Το βιβλίο του Καθηγητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Σπύρου Σακελλαρόπουλου με τίτλο «Ο Κυπριακός Κοινωνικός Σχηματισμός 1191-2004: Από τη συγκρότηση στη διχοτόμηση (Εκδόσεις Τόπος, Μοτίβο εκδοτική, Αθήνα, 2017, σελίδες 832) εμπεριέχει πολύ χρήσιμο υλικό καθώς και μια εξαιρετική αξιολόγηση δεδομένων.
Είναι υποχρέωσή μας να μαθαίνουμε την ιστορία μας καθώς χρησιμεύει, μεταξύ άλλων, ως βασικός πυλώνας αυτογνωσίας και ως καθοριστικός παράγοντας που πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν για τη διαμόρφωση πολιτικής.
Η Κυπριακή Δημοκρατία και ο Κυπριακός Ελληνισμός αντιμετωπίζουν σήμερα σοβαρούς υπαρξιακούς κινδύνους.
Και θα πρέπει να είμαστε σε θέση να αξιολογούμε σωστά τους στόχους της Τουρκίας καθώς και τις τοποθετήσεις, τις επιδιώξεις, τις δυνατότητες αλλά και τα όρια της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Προς αυτή την κατεύθυνση η συμβολή του βιβλίου είναι σημαντική.
Πριν από το 1960 η θέση της τουρκικής πλευράς ήταν ότι στην περίπτωση αλλαγής του αποικιακού καθεστώτος της Μεγαλονήσου, η Κύπρος έπρεπε να επιστραφεί στην Τουρκία.
Για την τουρκική πλευρά η διχοτόμηση ήταν ένας συμβιβασμός.
Μεταξύ άλλων, ο Σακελλαρόπουλος υποστηρίζει ότι η τουρκοκυπριακή μειονότητα δεν αποδεχόταν τα δημοκρατικά δικαιώματα των Ελληνοκυπρίων ως πλειοψηφούσα κοινότητα. Η πολιτική ισότητα ήταν μέρος του Συντάγματος του 1960 αλλά ο τρόπος που ερμηνεύεται σήμερα από την τουρκοκυπριακή πλευρά έχει πάρει μια πιο επιθετική μορφή.
Επιπρόσθετα, σε σχέση με την ταραχώδη περίοδο 1963-64, ο συγγραφέας προβαίνει σε μια εις βάθος ενδοσκόπηση και κριτική αξιολόγηση δεδομένων. Στα πλαίσια αυτά υπάρχει και αναφορά στις διακοινοτικές συνομιλίες που έλαβαν χώρα μετά τη στροφή του Μακάριου στην πολιτική του εφικτού. Η συγκεκριμένη βάση των συνομιλιών δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για μια δίκαιη λύση του Κυπριακού. Ο συγγραφέας καταγράφει επίσης και αξιολογεί τις αντιπαραθέσεις Αθηνών και Λευκωσίας, με κορύφωση το πραξικόπημα που έδωσε στην Τουρκία την ευκαιρία να εισβάλει στην Κύπρο. «Οι Ελλαδίτες ακόμα δεν έχουν πλήρως συνειδητοποιήσει το τι έχει συμβεί στην Κύπρο», υποστηρίζει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας.
Ο συγγραφέας αξιολογεί επίσης τις εξελίξεις μετά το 1974 τόσο σε σχέση με τη λύση του Κυπριακού όσο και για τα κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά δρώμενα. Αναφέρεται στις εσωτερικές πολιτικές διεργασίες, στο κοινωνικοοικονομικό γίγνεσθαι και στην ευρωπαϊκή πορεία της Κύπρου. Αποτιμά επίσης τα αίτια της απόρριψης του Σχεδίου Ανάν (σελ. 762-769) και αναφέρεται σε 18 λόγους, τους οποίους συμμερίζομαι.
Στα συμπεράσματα (σελίδες 777-788) ο Σακελλαρόπουλος εν ολίγοις λέγει πολλά, αξιολογώντας τις διαστάσεις του Κυπριακού. Μεταξύ άλλων, δεν θεωρεί τη διακοινοτική διάσταση του Κυπριακού ως την κυριότερη και παράλληλα διαλύει αρκετούς μύθους σε σχέση με τη στάση των Τουρκοκυπρίων.
Σημειώνει, μεταξύ άλλων, (σελ. 782), «Έτσι, σε αντίθεση με ό,τι πιστεύεται, σχεδόν ταυτόχρονα με τον ελληνικό εθνοτισμό άρχισε να σχηματίζεται και ο τουρκικός εθνοτισμός».
Προηγουμένως ο συγγραφέας σημειώνει (σελ. 137):
«Τον Οκτώβριο του 1907, επίσης, αντιπροσωπεία τ/κ, στην οποία συμμετείχαν και δύο από τους τρεις μουσουλμάνους βουλευτές, οι Shevket Bey και Mehmet Zei, θα επισκεφτεί την Κωνσταντινούπολη και σε σειρά επαφών με Τούρκους επίσημους θα παρουσιάσει τα προβλήματα της κοινότητας, θέτοντας έμμεσα το ζήτημα της επιστροφής της Κύπρου στο Οθωμανικό κράτος».
Η θέση αυτή του συγγραφέα είναι σε κάθετη διαφωνία με τη βασική υπόθεση εργασίας του ελληνοκυπριακού πολιτικού συστήματος το οποίο θεώρησε ότι υπό τις περιστάσεις είναι ο μόνος τρόπος αποκατάστασης της ενότητας της χώρας και ότι τελικά θα επικρατούσαν οι Ελληνοκύπριοι στο οικονομικό πεδίο.
(*) Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
“Mission Impossible”: Η αποστολή του Αλέξη στην Τουρκία είναι καταδικασμένη να αποτύχει…