File Photo: Διυλιστήριο πετρελαίου της Exxon Mobile στο Channahon, Illinois στις ΗΠΑ. EPA, TANNEN MAURY
Κρίνοντας από τις διακυµάνσεις στην τιµή του πετρελαίου, θα υπέθετε κανείς ότι η υφήλιος βρέθηκε προ ηµερών στα πρόθυρα πολεµικής σύρραξης. Ο µαύρος χρυσός είδε την τιµή του να εκτοξεύεται κατά 19% µε 20% ενδοσυνεδριακά την περασµένη ∆ευτέρα, 16 Σεπτεμβρίου.
Η τελευταία φορά που είχε συµβεί κάτι ανάλογο ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1990, πριν από τον Πόλεµο του Κόλπου, όταν το Ιράκ εισέβαλε στο Κουβέιτ.
Οι επιθέσεις που σηµειώθηκαν στις 14 Σεπτεµβρίου κατά πετρελαϊκών εγκαταστάσεων της κρατικής Saudi Aramco στην ανατολική Σαουδική Αραβία κατάφεραν ένα βαρύ πλήγµα σε µια από τις κεντρικές «αρτηρίες» της παγκόσµιας πετρελαϊκής βιοµηχανίας. Κλονισµένο από ένα χτύπηµα που η αεράµυνά του (η αποτελούµενη από αµερικανικούς Patriot) δεν κατάφερε να αποτρέψει, το σουνιτικό βασίλειο, που κάθεται πάνω στα δεύτερα µεγαλύτερα διαπιστωµένα αποθέµατα µαύρου χρυσού παγκοσµίως (πρώτη είναι η Βενεζουέλα), αναγκάστηκε να µειώσει την ηµερήσια πετρελαϊκή παραγωγή του κατά περίπου 50% (ή σχεδόν 6 εκατ. βαρέλια), µε το εν λόγω 50% όµως να αντιστοιχεί και στο 5% της παγκόσµιας παραγωγής. Το πλήγμα ήταν βαρύ, αν και στην πορεία οι Σαουδάραβες θα κάλυπταν τις απώλειες στις εξαγωγές με εφεδρικά αποθέματα.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Ποµπέο, είχε ταξιδέψει εν τω μεταξύ εσπευσµένα σε Σαουδική Αραβία και Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα για επαφές κορυφής, επαφές τις οποίες πολλοί έσπευσαν να ερµηνεύσουν ως… προετοιµασίες πολέµου. Κατά την επιστροφή του, ωστόσο, από τη Μέση Ανατολή, ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτµεντ εµφανίστηκε να υποστηρίζει τον στόχο µιας «ειρηνικής επίλυσης» µέσα από την «αποτροπή» των συγκρούσεων και την επιστροφή στον «δρόµο της διπλωµατίας».
«∆εν θέλουµε να εµπλακούµε σε µια στρατιωτική αντιπαράθεση» δήλωνε από την πλευρά του στο CNN ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Μοχάµεντ Τζαβάντ Ζαρίφ, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο ότι εάν η Τεχεράνη δεχτεί επίθεση, θα απαντήσει.
Αλλά και οι Σαουδάραβες από τη µεριά τους, παρά τα όσα έχουν δηλώσει κατά καιρούς, εµφανίζονταν επί της ουσίας να θέλουν να αποφύγουν µια νέα σύρραξη.
Ως «µεγέθη» το Ιράν και η Σαουδική Αραβία είναι πολύ µεγάλα για να εµπλακούν σε έναν «κανονικό» µεταξύ τους πόλεµο. Κάτι τέτοιο θα αποσταθεροποιούσε πλήρως όχι µόνο τη Μέση Ανατολή, αλλά ολόκληρη την υφήλιο.
Οι ΗΠΑ ήταν το 2018 η µεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσµο και µία από τις κορυφαίες τέσσερις εξαγωγούς.
Ενδεικτικό και το tweet που δηµοσίευσε ο Τραµπ στις 16 Σεπτεµβρίου: «Είµαστε ο νούµερο ένα παραγωγός ενέργειας στον κόσµο. ∆εν χρειαζόµαστε το µεσανατολικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο». Ο Τραµπ είναι σαφές ότι δεν θέλει να εµπλακεί σε έναν νέο πόλεµο στο εξωτερικό, καθώς οι ΗΠΑ εισέρχονται σε προεκλογική περίοδο. Αυτό που θα ήθελε στην πραγµατικότητα είναι να καταλήξει σε µια νέα, δική του συµφωνία για το πυρηνικό πρόγραµµα της Τεχεράνης, την οποία θα µπορεί να πουλήσει διεθνώς ως µεγάλη «προσωπική» επιτυχία, ενταφιάζοντας έτσι και την κληρονοµιά του Οµπάµα (που είχε υπογράψει στην προηγούµενη διεθνή συµφωνία του 2015, από την οποία ο Τραµπ αποσύρθηκε µονοµερώς το 2018).
Για να το καταφέρει, βέβαια, θα πρέπει να συµφωνήσει και το Ιράν, το οποίο όµως θέτει ως προϋπόθεση για να κάτσει στο τραπέζι των διαπραγµατεύσεων µε τις ΗΠΑ την προηγούµενη άρση όλων των σε βάρος του αµερικανικών κυρώσεων. Η ιρανική ηγεσία (ο πρόεδρος Χασάν Ροχανί και ο ΥΠΕΞ Ζαρίφ) θα βρίσκεται πάντως τις επόµενες ηµέρες στη Νέα Υόρκη, για να πάρει µέρος στην ετήσια Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, µια Σύνοδο στο περιθώριο της οποίας θα µπορούσαν να συµβούν πολλά και ενδιαφέροντα.
ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ
Novartis και φούμαρα: Ποιος έδινε εντολές στον Ρασπούτιν; Ο τσάρος Νικόλαος από το μνήμα;