Του Ivan Krastev (*)
Έως πολύ πρόσφατα, σε Ανατολή και Δύση, θεωρούσαν την Οκτωβριανή Επανάσταση ένα κοσμοϊστορικό γεγονός, ενώ ο Μάης του ’68 ήταν ένα απλό «ψυχόδραμα».
Αν όμως συγκρίνουμε τις έντονες συζητήσεις που προκάλεσε η 50ή επέτειος του 1968 με τις μάλλον χλιαρές συζητήσεις που συνόδευσαν πέρυσι την 100ή επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης, το συμπέρασμα είναι ότι το 1968 έχει γίνει σημαντικότερο από το 1917. Μεταξύ των επαναστάσεων του 20ού αιώνα, τα «γεγονότα του ‘68» αρχίζουν να καταλαμβάνουν την ίδια θέση με τον Αμλετ στις τραγωδίες του Σαίξπηρ. Δεν είναι αναγκαστικά το καλύτερο έργο του, είναι όμως εκείνο που προκαλεί τα μεγαλύτερα πάθη και τις εντονότερες αντιπαραθέσεις.
Για ποιους λόγους το 1968 κατέληξε να αποκτήσει μεγαλύτερη πολιτική σημασία από το 1917; Αυτό έχει ασφαλώς να κάνει με το ότι πολλοί από τους επαναστάτες του 1968 είναι ακόμη εν ζωή και προσφέρουν τη δική τους εκδοχή των γεγονότων. Καμιά επαναστατική γενιά δεν έχει γλιτώσει από τις κατηγορίες της «προδοσίας» και του «οπορτουνισμού», κατά συνέπεια δεν είναι περίεργο που ρωτούν σήμερα τους «’68άρηδες» γιατί, ενώ τότε θεωρούσαν τις εκλογές, τον γάμο και την κατανάλωση στρειδιών τα τρία θανάσιμα αμαρτήματα, σήμερα όχι μόνο ψηφίζουν αλλά και εκλέγονται, παντρεύονται – όχι μόνο μια φορά – και όχι μόνο τρώνε στρείδια, αλλά ανοίγουν και εστιατόρια ειδικευμένα στα στρείδια.
Ο δεύτερος παράγων που συμβάλλει στη μετατροπή της επετείου του ’68 σε κεντρικό γεγονός έχει να κάνει με το ότι προσφέρει ένα παγκόσμιο αφήγημα σε μια εποχή κατά την οποία πολλοί χρειάζονται ένα τέτοιο αφήγημα. Το 1968 ήταν μια εξέγερση με πολλά εθνικά πρόσωπα. Ο άγγλος ποιητής Στίβεν Σπέντερ – ένας από τους αναρίθμητους επαναστατικούς τουρίστες εκείνης της περιόδου – είχε παρατηρήσει ότι «αν πρέπει να συμπυκνώσουμε σε μια λέξη τα πρόσωπα των φοιτητών διαφόρων χωρών, θα λέγαμε ότι οι Αμερικανοί είναι «υστερικοί», οι Γάλλοι «ρομαντικοί», οι Δυτικογερμανοί «θεωρητικοί» και οι Τσέχοι «ταπεινοί»».
Αν τα πρόσωπα των φοιτητών του 1968 διέφεραν από τη μια χώρα στην άλλη, εξίσου διαφορετικές ήταν και οι ερμηνείες τους για τα γεγονότα. Και οι διαφορές αυτές δεν καθορίστηκαν τόσο από αυτά που έγιναν το 1968 όσο από αυτά που ακολούθησαν. Στην Τσεχική Δημοκρατία, στη Σλοβακία και στην Πολωνία, δεν θυμούνται το 1968 τόσο για τη γιορτινή ατμόσφαιρα των διαδηλώσεων όσο για την εισβολή των ρωσικών τανκς στην Πράγα και την απέλαση των Εβραίων που αποφάσισε η κομμουνιστική κυβέρνηση της Πολωνίας.
Στην Ανατολή, αυτό που έδωσε πραγματικό νόημα στο 1968 ήταν το 1989. Με την έννοια αυτή, δεν θυμούνται τα γεγονότα τόσο ως μάχη για τη βελτίωση του σοσιαλισμού όσο ως κίνημα αντίστασης στον ξένο ιμπεριαλισμό.
Ο τρίτος και κυριότερος λόγος όμως για τον οποίο συζητείται σήμερα το 1968 με μεγαλύτερη θέρμη απ’ ό,τι συζητήθηκε το 1917 είναι ότι το ’68 δεν έχει τελειώσει. Το λαϊκιστικό κύμα που σαρώνει εδώ και μερικά χρόνια την Ευρώπη και την Αμερική είναι ασφαλώς μια προσπάθεια να ξηλωθεί η κληρονομιά του ’68, θυμίζει όμως από πολλές πλευρές τη δυναμική και το στιλ του ’68. O Ντόναλντ Τραμπ και η Χίλαρι Κλίντον δεν είναι απλώς ο «αντι-68» και η «φιλο-68». Ενσαρκώνουν τα δύο πρόσωπα του 1968. Εκείνη συμβολίζει την ηθική της απελευθέρωσης, εκείνος την ψύχωση με την αυθεντικότητα. «Μη φοβάσαι να είσαι ο εαυτός σου και να ακολουθείς τις επιθυμίες σου» ήταν το σύνθημα της εποχής και ο πρόεδρος Τραμπ αποτελεί την έσχατη ενσάρκωσή του.
Η σχέση ανάμεσα στο 1968 και το 2018 θα μπορούσε έτσι να χαρακτηριστεί με τον αγαπημένο όρο των 68άρηδων: διαλεκτική. Το 1968 κυριαρχούνταν από μια δημοκρατική φαντασία. Η νεολαία ήταν ένας κοινωνικός και πολιτικός πρωταγωνιστής και οι νέοι ήταν πεισμένοι ότι μπορούσαν να αλλάξουν τον κόσμο. Χλεύαζαν τους γονείς τους και τον κόσμο τους που περιστρεφόταν γύρω από την ασφάλεια και τις υλικές αξίες. Πίστευαν στην επανάσταση. Το 2018 κυριαρχείται από μια δημογραφική φαντασία. Η νεολαία είναι μια κοινωνική ομάδα που κινδυνεύει με πολιτική έκλειψη και οι νέοι ζηλεύουν τους γονείς τους. Το μεταναστευτικό φαινόμενο είναι η νέα επανάσταση και πολλοί νέοι, στην Ευρώπη και στην Αμερική, το φοβούνται.
Αν οι διαδηλωτές του 1968 ασχολούνταν με τα δικαιώματα των μειονοτήτων – εθνικά, θρησκευτικά, σεξουαλικά -, η σημερινή λαϊκιστική επανάσταση ασχολείται με τα δικαιώματα των πλειοψηφιών. Αν το ‘68 οδήγησε τα έθνη να ομολογήσουν τα λάθη τους – θυμόμαστε τον Βίλι Μπραντ γονατιστό το 1970 στο γκέτο της Βαρσοβίας – , οι σημερινοί λαϊκιστές ηγέτες διακηρύσσουν την ιερή αθωότητα των χωρών τους.
Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, οι δυτικές κοινωνίες μεταμορφώθηκαν υπό την επίδραση της αναταραχής του 1968, κατάφεραν όμως επίσης να αλλάξουν τις απόψεις και την πολιτική συμπεριφορά της γενιάς του ’68. Η πραγματική επιτυχία της γενιάς του 68 ήταν ότι μεταμόρφωσαν και μεταμορφώθηκαν. Το ουσιαστικό πολιτικό ζήτημα σήμερα δεν είναι αν το λαϊκιστικό κύμα θα μεταμορφώσει τις κοινωνίες μας – κατά μία έννοια το έχει ήδη κάνει – αλλά αν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες και θεσμοί θα μπορέσουν να μεταμορφώσουν και να ξεριζώσουν την ακροδεξιά του 2018 όπως έκανε η φιλελεύθερη δημοκρατία με την άκρα Αριστερά μετά το 1968.