Η συζήτηση για το πώς έγινε η διαπραγμάτευση της Συμφωνίας των Πρεσπών δίνει την εντύπωση πλέον ότι προκειμένου να εξυπηρετηθεί ο δογματικός στόχος και η προειλημμένη απόφαση για επίτευξη λύσης, η Ελλάδα εκτός των άλλων αποδέχθηκε ως τετελεσμένα που προσφέρθηκαν στην άλλη πλευρά, μια σειρά ζητήματα τα οποία είχαν τεθεί στο παρελθόν από τις προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις και είχαν απορριφθεί από την σκοπιανή πλευρά.
Έτσι με αφοπλιστική ειλικρίνεια ακούγεται διαρκώς το τελευταίο διάστημα από όσους διαπραγματεύτηκαν την Συμφωνία των Πρεσπών το επιχείρημα ότι στο τάδε η στο δείνα ζήτημα δεν μπορούσε να αλλάξει αυτό που ίσχυε εδώ και χρόνια.
Το ότι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν είχαν εκτιμήσει την διάσταση της αναφοράς «μακεδονικής γλώσσας» σε μια Διάσκεψη του ΟΗΕ δεν σημαίνει ότι είχε κλείσει το ζήτημα. Με την ίδια λογική επειδή δεν είχε αποτραπεί το 1944 η δημιουργία «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» εντός της Γιουγκοσλαβίας και επειδή το 1991 πρόλαβε να κηρύξει την ανεξαρτησία της η «Δημοκρατία της Μακεδονίας», θα έπρεπε να είχε αναγνωρισθεί η χώρα ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και δεν θα υπήρχε λόγος διαπραγμάτευσης.
Αυτή η λογική αφορά μια σειρά κρίσιμα ζητήματα, που επιχειρήθηκε να εμφανισθούν ως θέσφατα και δεδομένα που δεν μπορεί να αλλάξουν, ώστε η αποτίμηση της Συμφωνίας να γίνει για όλα τα άλλα, πέραν αυτών.
Και αυτό αφορά την γλώσσα, τις συντμήσεις, την εθνικότητα, τα ιστορικά σύμβολα, τα τοπωνύμια και την αποδοχή φυσικά του σλαβικού πυρήνα του Μακεδονισμού.
Το γεγονός ότι δεν είχε αναγνωρισθεί η «μακεδονική» γλώσσα επιβεβαιώνεται από το ότι σε όλη την διάρκεια των διαπραγματεύσεων, η γλώσσα αποτελούσε ένα από τα βασικά ζητήματα της διαπραγμάτευσης. Προκειμένου να δοθεί ένα σοβαρό «δώρο» στην σκοπιανή πλευρά, υπήρξε το εφεύρημα της αναφοράς ότι ανήκει στην οικογένεια των νότιων σλάβικων γλωσσών. (λες και υπήρχε αμφιβολία ότι επρόκειτο περί σλαβικής γλώσσας).
Οι συντμήσεις ΜΚ, MKD που διατηρήθηκαν και παραπέμπουν σε «Μακεδονία» ακούσθηκε το επιχείρημα ότι δεν μπορούσαν να αλλάξουν καθώς πριν μερικά χρόνια δεν εμφανίσθηκε Έλληνας αντιπρόσωπος στην αρμόδια επιτροπή του ΟΗΕ.
Όμως σε αυτή την διαδικασία και πάλι δεν υπάρχει δικαίωμα βέτο και απλώς θα καταγράφονταν η ένσταση.
Η αλλαγή τους μπορεί να γίνει ,μόνο με την σύμφωνη γνώμη της ενδιαφερόμενης χώρας και φυσικά είναι θέμα που συνδέεται ευθέως με το όνομα της χώρας και επομένως και το ζήτημα αυτό αποτελούσε μέρος των συνομιλιών πριν εγκαταλειφθεί στην διαπραγμάτευση της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ακόμη και για τα αγάλματα που τοποθετήθηκαν στο πλαίσιο του εξαρχαϊσμού από τον κ. Γκρούεφσκι και προσβάλλουν εκτός της αισθητικής , και τις ευαισθησίες των Ελλήνων , η Συμφωνία των Πρεσπών, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν δεκάδες δηλώσεις του ίδιου του κ. Ζαεφ για την πρόθεση του να απομακρύνει τα αγάλματα, ήρθε να διασφαλίσει την ..παραμονή τους στην πλατεία και στο κέντρο των Σκοπίων ώστε να συνεχίσει να διατηρείται η σύγχυση σχετικά με το για ποια «Μακεδονία» μιλάμε…
Το ότι πιθανόν θα μπουν μικρές επιγραφές που θα δηλώνουν ότι τα συγκεκριμένα αγάλματα συνδέονται με τον Ελληνικό Πολιτισμό, είναι προφανές ότι πρόκειται περί κοροϊδίας και ευτελισμού ενός σημαντικού θέματος.
Σε ό,τι αφορά στο «επίτευγμα» της Συνταγματικής Αναθεώρησης, που σύμφωνα με τον κ. Κοτζιά όταν το έθεσε στον κ. Ντιμιτρόφ εκείνος του απάντησε ότι δεν μπορεί να ανοίξουν θέματα που τα είχαν ξεχάσει οι προηγούμενοι για 21 χρόνια, πράγματι ο κ. Κοτζιάς περιέγραψε ένα δύσκολο σκέλος της διαπραγμάτευσης στο οποίο δεν είχαν επιμείνει ρητά οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Είναι εντυπωσιακό πάντως το πώς η δύσκολη διαφορά με την πΓΔΜ με ευκολία αποδίδεται… σε αδράνειες, αμέλειες ή λάθη στην διαπραγμάτευση των προηγουμένων κυβερνήσεων, ή παραλείψεις από το 1944 και μετά, που υιοθετήθηκαν όμως από την Αθήνα ως… κεκτημένα της άλλης πλευράς, περιορίζοντας έτσι εις βάρος της Ελλάδας το πεδίο της διαπραγμάτευσης, στερώντας την δυνατότητα διεύρυνσης των ελληνικών διεκδικήσεων στο διπλωματικό τραπέζι και δικαιολογώντας τελικά ένα προβληματικό αποτέλεσμα.
Οι τρεις λέξεις που ξύπνησαν συνειδήσεις για το Σκοπιανό και το Κυπριακό: ΩΧ! ΤΗ ΒΑΨΑΜΕ…