Σιλουέτα στρατιώτη στο στρατιωτικό κοιμητήριο Τύμβου Μακεδονίτισσας, Λευκωσία 19 Ιουλίου 2019. Σήμερα κλείνουν 45 χρόνια από την εισβολή και κατοχή των Τούρκων στην Κύπρο. ΚΥΠΕ, ΚΑΤΙΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Στο Noratlas 6 επικρατούσε απόλυτη σιωπή, κανένας από τους 27 καταδρομείς που ήμασταν στοιβαγμένοι στην κοιλιά του σκάφους δεν μιλούσε. Τα φώτα στο εσωτερικό του μεταγωγικού ήταν όλα σβηστά και μόνο κάνα δυο «σειρές» αψηφώντας τις εντολές είχαν ανάψει τσιγάρο. Ακουγόταν μόνο ο βόμβος των κινητήρων του αεροπλάνου…
Ο Παύλος Τσόγκας από τον Κρόκο Κοζάνης, λοχίας της Α΄ Μοίρας Καταδρομέων που την νύχτα της 21ης Ιουλίου 1974 μεταφέρθηκε στην Κύπρο για την υπεράσπιση του αεροδρομίου της Λευκωσίας, μιλά για πρώτη φορά και περιγράφει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, την προετοιμασία της επιχείρησης, τη μεταφορά τους στην Κύπρο, το πώς βλήθηκε το αεροσκάφος τους από αντιαεροπορικά πυρά, τον τραυματισμό του και τις προσπάθειες του ιδίου και άλλων τραυματιών να κρατηθούν ζωντανοί.
«Από το αεροδρόμιο της Σούδας φύγαμε λίγο μετά τις 11 το βράδυ, έχουν περάσει περίπου δυο ώρες και ο Λοχαγός Σταύρος Μπένος μας δίνει εντολή να ετοιμαστούμε γιατί πλησιάζουμε στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Τα πυρομαχικά μας και τα όπλα τα είχαμε στοιβαγμένα πίσω από το πιλοτήριο, μόλις έχουμε σηκωθεί αρχίζοντας την προετοιμασία, ένοιωσα ένα θόρυβο κάτι σαν συνεχόμενα κτυπήματα στο σκάφος, στην αρχή δεν έδωσα σημασία γιατί είμαστε σε διαδικασία προσγείωσης αλλά αμέσως μετά ένα μεγάλο τράνταγμα ταρακούνησε το σκάφος. Άρχισαν να βγαίνουν καπνοί και σε ορισμένα σημεία είδαμε φωτιά».
Ο Παύλος Τσόγκας παραδέχεται ότι όλοι κατάλαβαν ότι το σκάφος κτυπήθηκε στην κοιλιά από αντιαεροπορικά πυρά, αλλά ποιοι τους χτύπησαν θα το ανακάλυπταν λίγο αργότερα. Στο εσωτερικό του σκάφους αρχικά επικράτησε πανικός, αλλά η στεντόρεια φωνή του λοχαγού Μπένου και η εντολή «σβήστε τώρα τη φωτιά» εξισορρόπησε λίγο τα πράγματα. «Θυμάμαι ότι έβγαλα το παγούρι από τη ζώνη μου και εκεί που άρχισα να ρίχνω νερό στη φωτιά, έχασα τον κόσμο από τα ματιά μου και έπεσα στο πάτωμα».
Τον ρώτησα εάν κατάλαβε ότι είχε τραυματιστεί η εάν ένοιωσε πόνο σε κάποιο σημείο του σώματός του αλλά ο 67χρονος σήμερα Παύλος δεν κατάλαβε ότι είχε κτυπηθεί, «λίγο πριν χάσω τις αισθήσεις μου σαν να ένιωσα μια μικρή γλυκιά μέθη ή κάτι σαν ευθυμία».
Από το Νίκη 6, δύο στρατιώτες είναι νεκροί και 10 τραυματίες που φέρουν σοβαρά η ελαφρότερα τραύματα θα μεταφερθούν στο νοσοκομείο της Λευκωσίας, ανάμεσά τους είναι και ο Παύλος Τσόγκας.
Η τραγική κατάληξη της επιχείρησης οφείλεται στην πρωτοφανή καθυστέρηση που επέδειξαν στο Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων, το σημερινό ΓΕΕΘΑ. στην Αθήνα να ενημερώσουν το γενικό αρχηγείο Λευκωσίας, ότι έρχονται ενισχύσεις, το έκαναν μόλις στις 01:00, με το σήμα «Έρχονται τα 15 πορτοκάλια». Έτσι η αντιαεροπορική άμυνα του αεροδρομίου αρχικά δεν είχε ενημέρωση, με αποτέλεσμα να θεωρήσουν ότι τα αεροσκάφη που πέταγαν ήταν τουρκικά.
Η ιστορία του Παύλου και το πώς βρέθηκε στο νοσοκομείο έχει όλα τα σπουδαία χαρακτηριστικά ανθρωπιάς και αλληλεγγύης που παραμένουν ζωντανά στην αγριότητα του πολέμου και της μάχης.
« Ήταν τρεις πάρα… το πρωί και το δροσερό αεράκι με ξύπνησε για καλά, δεν αισθανόμουν να πονάω πάρα ένιωθα μόνο εξάντληση. Εκείνη την ώρα με πλησιάζει ο στρατιώτης Δημητρίου από την Καρδίτσα και μου λέει ότι πρέπει φύγουμε να ακολουθήσουμε τους άλλους. Προσπάθησα να σηκωθώ αλλά δεν μπορούσα να κρατηθώ όρθιος, έπεσα στο έδαφος είχα χάσει και αρκετό αίμα από το δεξί πόδι μου».
Στο νοσοκομείο της Λευκωσίας έμεινε δέκα ημέρες, του έβαλαν νάρθηκα στο πόδι και άρχισε να περπατά στους διαδρόμους με τις πατερίτσες. Ένα πρωί κάποιος του νοσοκομείου τούς λέει σε ένα απομακρυσμένο θάλαμο «νοσηλεύεται ένας δικός σας σε κακή κατάσταση»’. «Μας δείχνουν τον καταδρομέα Θανάση Ζαφειρίου» τον μοναδικό επιζώντα από το Νίκη 4. Η φωνή του Παύλου αλλάζει όταν αναφέρεται στην εικόνα του πολυτραυματία. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου αυτή την εικόνα, πώς είναι όταν βλέπεις ένα κούτσουρο καμένο μέσα σ’ ένα χωράφι; έτσι ήταν το σώμα του Θανάση…. Ο ίδιος ακούνητος, αμίλητος και από το καμένο δέρμα να τρέχουν υγρά. Τις επόμενες ημέρες ο Θανάσης μεταφέρθηκε με αεροπλάνο στην Αθήνα και πάρα τα πολλαπλά κατάγματα και τα εγκαύματα κατάφερε να βγει νικητής. Έφυγε από την ζωή το Σεπτέμβριο 2016.
Στις 2 Αυγούστου του 1973 με πολιτικό πλοίο της γραμμής οι πιο ελαφρά τραυματίες μεταφέρονται στον Πειραιά και απευθείας στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο της Αθήνας. Ο Παύλος Τσόγκας ένα μήνα μετά θα επιστρέψει στη μονάδα του στο Μάλεμε της Κρήτης και στη συνέχεια στο Ναυτικό νοσοκομείο όπου θα κάνει δύο ακόμη επεμβάσεις για να αφαιρέσει δυο μεγάλα θραύσματα που έχουν μείνει στο ποδιού του. Θα απολυθεί από το στρατό το Νοέμβριο του 1974 και θα επιστρέψει στο σπίτι του στο Κρόκο Κοζάνης.
Μεσημέρι 21ης Ιουλίου 1974
Αλήθεια, γνωρίζατε ότι πηγαίνατε στην Κύπρο να πολεμήσετε τον ρώτησα; «Δεν μας το είπαν από την αρχή, μας μιλούσαν με μισόλογα». Ήταν μεσημέρι προς το απόγευμα όταν τους ενημέρωσαν στην Μοίρα ότι πρέπει να ετοιμάσουν οπλισμό και πυρομαχικά για να πάνε στα νησιά.
Ο Παύλος υποστηρίζει ότι οι Κρητικοί γνώριζαν τι γίνεται, γι’ αυτό και τους επεφύλαξαν τέτοιο θερμό αποχαιρετισμό. Τα λεωφορεία εισήλθαν στο αεροδρόμιο κι «είδαμε πάνω από είκοσι αεροσκάφη μεταγωγικά παραταγμένα στη σειρά να περιμένουν. Στεκόμαστε σε παράταξη όλη η Μοίρα με τους επικεφαλής και θυμάμαι τον αξιωματικό Πλάτωνα Κολοκοτρώνη να ανεβαίνει στο τρίτο σκαλοπάτι της πόρτας ενός noratlas για να μας μιλήσει. “Κύριοι, η Μοίρα μας έχει σοβαρή αποστολή, πάμε στην Κύπρο”. Εκεί παγώσαμε για πρώτη φορά όλοι και οι θαρραλέοι και οι μη θαρραλέοι. Ο Παύλος θυμάται ότι δεν υπήρξε ενημέρωση για το τι θα κάνουμε εκεί και ποια θα είναι η επιχείρηση στην οποία θα συμμετάσχουμε. Μπήκαμε στο αεροπλάνο βάλαμε τα πυρομαχικά μας πίσω από το πιλοτήριο και απ’ ό,τι θυμάμαι τα αεροσκάφη ξεκίνησαν με σβηστά φώτα».
Ο Παύλος Τσόγκας το 1974 επέστρεψε στο χωριό του τον Κρόκο Κοζάνης και συνέχισε να ασχολείται ως τεχνίτης της γούνας και λίγο με τις αγροτικές εργασίες. Έκανε οικογένεια και προσπάθησε να μεγαλώσει τα τρία του παιδιά. Μετά από χρόνια και από πιέσεις του ίδιου αλλά και πολλών άλλων συμπολεμιστών του που τραυματίστηκαν στην Κύπρο και αντιμετώπιζαν κινητικά προβλήματα έως και σωματική αναπηρία από τα τραύματα, το 1988 προσλαμβάνεται ως κλητήρας στον ΑΗΣ Καρδιάς.
Ο Παύλος ενώ μαζεύει τις φωτογραφίες που έχει απλωμένες στο γραφείο, τον ακούω να μονολογεί «Την ιστορία μας την ξέρουν ελάχιστοι». Και γυρίζοντας το πρόσωπο του, μου ζητά να μην ξεχάσω να γράψω ότι ως «τμήμα αυτοκτονίας μάς είχαν δηλώσει στην επιχείρηση Νίκη, χωρίς εμείς να το γνωρίζουμε».
ΑΠΕ-ΜΠΕ – του ανταποκριτή μας Σπ. Κουταβά
Κοζάνη, Greece
Αμερικανικά έγγραφα: Πριν ακόμα από την εισβολή ο άθλιος Κίσιγκερ πρότεινε “διπλή ένωση”