Μία χώρα, η οποία έχει περάσει πόλεμο, βιώνει τη συνεχιζόμενη κατοχή, σχεδόν ο μισός πληθυσμός της έχει προσφυγοποιηθεί το 1974, δεν μπορεί να έχει απώλεια μνήμης. Μια κοινωνία, που μετά την εισβολή της Τουρκίας, ένας μεγάλος αριθμός πολιτών της αναγκάσθηκε να μεταναστεύσει για να μπορέσει να επιβιώσει, δεν μπορεί να έχει χάσει τα αντανακλαστικά της και την ευαισθησία της.
Πολλοί αναγκάσθηκαν ως οικονομικοί μετανάστες να μεταβούν σε αραβικές χώρες, στις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Βρετανία, να δουλέψουν και να επιστρέψουν πίσω στην Κύπρο. Κάποιοι παρέμειναν, δεν επέστρεψαν. Έστελναν λεφτά στην οικογένεια, η οποία έμεινε πίσω περιμένοντας να επιστρέψει ο πατέρας, ο αδελφός, ο θείος, ο παππούς, για να φέρει «την καλύτερη ζωή». Πώς τους υποδέχθηκαν τότε τους δικούς μας μετανάστες οι πολίτες άλλων χωρών; Ακόμη και να τους υποτιμούσαν, να υπέφεραν, να τους εκμεταλλεύονταν στο έπακρο, αυτό δεν σημαίνει πως εάν και εφόσον «γυρίσει ο τροχός», υιοθετούνται οι ίδιες λογικές.
Στο Ζύγι, του οποίου η πλειοψηφία του πληθυσμού είναι προσφυγικός, κάποιοι αντιδρούν επειδή ένα παλιό στρατόπεδο, εγκαταλειμμένο, θα μετατραπεί σε χώρο υποδοχής ασυνόδευτων παιδιών. Παιδιών που βρέθηκαν στην Κύπρο περνώντας θάλασσα, στριμωγμένα σε ένα σαπιοκάραβο, χωρίς τους γονείς τους. Αυτοί έμειναν πίσω –προηγείτο άλλωστε η σωτηρία των παιδιών τους– και θα προσπαθήσουν προφανώς να «δραπετεύσουν» και εκείνοι από το θέατρο του παραλόγου, το θέατρο του πολέμου στη Συρία.
Αυτοί που αντιδρούν στο Ζύγι δεν θα μπορούσαν να σκεφτούν εκείνη τη σκηνή, την εικόνα, της επανασυγκόλλησης των οικογενειών όταν και όποτε αυτή γίνει; Σκέφτονται μόνο ότι δεν θέλουν τα μουσουλμανάκια και τα προσφυγόπουλα στο χωριό τους; Αυτό σκέφτονται; Έχουν διαγράψει τις δικές τους εικόνες, όταν με ένα δισάκι στον ώμο έφευγαν από τα σπίτια και τις περιουσίες τους το 1974 καταδιωκόμενοι από τους Τούρκους;
Σίγουρα, όλη η Κύπρος δεν είναι Ζύγι. Άλλες κοινότητες, της Βάσας Κοιλανίου και της Γερμασόγειας, δήλωσαν ετοιμότητα να φιλοξενήσουν το Κέντρο Υποδοχής. Σίγουρα, όμως, είναι προφανές πως ζούμε σε μια κοινωνία στην οποία αναπτύσσονται αντανακλαστικά του ατομικισμού και της ξενοφοβίας.
Οι πόλεμοι δεν σκορπούν μόνο τον θάνατο, αλλά λεηλατούν και τις ζωές των ανθρώπων. Καταστρέφουν οικογένειες, κόβουν απότομα, βίαια, τη σχέση των ανθρώπων με τη γη τους, την πατρίδα. Σε όλα αυτά, θύματα – ίσως τα μεγαλύτερα– είναι τα παιδιά, που απορημένα αναζητούν απαντήσεις. Απαντήσεις, όμως, δεν μπορούν να δώσουν ούτε οι μεγάλοι σε ηλικία.
Οι πολιτικοί μας ανταγωνίζονται ποιος θα “προσφέρει” περισσότερα στην Τουρκία…