Ο προεκλογικός λόγος είναι μία πρόκληση τόσο για αυτούς που τον εκφέρουν, όσο και για εκείνους που τον ακούν.
Οι μεν πρώτοι αποσκοπούν ξεκάθαρα στην προσέλκυση ψηφοφόρων μέσα από την ανάδειξη των προτερημάτων του προγράμματος που πρεσβεύουν και στην κατάδειξη των μειονεκτημάτων της πολιτικής των αντιπάλων τους. Οι δε προσπαθούν μέσα από τα όσα μεγαλόπνοα ακούν να αποκωδικοποιήσουν την ουσία του εκάστοτε πολιτικού προγράμματος, προκειμένου να λάβουν τις αποφάσεις τους.
Είναι δε αναμενόμενο ότι συμπεριλαμβάνει στομφώδεις, εντυπωσιακές εκφράσεις, οι οποίες θα κρατήσουν το… αυτί του ακροατή «τεντωμένο».
Το πρόβλημα ξεκινά όταν οι προεκλογικές ομιλίες διολισθαίνουν προς την αμετροέπεια. Και αυτό είναι ένα φαινόμενο εξαιρετικά συχνό αυτές τις ημέρες.
Όταν το πράγμα… «ξεφεύγει» σε υπερβολές και κομπασμούς, ο ακροατής οφείλει να είναι έτοιμος να αξιολογήσει και αυτήν την παράμετρο, προτού αποφασίσει -κατά προτίμηση όχι άκριτα- να «καταπιεί» ό,τι του σερβίρει ακόμα και το πιο αξιόλογο πολιτικό πρόσωπο.
Για παράδειγμα η κυρία Γεννηματά, ηγέτιδα του Κινήματος Αλλαγής, δηλαδή του διάδοχου σχήματος του ΠΑΣΟΚ σε πρόσφατη συνέντευξή της (το περασμένο Σάββατο) στην κρατική τηλεόραση…
Ομιλεί για την μεγάλη προοδευτική παράταξη που θα οδηγήσει τον τόπο στην ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο, που θα μεριμνήσει για τον μέσο πολίτη και θα γιατρέψει τις πληγές που δημιούργησαν οι… «κακές» προηγούμενες κυβερνήσεις στην χώρα. Και εδώ μπαίνει ο ρόλος του ακροατή. Πόσο δύσκολο μπορεί να είναι άραγε να θυμηθεί κάποιες από αυτές, διερωτόμαστε.
Δυστυχώς, στους προεκλογικούς λόγους υπάρχει και αυτή η παγίδα. Αυτή στην οποία πέφτει ο ομιλών όταν επιχειρεί να βελτιώσει ενδεχομένως μία εικόνα από το παρελθόν που βλάπτει το προφίλ του. Εν προκειμένω, την εικόνα της παράταξης που έσπρωξε μία χώρα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στα μνημόνια και την εξαθλίωση.
Διότι από όσο ψηλότερα πέφτει κάποιος τόσο πιο σοβαρά τα τραύματα και τόσο πιο δύσκολη η επούλωσή τους. Όσο για την κυρία Γεννηματά φαίνεται να της έχει ανατεθεί ο ρόλος της… νοσηλεύτριας.
Εκτιμούμε ότι το θεραπευτικό σχήμα που χρησιμοποιεί δεν μοιάζει να είναι το πλέον αποτελεσματικό. Ενώ από την μία κάνει λόγο για όλα αυτά τα ελπιδοφόρα περί κοινωνικού κράτους, προοδευτισμού, σωτηρίας της χώρας από τους ανίκανους, μηδενική ανοχή σε λαϊκισμούς, ρατσισμούς και τόσα ακόμα, η αυτοκριτική για την παράταξη που παρέλαβε εκλείπει σκανδαλωδώς.
Η Ελλάδα όμως δεν φημίζεται για τις νέες προτάσεις της και κυρίως για αυτές που έχουν λόγο και κύρος…
Η αυτοπεποίθηση με την οποία επιχειρεί να πλασάρει τόσο τον εαυτό της και το κόμμα της, η επικεφαλής του ΚΙΝΑΛ -όσο αξιοθαύμαστη και αν είναι, δεδομένης της ιστορίας του- κάθε άλλο παρά δείχνει επίγνωση, πόσο μάλλον αίσθημα ευθύνης για το «ένοχο» παρελθόν του.
Ένα παρελθόν το οποίο ενώ από την μία προσπαθεί να αποτινάξει, την ίδια στιγμή χρησιμοποιεί κομμάτια του και συγκεκριμένα, το ισχυρότερο κομμάτι: τον αείμνηστο Ανδρέα Παπανδρέου (σ.σ. στο τελευταίο συνέδριο της παράταξης), για να καρπωθεί τα οφέλη της δημοφιλίας του.
Αν μη τι άλλο, η λατρεία για το αξίωμα, η αποποίηση ευθυνών και η πολιτική ως παράδοση που περνά από πατέρα σε γιο, είναι από τα κύρια χαρακτηριστικά του πολιτικού μας συστήματος, όπως έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Και αυτό, η απόκρυψη δηλαδή της ιστορικής μνήμης, στον βαθμό που μπορεί να επιτευχθεί, αποτελεί κατ’ εξοχήν παγίδα του προεκλογικού λόγου…
Τα θαλασσοδάνεια, τα δανεικά και αγύριστα και η εμπιστοσύνη στο κράτος: Μία.. πασχαλινή ιστορία