Αν κάποιος ξένος καλλιτέχνης βρισκόταν την προηγούμενη εβδομάδα στον Λευκό Οίκο και του ζητούσες να ζωγραφίσει το πρόσωπο της υπαρκτής Ρωμιοσύνης, μάλλον κάπως σαν τον Γιώργο Πατούλη θα την είχε φανταστεί.
Και έτσι για άλλη μια χρονιά γιορτάσαμε την εθνική μας επέτειο στον Λευκό Οίκο. Οι κοσμικοί τουρίστες εξ’ Αθηνών ποδοπατήθηκαν για μια σέλφι με τον Αμερικανό Πλανητάρχη. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έκανε το δικό του σόου. Μια μικρή αλλά θλιβερή μερίδα Ελληνοαμερικανών έστησε προεκλογική συγκέντρωση με συνθήματα και κόκκινα καπέλα. Μόνο το «BUILD THE WALL» δεν ακούσαμε και πάλι καλά να λένε.
Οι ηγέτες στην Ομογένεια μας αναπαύονται στις δάφνες τους και μάλλον ετοιμάζονται ήδη για το επόμενο κοσμικό γκαλά που θα πάνε. Και όσο εγώ κοιτώ το περσινό μου κείμενο και προβληματίζομαι για το τι καινούργιο να προσθέσω, η ζωή φαίνεται πως για άλλη μια φορά τραβάει την ανηφόρα. Δεν άλλαξε τίποτα… Και δεν πρόκειται να αλλάξει.
Ακούγονται και λέγονται πολλά. Ήρθαν και με βρήκαν ομογενείς και μου είπαν φρικτά πράγματα. Σ’ αυτή την ιστοσελίδα, που μας φιλοξενεί και δεν μας λογοκρίνει, δεν μιλούν και δεν γράφουν αν δεν έχουν στοιχεία. Οπότε αναγκαστικά περιμένω τα όποια στοιχεία και αποδείξεις και θα επανέλθω.
Όμως ελπίζω το πάθημα να έγινε μάθημα. Και του χρόνου να μην δούμε τους Πατούληδες στο Λευκό Οίκο αλλά την αφρόκρεμα της Ομογένειας και της Ελλάδας…
Αλλά, όπως δυστυχώς λέει και ο ποιητής, «όπου και αν ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει». Ακόμα και μέσα στον Λευκό Οίκο. Γιατί πίσω από τα χαμόγελα στις όμορφες φωτογραφίες που κατέκλυζαν τους διάφορους λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εκτυλισσόταν χωρίς αιδώ ένα κακόγουστο πανηγύρι.
Από την μια η παλιά Ελλάδα της προκοπής, σοβαρή και μετρημένη, είναι αυτή που δημιούργησε ένα θεσμό που μας βάζει κάθε χρόνο μέσα στον Λευκό Οίκο. Και από την άλλη η σύγχρονη και κοσμική Ελλάδα του εκσυγχρονισμού που ποδοπατήθηκε για να ικανοποιήσει την κενή της ματαιοδοξία βγάζοντας μια σέλφι.
Αυτή είναι η άγνωστη ιστορία της ετήσιας δεξίωσης στον Λευκό Οίκο για την Ημέρα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας. Το πως μια κοινότητα κατάφερε να ξοδέψει το κεφάλαιο ενός πολιτικού επιτεύγματος στο βωμό της φτηνής επικοινωνίας.
Την συγκεκριμένη δεξίωση μόνο ως δεδομένη δεν πρέπει να την θεωρούμε. Πέντε φορές όλες και όλες τον χρόνο ανοίγει το «East Wing» τις πόρτες του για να φιλοξενήσει μια τέτοιου μεγέθους εκδήλωση και η μία είναι για εμάς. Μάλιστα αν αναλογιστούμε ότι οι άλλες τέσσερις δεξιώσεις γίνονται για τις κοινότητες των Αφροαμερικανών, των Λατίνων, των Ιρανών, αλλά και των Ιρλανδών, μπορούμε να αντιληφθούμε το μέγεθος της τιμής που μας γίνεται.
Ο χρόνος, όμως, τίποτα δεν αφήνει όρθιο. Κάποιες φορές η εξέλιξη που φέρνει το πέρασμα του είναι προς το καλύτερο. Και άλλες πάλι προς το χειρότερο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, αυτό που ξεκίνησε ως μια μικρή εκδήλωση που έδινε την ευκαιρία στον Αρχιεπίσκοπο και ορισμένα βασικά στελέχη του ελληνοαμερικανικού λόμπι να έχουν μια δίωρη εφ’ όλης της ύλης συνάντηση με τον Αμερικανό πρόεδρο εξελίχθηκε σε ένα πεντάλεπτο τυπικό διάλογο που γίνεται στο πόδι και πλαισιώνεται από ένα ευρύτερο λαϊκό πανηγύρι.
Γίνεται, όμως, πανηγύρι χωρίς τους απαραίτητους οργανοπαίχτες; Γιατί πέρα από τα όντως βασικά στελέχη της ελληνοαμερικανικής κοινότητας, υπήρχαν πάρα πολλοί καλεσμένοι για τους οποίος εύλογα αναρωτιόσουν τι άραγε βιολί να βαρούν εκεί μέσα; Καμία δυστυχώς αξιοκρατία ή αν έστω θέλετε στρατηγική επιλογή των καλεσμένων από πλευράς των οργανωτών.
Αυτοί, ευτυχώς για εκείνους και δυστυχώς για εμάς, έχουν χαράξει την δική τους αυτόνομη πορεία. Δεν θα σηκώσουν το τηλέφωνο ούτε φυσικά θα καθίσουν να πιέσουν και να παρακαλούν για να εξασφαλίσουν το μαγικό χαρτάκι της πρόσκλησης γιατί πολύ απλά δεν μας έχουν ανάγκη. Αντιθέτως, είμαστε εμείς, η κοινότητα και η πατρίδα, που τους χρειαζόμαστε και θα έπρεπε να επιδιώξουμε την δική τους παρουσία. Γιατί αν άραγε αύριο η Ελλάδα χρειαστεί κάτι στις ΗΠΑ, ποιον θα σηκώσουμε το τηλέφωνο για να καλέσουμε; Πάντως αν κρίνουμε από ορισμένες επιλογές των προσκλήσεων, μάλλον τους διάφορους κοσμικούς γιατρούς, δημάρχους, δικηγόρους και τραγουδιστές που τους έχουμε άλλωστε και βολικά δίπλα μας στην Αθήνα.
Και δυστυχώς η παρουσία αυτών των κοσμικών τουριστών εξ Αθηνών που είχε ξεκινήσει δειλά πριν από μερικά χρόνια, τείνει πλέον να εξελιχθεί σε βασικό κανόνα της εκδήλωσης. Έντονο παρασκήνιο, κλίκες, και καλοθελητές μεσάζοντες που πουλούν στην Αθήνα τις καλές τους υπηρεσίες και εξασφαλίζουν μέσω αδιαφανών διαδικασιών τα πολυπόθητα εισιτήρια. Όμορφα, λοιπόν, και κυρίως οικεία εξελίχθηκε η δεξίωση την προηγούμενη Πέμπτη στο Λευκό Οίκο που έμοιαζε με ένα αυθεντικό μωσαϊκό της δικής μας νεοελληνικής πραγματικότητας.
Αλλά γιατί φίλε μου προβληματίζεσαι; Την Ρωμιοσύνη μην την κλαις. Μάταια θα την ψάξεις στα φώτα και τις σέλφι του Λευκού Οίκου. Με τέτοιες ανησυχίες που σε έκαναν να φτάσεις ως εδώ, θαρρώ πως ήδη γνωρίζεις τη Ρωμιοσύνη που την βρίσκεις.
Η Κύπρος και και το ΄21: Το νησί, όπως και όλη η Ελλάδα, πλήρωσε ακριβά την τουρκοκρατία