File Photo: US President Donald J. Trump arrives back at the White House in Washington, DC. EPA, Olivier Douliery, POOL
Μερικοί νομίζουν πως οι συνεχείς δηλώσεις των Αμερικανών αξιωματούχων για την Τουρκία και η απόφαση του Πενταγώνου να αναστείλει τη μεταφορά των μαχητικών F-35 στην Άγκυρα και να την «πετάξει» από το πρόγραμμα κατασκευής, γίνονται στο πλαίσιο του αμερικανικού εκβιασμού για να εξαναγκαστεί η κατοχική δύναμη να ακυρώσει την αγορά του ρωσικού συστήματος S-400.
Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο «απλά». Υπό την έννοια ότι η αμερικανική υπερδύναμη είναι μία σοβαρή χώρα -παρά τα πολλά λάθη της- και έχει αποδείξει ότι φροντίζει πάντα να αντιμετωπίζει τις δυσάρεστες καταστάσεις με τρόπο που να καταλήγουν ανώδυνες.
Στην περίπτωση που η Αμερική εκδιώξει την Τουρκία από το πρόγραμμα, λόγω της άρνησής να ακυρώσει την αγορά των S-400, 100 αεροπλάνα θα μείνουν αδιάθετα και μέχρι να βρεθούν νέες κατασκευάστριες εταιρείες θα υπάρχει καθυστέρηση στις παραγγελίες, αφού τα F-35 δεν θα είναι έτοιμα.
Οι Αμερικανοί έκαναν το αυτονόητο. Ο ίδιος ο υπουργός Άμυνας συναντήθηκε με αξιωματούχους των εταιρειών Lockheed Martin και United Technologies, με τους οποίους συζήτησε διάφορα σενάρια για να αντιμετωπιστεί η πιθανή αποχώρηση της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35.
Η δεύτερη κίνηση ήταν η αγορά από το Πεντάγωνο μεγάλου αριθμού των συγκεκριμένων αεροπλάνων, καθώς στοχεύει να μην αυξηθεί η τιμή του F-35 μετά την ακύρωση της τουρκικής παραγγελίας και την ίδια στιγμή να καλυφθεί ο χρόνος της όποιας καθυστέρησης σημειωθεί.
Ο αμερικανικός προγραμματισμός ακυρώνει τον ισχυρισμό του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος δήλωσε πρόσφατα ότι χωρίς την Τουρκία θα καταρρεύσει όλο το πρόγραμμα κατασκευής των αμερικανικών μαχητικών. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Και δεν το λέμε εμείς, αλλά αυτοί που ξέρουν: Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί προϊστάμενοι του Πενταγώνου.
Από το 2003 όταν αρνήθηκε τη διέλευση των αμερικανικών στρατευμάτων από το έδαφος της για να εισβάλουν στο Ιράκ, ο δεύτερος ρόλος σχεδόν εξέλειπε, διότι ο Ερντογάν έθεσε και όρους για την αεροπορική βάση του Ινσιρλίκ, επειδή ήθελε να παίξει τον ρόλο του σωτήρα των Αράβων.
Από τη στιγμή που προχώρησε το 2017 σε στρατηγική συνεργασία με τη Ρωσία, δεν είναι πλέον ανάχωμα αλλά παίζει τον ακριβώς αντίθετο ρόλο. Εξυπηρετεί τη Μόσχα, η οποία σημειωτέο είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της Αμερικής, αν και τη θέση έπρεπε να πάρει από καιρό η Κίνα, η οποία είναι πιο ισχυρή και πιο επικίνδυνη.
Τα τελευταία δύο χρόνια, οι ΗΠΑ διά του πρώην υφυπουργού Γουές Μίτσελ, σχεδίασαν το νέο στρατηγικό άξονα με βάση το Ισραήλ και με συμμετοχή της Ελλάδας, της Κύπρου, της Αιγύπτου και άλλων προθύμων. Και τον σχεδίασε με τρόπο ώστε να είναι απαραίτητος ακόμα και αν οι Τούρκοι αντιληφθούν το λάθος τους και επιστρέψουν στη Δύση.
Όπως καταλαβαίνει ο καθένας η Αμερική φροντίζει να έχει πάντα επιλογές, επειδή μία υπερδύναμη που σέβεται τον εαυτό της, δεν μπορεί να αφήνει τίποτα στη τύχη.
Οι Αμερικανοί μας λένε σε όλους τους τόνους ότι αν «τα βρουν» στο τέλος με τους Τούρκους, τίποτα δεν θα αλλάξει στις σχέσεις τους με την Ελλάδα και την Κύπρο, και ο νέος άξονας που ξεκινά από το Ισραήλ δεν θα διαλυθεί. Αντίθετα θα αναπτυχθεί.
Όλοι είμαστε δύσπιστοι επειδή είδαμε το έργο αρκετές φορές από το 1974 μέχρι σήμερα. Όμως, τα τελευταία δύο χρόνια ότι υποσχέθηκαν το υλοποίησαν και τα καλύτερα έρχονται όπως υποστήριξε ένας Αμερικανός διπλωμάτης, με τον οποίο είχα τη σχετική κουβέντα.
Να τους πιστέψουμε; Λένε πως το επόμενο διάστημα θα δούμε να εξελίσσεται ακόμα περισσότερο η σχέση με την Ελλάδα και την Κύπρο. Υποστηρίζουν επίσης ότι εννοούν κάθε λέξη της ανακοίνωσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις προκλήσεις της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ. Ήδη έκαναν την παρέμβαση τους στο πιο υψηλό επίπεδο.
Όπως λέω πάντα, η Αμερική πρέπει να αδράξει την ευκαιρία και να επιτελέσει το καθήκον της για την Κύπρο. Άλλωστε, η ευθύνη για την τραγωδία του 1974 δεν μπορεί διαφορετικά να ξεπλυθεί.
Καταλήγοντας να υπενθυμίσουμε ότι δεν σταμάτησε η αμερικανική προσπάθεια για να διασωθεί η σχέση με την Τουρκία. Οι Αμερικανοί επιθυμούν διακαώς την τουρκική επιστροφή στις «ρίζες» της. Η εξομάλυνση των σχέσεων δεν εξαρτάται από την Αμερική. Είναι αποκλειστική ευθύνη του Ταγίπ Ερντογάν. Φωνάζει, καταγγέλλει μέσω πύρινων λόγων τις ΗΠΑ και «κτυπιέται» πως δεν θα προδώσει τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Όμως, αυτή που θα καθοδηγήσει την τελική του απόφαση είναι η οικονομία. Και με τα σημερινά δεδομένα η άτακτη υποχώρηση είναι η πιο πιθανή εξέλιξη…
Αλλά Ερντογάν είναι αυτός. Ζει και αναπνέει για να παίζει τον αυτοκαταστροφικό του ρόλο. Όπως γνωρίζει ο καθένας, στη ρωσική ρουλέτα δεν θα είναι μονίμως ο νικητής, διότι σε κάθε παίκτη ανήκει και η σφαίρα που φέρνει το τέλος…
Οι δεύτερες σκέψεις του Ερντογάν για τους S-400: Και ένα υστερόγραφο για τον Βαρθολομαίο…