Ο χρόνος της Τουρκίας εξαντλείται, αν θέλει να αποφύγει μια αναμέτρηση με τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με τα σχέδιά της να αγοράσει προηγμένα ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα και να περιφρονήσει την αντιπροσφορά της εταίρου της στο ΝΑΤΟ, ενώ αυξάνονται οι πιθανότητες επιβολής αμερικανικών κυρώσεων σε βάρος της Άγκυρας.
Η τελευταία διπλωματική κρίση ανάμεσα στις δύο χώρες συνέβαλε στο χαμηλό ρεκόρ που κατέγραψε τον περασμένο Αύγουστο η ισοτιμία της τουρκικής λίρας. Οι διενέξεις για τη στρατηγική στη Συρία, τις κυρώσεις στο Ιράν και τη φυλάκιση αμερικανικού προξενικού προσωπικού δεν έχουν επιλυθεί και το ζήτημα της πυραυλικής άμυνας απειλεί να διευρύνει και πάλι το ρήγμα.
Αυτή την εβδομάδα, παρά το γεγονός ότι η τουρκική κεντρική τράπεζα διατηρεί τα επιτόκια πολύ πάνω από τον πληθωρισμό, το νόμισμα της Τουρκίας σημείωσε πτώση 1,5% — σε μεγάλο βαθμό λόγω των νέων ανησυχιών για της σχέσεις με την Ουάσινγκτον, λένε χρηματιστές.
Η κυβέρνηση του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν έχασε την «ελαστική προθεσμία» που είχε τεθεί από την Ουάσινγκτον για να αποφασίσει αν θα αγοράσει ένα σύστημα πυραυλικής ασπίδας Patriot της Raytheon Co. που κοστίζει 3,5 δισεκ. δολάρια.
Χωρίς να απορρίψει δημόσια την αμερικανική πρόταση, ο Ερντογάν έχει δηλώσει επανειλημμένα πως δεν θα αποσυρθεί από το συμβόλαιο για τους ρωσικούς S-400, που πρόκειται να εγκατασταθούν τον Οκτώβριο. Η Ουάσινγκτον λέει πως η Άγκυρα δεν μπορεί να έχει και τα δύο.
Αν προχωρήσει στη συμφωνία με τη Ρωσία, η Τουρκία κινδυνεύει επίσης να χάσει την παράδοση των «αόρατων» μαχητικών αεριωθουμένων F-35 της Lockheed Martin και μπορεί να αντιμετωπίσει κυρώσεις βάσει ενός αμερικανικού νόμου που είναι γνωστός ως Νόμος Περί Αντιμετώπισης Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω Κυρώσεων (CAATSA).
Όμως ο Ερντογάν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να ακυρωθεί η συμφωνία με τη Ρωσία, η οποία κατασκευάζει έναν πυρηνικό σταθμό παραγωγής ενέργειας στην Τουρκία και έναν αγωγό εξαγωγής αερίου μέσω της Τουρκίας προς την Ευρώπη.
«Έχει τελειώσει. Δεν μπορούμε να κάνουμε πίσω», απάντησε ο Ερντογάν αυτή την εβδομάδα όταν ερωτήθηκε σχετικά με το συμβόλαιο για τους S-400. «Θα ήταν ανήθικο. Κανένας δεν πρέπει να μας ζητάει να γλείψουμε εκεί που φτύσαμε».
Η Άγκυρα μπορεί ακόμη και να ζητήσει να προμηθευθεί την επόμενη γενιά του ρωσικού συστήματος, το S-500, δήλωσε.
Δεν κάνουμε πίσω
Ο τούρκος υπουργός Άμυνας Χουλουσί Ακάρ δήλωσε σήμερα πως αμερικανοί αξιωματούχοι είπαν στην Τουρκία πως θα είναι αδύνατο να εγκρίνει το Κογκρέσο την πώληση των F-35, αν η Άγκυρα αγοράσει τους S-400, πρόσθεσε όμως ότι η Τουρκία εργάζεται για να ξεπεράσει αυτά τα προβλήματα.
Η Τουρκία δήλωσε πως έχει ήδη πληρώσει στη Μόσχα μέρος του λογαριασμού και αναλυτές λένε πως ο Ερντογάν, ο οποίος διεξάγει εκστρατεία για τις τοπικές εκλογές της 31ης Μαρτίου, θα δυσκολευθεί να κάνει τώρα πίσω από τη συμφωνία με τη Ρωσία.
«Δεν έχουν πει ούτε μια φορά πως θα μπορούσαν να αλλάξουν γνώμη», λέει ο Οζγκούρ Ουνλουχισαρτσικλί του German Marshal Fund στην Άγκυρα.
Η Τουρκία δεν θέλει να θέσει σε κίνδυνο τις προσπάθειες να συνεννοηθεί με τη Ρωσία σε ό,τι αφορά τη Συρία και δεν της μένει πολύς χρόνος για δεύτερες σκέψεις, καθώς η ημερομηνία παράδοσης των S-400 πλησιάζει, προσθέτει.
Αυτό σημαίνει πως η πιθανότητα να επιβληθούν αμερικανικές κυρώσεις αυξάνεται, λέει ο αναλυτής αμυντικών θεμάτων Τζαν Κασάπογλου προσθέτοντας πως «ο χώρος για διπλωματικούς ελιγμούς είναι στενός».
Το Γραφείο του Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα πως προτίθεται να τερματίσει το προτιμησιακό εμπορικό σύστημα που ίσχυε για την Τουρκία. Επικαλέσθηκε την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, υποστηρίζοντας πως η απόφαση δεν είναι πολιτική, όμως η πρώτη φορά που ανακοίνωσε πως θα επανεξετάσει αυτό το καθεστώς της Τουρκίας ήταν αφού η Άγκυρα επέβαλε ανταποδοτικούς δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα, όταν η διένεξη είχε ενταθεί πέρυσι.
Αν η Ουάσινγκτον επιβάλει κυρώσεις βάσει του CAATSA, μπορεί να επηρεάσουν την πολεμική ετοιμότητα του στόλου των F-16 που διαθέτει η Τουρκία, έγραψε σε έκθεσή του τον Ιανουάριο ο Κασπάρογλου. Τα μαχητικά αυτά έχουν χρησιμοποιηθεί ευρύτατα σε τουρκικές αεροπορικές επιχειρήσεις εναντίον κούρδων μαχητών στο Ιράκ και τη Συρία.
Ενώ οι διμερείς εντάσεις επικεντρώνονται προς το παρόν στην πυραυλική άμυνα, άλλες ανεπίλυτες διενέξεις συνεχίζουν να διαβρώνουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των ΗΠΑ και της Τουρκίας. Εκτός από τις διαφωνίες τους που επικεντρώνονται στη Μέση Ανατολή, οι δύο χώρες διαφωνούν και στο θέμα της Βενεζουέλας. Η Ουάσινγκτον υποστηρίζει τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Χουάν Γκουαϊδό ενώ η Άγκυρα υποστηρίζει τον πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο.
Στο κλίμα αυτό, ακόμη και φαινομενικά αθώες πρωτοβουλίες μπορούν να προκαλέσουν ένταση.
Μια επίσκεψη αυτή την εβδομάδα της Πρώτης Κυρίας των ΗΠΑ Μελάνια Τραμπ σε παιδικό σταθμό στην Οκλαχόμα προκάλεσε αντιδράσεις στην Τουρκία. Οι Τούρκοι πιστεύουν πως το σχολείο που επισκέφθηκε η Μελάνια Τραμπ συνδέεται με υποστηρικτές του Φετουλάχ Γκιουλέν, του μουσουλμάνου ιερωμένου που έχει την έδρα του στις ΗΠΑ και τον οποίο η Άγκυρα κατηγορεί για την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του 2016. Ο Γκιουλέν αρνείται οποιαδήποτε ανάμιξη.
Ο συνταξιούχος τούρκος διπλωμάτης Ουλούτς Οζουλκέρ υπογραμμίζει πως η Τουρκία είναι τώρα στριμωγμένη στη γωνία.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες από τη μια πλευρά, η Ρωσία από την άλλη … Βρισκόμαστε χωμένοι ανάμεσα στους δύο», δήλωσε. «Η Τουρκία δεν μπορεί να βγει απ’ αυτή την κρίση».
ΑΠΕ-ΜΠΕ-Reuters
Άγκυρα, Turkey
Καλά κάνει ο κ. Ερντογάν και φοβάται το “βαθύ κράτος” της Ουάσιγκτον διότι δεν χωρατεύει!