω εκ νέου τον κώδωνα του κινδύνου.
Γιατί λοιπόν να επιμένουν τόσο πολύ στην πώληση των δανείων και όχι στην ορθή αναδιάρθρωση τους, όντας δήθεν εμπορικές τράπεζες;»
Τέσσερα χρόνια μετά και δυο διαφοροποιήσεις του κώδικα της Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με την υποχρέωση των τραπεζικών ιδρυμάτων για βιώσιμες αναδιαρθρώσεις και είναι φανερό ότι η πρόθεση δεν ήταν ποτέ οι αναδιαρθρώσεις αλλά να περιέλθουν στην κατοχή των τραπεζών τα περιουσιακά στοιχεία των δανειοληπτών.
Συνεχίζοντας το άρθρο μου το 2015 εξηγούσε την διαδικασία πώλησης των δανείων σε τιμές που τότε φάνταζαν χαμηλές αλλά δεν φανταζόμουν ότι το ξεπούλημα δυστυχώς στην Κύπρο δεν θα είχε τελειωμό, με πρόθεση να αγοράζουν αυτά τα δάνεια χωρίς καν να πληρώσουν το τίμημα αλλά να δανείζονται για να τα αγοράζουν από την ίδια την τράπεζα που τα πουλάει και τόσα άλλα.
Το τελευταίο κομμάτι του παζλ αυτής της μαζικής κατασπάραξης των περιουσιών των δανειοληπτών είναι η κερδοσκοπία μέσω της τιτλοποίησης των δανείων που ψηφίστηκε το 2018 από την πλειοψηφία της Βουλής παρά του γεγονότος ότι ο σημερινός Υπουργός Οικονομικών είχε δηλώσει δημόσια από τον Απρίλη του 2016 ότι αυτό το μέτρο ήταν αχρείαστο ως προς την επίλυση του ζητήματος των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων.
Για να το θέσουμε πιο απλά, το ακίνητο που θα είναι υποθηκευμένο, θα διακινείται πλέον ως ομόλογο σε παγκόσμιο επίπεδο μεταξύ επενδυτών, μέχρις ότου λήξει και πρέπει να ρευστοποιηθεί. Έτσι, οι Κύπριοι οφειλέτες θα βρεθούν να χρωστούν σε εταιρείες ή ιδιώτες επενδυτές που ούτε καν γνωρίζουν.
Όσο πιο πολλές περιουσίες περιέλθουν στα χέρια αυτών των επενδυτών, τόσο πιο πολλά σε αξία επενδυτικά προϊόντα θα διοχετεύσουν στην αγορά, θα τζογάρουν με λίγα λόγια στις αγορές, προσβλέποντας σε γρήγορο και μεγάλο κέρδος από την πώληση αυτών των ελκυστικών επενδυτικών προϊόντων.»
Ήδη οι Κύπριοι οφειλέτες χρωστούν σε εταιρείες που δεν γνωρίζουν, οι οποίες εταιρείες ρευστοποιούν αυτές τις υποθήκες με διαδικασίες που λειτουργούν κατά παράβαση βασικών συνταγματικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων των πολιτών όπως την πρόσβαση στην δικαιοσύνη και την δίκαιη δίκη. Ούτε θα ελέγξει κανένας επόπτης τι επενδυτικά προϊόντα πωλούνται και πως δημιουργούνται, ούτε αν αυτοί που δημιούργησαν αυτά τα προϊόντα αγόρασαν στην πραγματικότητα τα δάνεια έναντι συγκεκριμένου τιμήματος, ούτε εάν ζημιώνουν οι μέτοχοι των τραπεζών από αυτές τους τις αποφάσεις.
Στην Κύπρο του 2019 οι ξένες εταιρείες, που τους επέτρεψε δυστυχώς η Κεντρική Τράπεζα να αγοράσουν δάνεια, έχουν ως ένα εχέγγυο το σχέδιο ΕΣΤΙΑ. Σε αυτές τις εταιρείες μεταφέρθηκαν στεγαστικά δάνεια (που είναι περιουσιακά στοιχεία των μετόχων των τραπεζών) χωρίς να πληρωθεί τίμημα πώλησης. Αυτές οι εταιρείες αφού τιτλοποιήσουν τις υποθήκες θα παρέχουν εγγυημένη απόδοση στους επενδυτές μέσω των δόσεων που θα καλύπτονται από το κράτος κατά 1/3 και τον δανειολήπτη κατά 2/3, σε δάνεια που θα πληρώνονται στο 100% και όχι στο 30% η 40% που έχουν αγοραστεί, τα οποία θα αξιολογηθούν από τους οίκους αξιολόγησης για αυτό ακριβώς το λόγο ως χαμηλού ρίσκου επενδύσεις.
«Αυτό που πρέπει να γίνει είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ζητήσει θέσπιση νομοθεσίας Glass–Steagall σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Μέχρι να γίνει αυτό, θα πρέπει η Κεντρική Τράπεζα να επιτρέψει την πώληση δανείων μόνο σε εμπορικές τράπεζες, αδειοδοτημένες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που διαθέτουν επαρκή κεφάλαια με βάση τα τεστ αντοχής και να απαγορευτεί εντελώς η πώληση των δανείων σε επενδυτικές τράπεζες και επενδυτικά ταμεία, αν θέλουμε να προστατευτούμε από τους «σωτήρες» μας, δηλαδή τους κερδοσκόπους ξένους επενδυτές.»
Όταν όλα αυτά δεν πείθουν τους βουλευτές να λάβουν σοβαρότερα μέτρα προστασίας της κοινωνίας μέσα από το κοινοβούλιο, τότε να μην έχουν το θράσος να μιλούν για κόστος που θα πληρώσει ξανά ο φορολογούμενος πολίτης για το τραπεζικό σύστημα που ασφυκτιεί από υπερβάλλουσα ρευστότητα, συγκεκριμένα €14δις, και που δεν μπορεί να την διοχετεύσει στην αγορά λόγω του υπερβολικού ιδιωτικού χρέους. Όσα ανέλυσα πιο πάνω αποδεικνύουν ότι η πραγματική οικονομία μετά από τόσα χρόνια συνεχίζει να υποφέρει σε ένα τραπεζικό σύστημα που έχει αυτοκαταστραφεί από τα ίδια άτομα που το διαχειρίζονται και τις αποφάσεις που λαμβάνουν.
(*) Άννα Θεολόγου, Βουλευτής Αμμοχώστου-Οικονομολόγος
Οι τουρκικές παραβιάσεις της κυπριακής Αιγιαλίτιδας Ζώνης και ΑΟΖ: Επιβολή κυρώσεων τώρα