Αναμφίβολα η πλειοψηφία των πολιτών θεωρεί ότι η πολιτική που έχει ακολουθηθεί στο Κυπριακό απέτυχε. Όχι μόνο δεν υπήρξαν θετικά αποτελέσματα αλλά επιπρόσθετα το τουρκικό αφήγημα εν πολλοίς διαστρέβλωσε την πραγματική εικόνα θύτη και θύματος.
Έτσι, δυστυχώς, εδώ και χρόνια έχουμε φθάσει στο σημείο «οι δύο πλευρές» στη διένεξη να θεωρούνται οι δυο κοινότητες ενώ η Τουρκία να παρουσιάζεται ως ουδέτερο «τρίτο μέρος», που προσπαθεί να συμβάλει στην εξεύρεση λύσης.
Το τουρκο(κυπριακό) αφήγημα τονίζει ότι «το Κυπριακό παραμένει άλυτο εξαιτίας της άρνησης των Ελληνοκυπρίων να δεχθούν τον διαμερισμό της εξουσίας, του πλούτου και των ωφελημάτων της ΕΕ». Η τουρκοκυπριακή ηγεσία καταθέτει επίσης θέσεις που υπηρετούν τα στρατηγικά συμφέροντα της Άγκυρας στην Κύπρο και την ευρύτερη περιοχή.
Η κατοχική οντότητα λειτουργεί ως προτεκτοράτο της Τουρκίας με στόχο τον παραμερισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη δημιουργία μιας συνομοσπονδίας, η οποία θα τελεί υπό την κηδεμονία της Άγκυρας.
Τυχόν εφαρμογή του υφιστάμενου διαπραγματευτικού πλαισίου και των συγκλίσεων που έχουν επιτευχθεί δεν θα οδηγήσει σε ένα ευοίωνο μέλλον αλλά στον παραμερισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας και σε μια τρικέφαλη οντότητα όπου καμία ουσιαστική απόφαση δεν θα μπορεί να λαμβάνεται χωρίς την έγκριση της τουρκικής πλευράς.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το γεγονός ότι στα κατεχόμενα οι Τουρκοκύπριοι είναι ήδη μειονότητα (και οι έποικοι αριθμητική πλειοψηφία), εμμέσως πλην σαφώς η Άγκυρα θα ελέγχει το μελλοντικό τουρκο(κυπριακό) συνιστών κράτος και κατ’ επέκταση τη λειτουργία του νέου πολιτειακού οικοδομήματος.
Οι συνομιλίες στο Κραν Μοντάνα κατέρρευσαν εξ αιτίας των θέσεων της Τουρκίας στα θέματα εγγυήσεων και ασφαλείας και όχι για τα άλλα κρίσιμα ζητήματα περιλαμβανομένων της διακυβέρνησης, της οικονομίας και του εδαφικού. Πέραν όμως των στρατευμάτων και των εγγυήσεων θα πρέπει να προβληματισθούμε και για τα άλλα σοβαρά ζητήματα.
Σημειώνεται επίσης ότι παρά τη συνεχή μετατόπιση των θέσεων μας προς τις τουρκο(κυπριακές) από το 1977 μέχρι σήμερα, δεν υπήρξε κατάληξη. Για παράδειγμα, τον Μάιο του 2008 με τη συμφωνία Χριστόφια – Ταλάτ για πρώτη φορά έγινε αποδεκτή η έννοια των συνιστώντων κρατών. Η θέση αυτή επιβεβαιώθηκε τον Φεβρουάριο του 2014 με τη συμφωνία Αναστασιάδη – Έρογλου.
Ενώ οι Ελληνοκύπριοι έχουν προβεί σε σοβαρές παραχωρήσεις προς την τουρκοκυπριακή κοινότητα δεν μπορούν να αποδεχθούν πρόνοιες οι οποίες θα οδηγούν στην κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και άμεσα ή έμμεσα στη νομιμοποίηση του ελέγχου από την Τουρκία. Εύλογα μπορεί να αναζητηθούν οι λόγοι για την σημερινή κατάληξη. Όμως υπό τις περιστάσεις είναι η ώρα της συλλογικής ευθύνης και των αποφάσεων. Μεταξύ άλλων, είναι σημαντικό να ληφθούν υπ’ όψιν τα ακόλουθα δεδομένα:
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλα αυτά τα δεδομένα επιβάλλεται η επαναξιολόγηση της υφιστάμενης διαδικασίας συνομιλιών. Στην ευρύτερη εξίσωση θα πρέπει να συμπεριληφθεί η σημασία μιας εξελικτικής προσέγγισης η οποία απαραίτητα να συμπεριλαμβάνει και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει να εξετασθούν οι προϋποθέσεις ομαλοποίησης των σχέσεων με την Τουρκία, οι οποίες θα πρέπει απαραίτητα να συμπεριλαμβάνουν και την αναγνώριση του δικαιώματος ύπαρξης της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Άγκυρα. Πάνω απ’ όλα είναι σημαντικό να ληφθούν αποφάσεις για την υλοποίηση των οποίων θα πρέπει να εργασθούμε σκληρά εντός και εκτός Κύπρου.
* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
Είμαι Τούρκος, αλλά έστω και αν είμαι Τούρκος δεν έχω κανένα κοινό μαζί σας, λέει ο Σενέρ Λεβέντ