Η Τουρκοκύπρια Mehtap Cardak. Φωτογραφία από προσωπικό της αρχείο
«Το σπίτι που γεννήθηκα, το σπίτι που μεγάλωσα, το σπίτι π’ αγάπησα και λάτρεψα. Κάθε δωμάτιο και κάθε γωνιά, στο μυαλό μου φέρνει και μια ανάμνηση.
Το σπίτι που στο χωριό ήταν μοναδικό, με την κυκλική εσωτερική πετρόκτιστη σκάλα του. Το όμορφο μπαλκονάκι, που για κάγκελο είχε τες όμορφες, σκαλιστές πέτρες. «Τα χέρια μου ρόζιασα, μέχρι να τες κάμω» έτσι έλεγε ο πατέρας .Αυτό ήταν το σπίτι που μεγάλωσα κι’ αγάπησα.
Αχ, χωριό μου, αγαπημένο! Πόσο άλλαξε η μορφή σου. Γιατί, σε καταστρέψανε έτσι άραγε; Κανείς δεν θα μας δώσει την απάντηση. Βρεθήκαμε στην γειτονιά μας, εντελώς τυχαία όλοι οι γείτονες. Κάναμε την γνωριμία μας, που έχει τόσα χρόνια να βρεθούμε, και θυμηθήκαμε τα παλιά.
Δεν θέλω να κρατήσω την εικόνα που έχει τώρα το χωριό μας. Θα κρατήσω τες παλιές και αξέχαστες μου μνήμες.
Η Λύση, είναι κατεχόμενο χωριό και βρίσκεται νοτιοανατολικά της Μεσαορίας, μία από τις εκδοχές θέλουν το όνομα προέλευσης του χωριού, από τους αρχαίους οικισμούς Ελλισώ και Ελίση, μία άλλη πάλι εκδοχή είναι ότι στην συγκεκριμένη περιοχή έλυσαν τις διαφορές του δύο βασιλιάδες, σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα, αυτοί ήταν, ο Ισαάκιος Κομνηνός και ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος.
Έντονα συναισθήματα, η συγκεκριμένη επίσκεψη, δεν προκάλεσε μόνο στους πιστούς ή στους «Λυσιώτες», αλλά και σε μία Τουρκοκύπρια, που παρά τις τουρκικές προκλήσεις και παραβιάσεις αλλά και τα επικοινωνιακά τρικς, τόλμησε να εκφράσει τη γνώμη της, μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να ζητήσει δημόσια συγνώμη, προς τους κατοίκους του χωριού, την επιστολή της από την τουρκική γλώσσα, μετάφρασε η εξαίρετη συνάδελφος, Ράλλη Παπαγεωργίου, η οποία βρέθηκε κι εκεί..
Η Mehtap Cardak, γράφει:
«Αγαπητοί μου φίλοι,
Το χωριό στο οποίο ζούμε, είναι ελληνοκυπριακό χωριό. Το όνομα του είναι Λύση. Μετά έγινε Ακντόγαν. Μέσα σε μία νύχτα αναγκάστηκαν, να φύγουν και να αφήσουν τα σπίτια τους, τα κρεβάτια τους, τους κήπους τους, τις εικόνες στους τοίχους, τους τόπους που εργάζονταν, τα θρησκευτικά τους μνημεία, τα όνειρα τους. Δηλαδή, τα πήραν από τους πραγματικούς ιδιοκτήτες τους, τα έκλεψαν και χωρίς να τους ρωτήσουν μας τα έδωσαν. Χωρίς να υπολογίζουν τα όσα έζησαν, χωρίς να υπολογίζουν τον πόνο των ανθρώπων. Σε καθεστώς πλιάτσικου, λαφύρων δεν μπορεί να διαρκέσει κανενός η ευτυχία, που βασίζεται στη δυστυχία. Δεν μπορείτε δε να φτάσετε να πουθενά, με εθνικιστικές δηλώσεις, καπηλευόμενοι τη θρησκεία και τη σημαία. Στην εκκλησία, στη ΛΥΣΗ που παλιά χρησιμοποιήθηκε ως τζαμί, άναψαν κερί ζητώντας άδεια γι αυτό. Καλωσήρθατε, σας ζητώ συγνώμη που ζω στο χωριό σας, στο σπίτι σας, χωρίς την άδεια σας».
Και συνεχίζει:
«Σε έναν πόλεμο, δεν υπάρχει τίποτα όμορφο, δεν μπορεί να ανθίσει κιόλας. Άλλωστε την προσωπική που άποψη, την έχω εκφράσει δημόσια, και έχω ζητήσει κι εκεί συγνώμη. Έχω απολογηθεί ήδη για τον εαυτό μου. Δεν ξέρω, αν η ευρύτερη οικογένεια μου, τι αντικείμενα έχουν βρει από τους ιδιοκτήτες και κατοίκους. Ήμουν μόνο οκτώ ετών, όταν ήρθαμε. Δεν έχω ιδιαίτερες μνήμες. Έχω γνωρίσει, τους ιδιοκτήτες του σπιτιού, ήταν μία συνάντηση που με άγγιξε ιδιαίτερα και ομολογώ πως συγκινήθηκα , αφού οι πραγματικοί ιδιοκτήτες, οι παππούδες, δεν βρίσκονται στη ζωή. Είναι δύσκολο και για τις δύο πλευρές, και είναι ακόμα πιο δύσκολο να ξεχάσουμε, είναι όμως που κάτι που οφείλουμε να προσπαθήσουμε, τουλάχιστον όσοι πιστεύουμε στην ειρήνη, το οφείλουμε για τη νέα γενιά».
Για έντεκα παιδιά, δε χτύπησε ούτε φέτος το σχολικό κουδούνι: Λουλούδια στη ψυχή τους…