Να ανοίγουν οδοφράγματα; Δεν αρκεί μια μονολεκτική απάντηση, ένα «ναι» ή ένα «όχι». Είναι παράλογο να εγκλωβιστούμε σε ένα δίλημμα που γεννά νέες αντιπαλότητες και περίεργα παράλληλες πορείες. Άλλωστε το ερώτημα είναι ανοιχτό 15 τώρα χρόνια, με αντίστοιχη την αύξηση των χρόνων της κατοχής της Κύπρου, αλλά και με χειροτέρευση των συνθηκών και των προοπτικών για λύση.
Τότε είχαμε φτάσει πολύ κοντά στην ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και πολλές ήταν οι ελπίδες μας για απελευθέρωση του ημικατεχόμενου κράτους μέλους της ευρωπαϊκής οικογένειας. Δεν θέλαμε να γίνουμε Ευρωπαίοι μόνο για να διακινούνται ευκολότερα τα προϊόντα και οι υπηρεσίες, τα κεφάλαια και οι πολίτες, χωρίς οι τελευταίοι να μπορούμε να διακινούμαστε και κυρίως να ζούμε οπουδήποτε στη δική μας πατρίδα.
Γράφαμε και τότε πως και χωρίς αυτή του την πρωτοβουλία, ο Ντενκτάς και η Άγκυρα πάλι τα δικά τους διχοτομικά σχέδια θα επεδίωκαν να προωθήσουν. Το ζητούμενο ήταν οι δικές μας αντιστάσεις να ήταν στέρεες, συνειδητές, με συνέπεια και με διάρκεια και με το όραμα μιας ελεύθερης και ενωμένης Κύπρου…
Ήταν χρήσιμο και για τους νέους να γνωρίσουν τι ήταν αυτό για το οποίο μάθαιναν πως «Δεν Ξεχνώ», πολύ πριν «ξεχαστεί» το ίδιο το σύνθημα και ξεφύγουμε από την πορεία… Όσοι δεν είχαν φτάσει τα 39 τους, ζωντάνεψαν κι αυτοί τις παιδικές τους αναμνήσεις – ήταν πριν τους «απαγορευτεί» το δικαίωμα να έχουν συναισθηματικό δεσμό με τον τόπο τους!
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, εξοικειωνόμαστε άραγε με την κατοχή; Πόσο κινδυνεύουμε, ερχόμενοι πιο κοντά στις κατοχικές σημαίες και πινακίδες ή δείχνοντας τα διαβατήριά μας στις κατοχικές αρχές αιτούμενοι «άδεια», πριν ο «Κύπριος» Ακιντζί «απλοποιήσει» τη διαδικασία, διατηρώντας όλα τα κατοχικά της χαρακτηριστικά;
Οι επισκέψεις στα σπίτια και τις γειτονιές, σε πόλεις και χωριά, σε αρχαιολογικούς χώρους και εκκλησιές, αποκαθιστούν και συντηρούν τους δεσμούς με τον τόπο ακόμα και μέσα από την τραυματική εμπειρία στην εικόνα της ερήμωσης, της καταστροφής. Στο σπίτι μπορεί να μένουν Τουρκοκύπριοι – κάποιοι μπορεί να πουν και μια καλή κουβέντα, να μιλήσουν για το δικό τους σπίτι που με διαφορετικό τρόπο από τους πρόσφυγες άφησαν στις ελεύθερες περιοχές, λιγότεροι θα πουν για τη δική τους επιστροφή. Μπορεί να βρεις θυμωμένους έποικους που πρέπει, λέει, να αντιμετωπιστούν με ανθρωπισμό, με απάνθρωπη όμως παραβίαση των δικαιωμάτων των Κυπρίων…
Παράλληλα, τα λίγα ή πολλά οδοφράγματα αποτελούν πέρασμα για τους προωθούμενους, με την ακατανόητη ανοχή του Κράτους, τουρίστες αλλά, ακόμα χειρότερα, για τη διακίνηση Κυπρίων «τουριστών» στη δική μας γη για σκοπούς φτηνής ψυχαγωγίας, φτηνών προϊόντων, φτηνών καυσίμων.
Δεν ήταν έκπληξη που υπήρξε η άποψη πως με το άνοιγμα νέων οδοφραγμάτων θα υπάρχουν οικονομικές απώλειες και λοιπά διαφεύγοντα κέρδη… Σε κάποιες περιπτώσεις (Κόκκινα, Αθηένου) είναι λογικό να ζητούν οι κάτοικοι να ανοίξουν κοντινά οδοφράγματα ώστε να μην τιμωρούνται ακόμα και στην καθημερινή τους διακίνηση.
Ναι, υπό την προϋπόθεση πως όσοι βλέπουν ξανά τα σπίτια τους, κατεχόμενα, ερειπωμένα ή περιφραγμένα, φεύγουν με ενισχυμένη τη θέληση να μη δεχτούν εκχώρησή τους στους «χρήστες», να μη διανοηθούν να καταφύγουν στην κατοχική επιτροπή αποζημιώσεων, να μη δεχτούν τα γελοία περί συναισθηματικού δεσμού μόνο για τους δεκάχρονους του ’74 και όλοι να μη δεχτούμε τις εθνοκαθαρμένες ζώνες ή κρατίδια, ούτε συνέχιση ή εξευγενισμό της κατοχής…
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στις ΑΠΟΨΕΙΣ
Συμβουλεύουν τους Κύπριους να αυτοκτονήσουν: Οι ψεύτικες πεποιθήσεις της όποιας λύσης…