Του Νίκου Κατσουρίδη*
Όταν ο Βλαντιμίρ Πούτιν παραλάμβανε από τον μέθυσο αρχηγό της δυτικοκινητικής ομάδας εξουσίας, Μπορίς Γιέλτσιν, ουδείς φανταζόταν, ότι θα κρατούσε τόσα χρόνια το τιμόνι της εξουσίας. Ούτε ότι θα κατόρθωνε όσα κατόρθωσε σε πολλά και διάφορα μέτωπα.
Ότι και να λέγεται, ότι και να πιστεύει κάποιος για τον ίδιο και τον τρόπο που κυβερνά υπάρχουν, ορισμένα αδιάψευστα δεδομένα, τα οποία συνθέτουν το «φαινόμενο» Πούτιν.
Θα μπορούσε να προσθέσει κάποιος και άλλα δεδομένα αλλά είναι αχρείαστο. Φυσικά υπάρχουν κι αρκετές σοβαρές αδυναμίες όλα αυτά τα χρόνια οι οποίες προβάλλονται κατά κόρον στα κυπριακά ΜΜΕ, όπως π.χ. οι σοβαρές δυσκολίες της Ρωσικής οικονομίας και η υπερσυγκέντρωση εξουσίας σ΄ ένα πρόσωπο και την ομάδα του και άλλες. Θα περιοριστώ ως εδώ, γιατί σκοπός μου είναι να σταθώ στη θέση της Ρωσίας του Πούτιν στην Ανατολική Μεσόγειο και την Εγγύς Ανατολή και πως αυτό επηρεάζει την Κύπρο και τη σχέση Ρωσίας – Τουρκίας.
Η σημερινή Ρωσία βρίσκεται για πρώτη φορά στη ιστορία με σοβαρή φυσική, παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο, κατ΄ επέκταση στην Μεσόγειο. Με πολιτική και στρατιωτική παρουσία στη Συρία, με πολιτική επιρροή σε ολόκληρο σχεδόν το Σιϊτικό Τόξο και οικονομική παρουσία σε αρκετές χώρες της Μεσογείου και ειδικά της ανατολικής της λεκάνης. Στα πλαίσια αυτά και στην Κύπρο. Εξ΄ άλλου ήταν ένας βασικότατος λόγος που υποστήκαμε την άδικη και απαράδεκτη πρωτοτυπία του «κουρέματος».
Αν μάλιστα προσθέσει κάποιος την παραδοσιακή θετική στάση της Ρωσίας στο πρόβλημα μας, η στήριξη της θα αναμενόταν η ισχυρότερη παρά ποτέ. Για λόγους ιστορικούς, θρησκευτικούς οικονομικούς η Μόσχα είναι φιλικά διακείμενη προς την Κύπρο. Η φιλική και θετική στάση της υπαγορεύεται χρόνια τώρα κύρια από τα συμφέροντα της. Τα οποία πολύ απλά, λένε ότι η ισχυροποίηση του ΝΑΤΟ την βλάφτει και η αποδυνάμωση του την ωφελεί. Η προώθηση των αμερικανικών συμφερόντων την αποδυναμώνει και η οπισθοχώρηση τους την ενδυναμώνει.
Σ΄ αυτά τα πλαίσια τα τελευταία χρόνια έχουν προωθηθεί οι Ρωσοτουρκικές σχέσεις. Δεδομένο που μπαίνει στη ζυγαριά της όλης πολιτικής συμπεριφοράς της Ρωσίας. Βέβαια αυτές οι σχέσεις, κατά τη γνώμη μου, είναι δύσκολο να έχουν συνέπεια και μεγάλη χρονική διάρκεια για διάφορους λόγους. Οσο όμως διαρκούν θα επηρεάζουν και το κυπριακό. Αυτός ο επηρεασμός δεν είναι όμως μονοδρομικός. Δεν είναι μιας κατεύθυνσης, αλλά δύο. Η μια κατεύθυνση εδράζεται στην λογική ότι για τα δικά της συμφέροντα θα είναι πιο συγκαταβατική έναντι των τουρκικών θέσεων. Η άλλη λέει ότι, οι ενισχυμένες σχέσεις με την Τουρκία επιτρέπουν την άσκηση μεγαλύτερης επιρροής. Ισχύουν και τα δύο. Ισχύουν όμως υπο το πρίσμα της διαχρονικής (αρκετών αιώνων) σχέσης των δύο χρόνων. Και αυτή μακροβιότατη σχέση, έχει καθορίσει τα όρια εμπιστοσύνης και στις δύο πλευρές. Προσθέστε σ΄ αυτό και το γεγονός ότι σε πολλά θέματα και περιοχές τα συμφέροντα τους δεν συμπίπτουν και μάλιστα συγκρούονται.
Φυσικά η στάση της Ρωσίας απέναντι στην Κύπρο και το κυπριακό δεν καθορίζεται μόνο από τις σχέσεις της χώρας με την Τουρκία αλλά και τις απ΄ ευθείας σχέσεις με την Κυπριακή Δημοκρατία και έμμεσα και την Ελλάδα. Καθώς επίσης και τις άλλες γειτονικές μας χώρες. Αρα η ενδυνάμωση των σχέσεων μας με τις γειτονικές χώρες είναι βοηθητικές. Ορίζονται όμως κατά κύριο λόγο στα πλαίσια της αντιπαράθεσης Ρωσίας – ΗΠΑ και Ρωσίας – ΝΑΤΟ. Υπο αυτό το πρίσμα η Ρωσία ούτε πριν, ούτε τώρα επιθυμεί ή αποδέχεται λύσεις ή ρυθμίσεις του κυπριακού που θα ισχυροποιούν τη νατοϊκή και αμερικανική παρουσία στο νησί. Όλες οι διχοτομικές η συνομοσπονδιακές μορφές λύσεις ή ρυθμίσεις την βρίσκουν κάθετα αντίθετη, γιατί όλες οδηγούν στην ισχυροποίηση της νατοϊκής παρουσίας είτε ευθέως, είτε μέσον Τουρκίας και Ελλάδας. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνούμε αλλά αντίθετα να το αξιοποιούμε σταθερά.
Όλα τα πιο πάνω έχουν οδηγήσει σε ένα άλλο επίπεδο τις σχέσεις Ρωσίας – Κύπρου με νέα θετικά στοιχεία, αλλά και αρνητικά. Ειδικά στο κυπριακό, οι σχέσεις θα μπορούσαν να ήταν πιο προωθημένες αν π.χ. εμμέναμε στη θέση για συμμετοχή και των πέντε μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας στη Διεθνή Διάσκεψη για το Κυπριακό.