Η αντίδραση ορισμένων ευαισθητοποιημένων γυναικών για τη χυδαιότητα του πρωτοσέλιδου του «Μακελειού» συνεισέφερε σημαντικά στον διαρκή αγώνα να μπει φραγμός στην ασυδοσία ορισμένων εντύπων, τα οποία κακοποιούν καθημερινά την ενημέρωση.
Μπορεί αυτή τη φορά να ήταν ορισμένες ευαισθητοποιημένες γυναίκες που έθεσαν το θέμα της αντίδρασης απέναντι στα νεοχουντικά «σταγονίδια», ωστόσο φυλλάδες σαν το «Μακελειό» δεν αποτελούν ένα «στιγμιαίο», αλλά ένα διαρκές έγκλημα. Σήμερα οι «παστρικές» γυναίκες του δημόσιου βίου, χθες ο «τύραννος» Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αντιπροχθές ο «προδότης» ή ο «μαφιόζος» πρωθυπουργός, συχνά ο ιστορικός ιδρυτής της κεντροδεξιάς παράταξης (σ.σ.: διαρκές απωθημένο των χουνταίων), ο αρχιεπίσκοπος, ένας υποψήφιος δήμαρχος της Αθήνας κ.ά.
Η κλίμακα των επιθέσεων και της πολεμικής είναι μεγάλη και δεν έχει σχέση με τη δημοσιογραφική δεοντολογία.
Το χρέος της επαγρύπνησης και της αποδοκιμασίας σε ό,τι ευτελίζει τις θεμελιώδεις δημοκρατικές και ανθρώπινες αξίες πρέπει να είναι διαρκές, γενικευμένο για όσους και όσες υφίστανται την πολεμική και σε κάθε περίπτωση όχι επιλεκτικό. Δεν αντιδρούμε όταν πλήττονται οι «δικοί μας» και σιωπούμε όταν λοιδορούνται οι «άλλοι».
Στόχος των νοσταλγών της χούντας είναι διπλός.
Η αρμοδιότητα αντιμετώπισης των ρυπαρών δημοσιευμάτων ακραίου κιτρινισμού τύπου «Μακελειό» ανήκει κατά κύριο λόγο στις δικαστικές και τις αστυνομικές αρχές, που οφείλουν να δράσουν. Η δυναμική της επιρροής των νοσταλγών της χούντας παραμένει περιθωριοποιημένη, ωστόσο υπερβαίνει πλέον τη γραφικότητα, ιδιαίτερα στον βαθμό που «αναβαθμίζεται» και αποκτά σύγχρονες παραλλαγές.
(*) Ο Σταύρος Καπάκος είναι γενικός γραμματέας του Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ
Ο Έλληνας που ξεγέλασε το θάνατο: Μήπως έφτασε η ώρα να δούμε την ζωή με άλλο μάτι;