Και κάπως έτσι, με εκείνα και με τα άλλα, με τον Γιάνη Βαρουφάκη μέχρις ενός σημείου και τον Πάνο Καμμένο μέχρις ενός άλλου, η κυβέρνηση υπό τον Αλέξη Τσίπρα κατάφερε να βγάλει τετραετία.
Ακόμη και αν ημερολογιακά δεν φτάσει ως τον Οκτώβριο, και πάλι επί της ουσίας θα έχει περίπου βγάλει τετραετία, γεγονός από μόνο του αξιομνημόνευτο για τα δεδομένα της μνημονιακής Ελλάδας.
Πολιτικά μιλώντας ωστόσο, όλες εκείνες οι έννοιες, οι «αξίες» και οι διαχωριστικές γραμμές που έχασαν την τελευταία τετραετία το νόημά τους πολύ δύσκολα το ξαναβρίσκουν.
Η κυβέρνηση Τσίπρα συμπορεύτηκε τα περασμένα χρόνια με πολιτικούς εξόχως ετερόκλητους: με Βαρουφάκη, Λαφαζάνη, Κωνσταντοπούλου, αλλά και με Καμμένο και Παπακώστα, μεταξύ άλλων.
Πράγματι, χωρίς τους «Βαρουφάκηδες» ο Τσίπρας ίσως να μην είχε καταφέρει εξαρχής να γίνει κυβέρνηση, και χωρίς τους «Καμμένους» μάλλον δεν θα είχε καταφέρει να βγάλει τετραετία.
Εν τω μεταξύ βέβαια, οι πολιτικές έννοιες έχασαν το νόημά τους. Αποϊδεολογικοποιήθηκαν χωρίς να αποκομματικοποιηθούν. Η «ριζοσπαστική αριστερά» συγκυβέρνησε με την ακραία λαϊκιστική δεξιά του Π. Καμμένου (με το ακραία να πηγαίνει στο λαϊκιστική), απέναντι σε μια αντιπολίτευση (ΝΔ) που αρέσκεται πια στο να κραυγάζει αποκλίνοντας από κάθε έννοια αστικής σοβαρότητας, την ώρα που πρώην πρωθυπουργοί (όχι ένας αλλά πολλοί) σφυρίζουν αδιάφορα.
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, αναρωτιέται πια κανείς τι σημαίνει «προοδευτική συμμαχία», «αριστερά», «δεξιά», «αλλαγή». Μιλάμε για θέσεις και πολιτικές με συνέπεια και ιστορική συνέχεια, έστω εκσυγχρονισμένες, ή μήπως απλά για ομάδες συμφερόντων και λίστες με προϋπηρεσίες;
Ακόμη δεν είναι αργά για τον πολιτικό λόγο να ανακτήσει το νόημά του. Ο χρόνος, ωστόσο, μετράει αντίστροφα.
Πως γίνεται μία χώρα να γεννά τα απόλυτα αστέρια, αλλά και τους διεφθαρμένους πολιτικούς;