Η υπόθεση της αγοράς των ρωσικών S-400 από την Τουρκία, και η όλη και πιο στενή σχέση και εξάρτηση του Ταγίπ Ερντογάν από τη Ρωσία, εκτροχιάζουν ξανά τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, που είχαν κάπως βελτιωθεί μετά την απελευθέρωση του Πάστορα, Άντριου Μπράνσον, καθώς γίνονται γνωστές λεπτομέρειες, που πιστεύεται ότι θα οδηγήσουν τον Τούρκο πρόεδρο σε βεβιασμένες αποφάσεις.
Η ενημέρωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ότι δόθηκε στην Τουρκία ως ύστατη επιλογή το αντιαεροπορικό σύστημα μεγάλου βεληνεκούς «Πάτριοτ», για να ακυρώσει την παραγγελία των S-400, και η ομολογία του προέδρου της Τουρκίας ότι οι Αμερικανοί απαγόρευσαν ρητά κάθε τουρκική παρουσία στην κυπριακή ΑΟΖ, και ειδικά στο οικόπεδο 10, είναι πράξεις και κινήσεις που τον εκνευρίζουν και τον βγάζουν εκτός εαυτού.
Μερικοί εκ των Αμερικανών γραφειοκρατών, πάντως, έχουν αντιληφθεί ότι ο Ερντογάν δεν νοιώθει ότι βρίσκεται ενώπιον κάποιου διλήμματος και φαίνεται να έχουν χωνέψει ότι θα προχωρήσει με την εγκατάσταση των S-400, μία πράξη που θα οδηγήσει στην απόλυτη ρήξη με την Αμερική. Βέβαια, εντοπίζει κανείς και άλλους γραφειοκράτες που ακόμα ζουν στα όνειρά τους, ότι η Τουρκία θα επιστρέψει στην αμερικανική «αγκαλιά» και όλα θα είναι όμορφα και ωραία όπως την παλιά καλή εποχή.
Οι λίγοι -έναντι αμοιβής- υποστηρικτές της Τουρκίας, που απέμειναν στην Ουάσιγκτον, κατηγορούν τον πρωθυπουργό του Ισραήλ ότι σχεδίασε τη ρήξη στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Αυτό δεν είναι αλήθεια, διότι ήταν επιλογή του κ. Ερντογάν να αλλάξει πορεία η Τουρκία. Καταγράφηκε μία κουβέντα που φέρεται να είπε στον πρώην αντιπρόεδρο Τζόζεφ Μπάιντεν, το 2016, ότι οι ηγέτες της Ρωσίας και του Ιράν τον αντιμετωπίζουν ως ίσο προς ίσους, και ότι αντίθετα, η Αμερική θεωρεί δεδομένη την Τουρκία και τον ίδιο μονίμως υποχρεωμένο στην Ουάσιγκτον. Και στο σημείο αυτό η αλήθεια είναι διαφορετική. Διότι η πατρίδα του κ. Ερντογάν αντιμετώπιζε τις ΗΠΑ ως «αγελάδα που την άρμεγε».
Στα γραφεία που ασχολούνται με την Ελλάδα και την Κύπρο επικρατεί «πυρετός», καθώς οι γραφειοκράτες ασχολούνται με την προετοιμασία του στρατηγικού διαλόγου με την Αθήνα και την παρακολούθηση της γεώτρησης στην κυπριακή ΑΟΖ. Άκουσα μία κουβέντα από συνομιλητή των αξιωματούχων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που είναι εντυπωσιακή. Είπε ότι εάν βρεθεί αρκετό και ποιοτικό φυσικό αέριο στο οικόπεδο 10, η Αμερική θα επιτύχει μία δεύτερη ήττα επί της Ρωσίας, μετά τα Βαλκάνια, αυτή τη φορά στην ανατολική Μεσόγειο.
Οι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν τον στρατηγικό διάλογο με την Ελλάδα με μεγάλη σοβαρότητα και θα παρουσιάσουν την καλύτερη ομάδα τους στη συνάντηση της 13ης Δεκεμβρίου. Επικεφαλής θα είναι ο αρχηγός της αμερικανικής διπλωματίας, ενώ η Αθήνα θα στείλει τον αναπληρωτή υπουργό κ. Κατρούγκαλο, που έχει μηδενική εμπειρία για θέματα στρατηγικής.
Η Ελλάδα και η Κύπρος, από κοινού με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, αποτελούν τους πιο σημαντικούς συμμάχους της Αμερικής στην περιοχή. Σε αυτές τις χώρες θα βασιστεί στην περίπτωση που ο Ερντογάν εγκαταλείψει επίσημα τη Δύση. Όπως έγραψε ο αναλυτής Μάικλ Ρούμπιν, η ανατολική Μεσόγειος γίνεται όλο και περισσότερο πιο επικίνδυνη, και γι’ αυτό δεν ευθύνονται οι συνήθεις ύποπτοι -η Ρωσία, η Συρία και το Ιράν- αλλά η Τουρκία. Η οποία για να εξυπηρετήσει τον Βλαντιμίρ Πούτιν θα μπορούσε να προκαλέσει μία από τις μεγαλύτερες πολεμικές κρίσεις στην περιοχή, καταφέρνοντας ένα ισχυρό πλήγμα στην ενότητα της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, και εμπλέκοντας το Ισραήλ.
Ηνωμένες Πολιτείες και Τουρκία: Από σύμμαχοι, ανταγωνιστές; Ή ξανά στο ίδιο έργο θεατές;