63 χρόνια μετά: Εκείνοι ήθελαν την ελευθερία τους, εμείς θέλουμε να γίνουμε Χονγκ Κονγκ




Του ΑΡΙΣΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ*

Τώρα, αλήθεια, νομίζει κανένας ότι μπορεί σήμερα να χωρέσει ο νους μας ότι ένα παιδί 19 χρόνων μπορεί να πει στον δικαστή, τον ξένο δικαστή, τον αποικιοκράτη:

«Γνωρίζω ότι θα καταδικαστώ σε θάνατο. Ό,τι έκαμα, το έκαμα ως Έλληνας Κύπριος που ζητά τη λευτεριά του. Εύχομαι να είμαι ο τελευταίος Κύπριος που θ΄ αντικρίσει την αγχόνη. Ζήτω η Ένωσις της Κύπρου με τη μητέρα Ελλάδα. Τίποτε άλλο».

Μα, είναι δυνατό; Πού βρήκε τέτοια δύναμη ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης; Ή, ένα παιδί, 22 χρόνων, να γράφει στη γυναίκα του και στα τρία παιδιά του, μέσα από τη φυλακή:

«Ακριβώς πριν τρία λεπτά μας ειδοποίησαν ότι χαράματα της Παρασκευής 21.9.1956 θα εκτελεσθούμε. Στα 22 μου χρόνια πεθαίνω για χάρη μιας μεγάλης ιδέας. Σας εύχομαι, αγαπημένα μου παιδιά, να γινήτε καλοί χριστιανοί και καλοί Έλληνες Κύπριοι».

Δεν είναι απίστευτο; Πόση αξιοπρέπεια και σθένος πρέπει να έχει ένας 22χρονος για να κάτσει να γράφει στα παιδιά του να γίνουν καλοί χριστιανοί και καλοί Έλληνες Κύπριοι, μόλις έμαθε πως θα απαγχονιστεί; Δεν έτρεμε το χέρι του; Δεν λύγισε η ψυχή του;

Τα διαβάζουμε σήμερα και νομίζουμε ότι πρόκειται για παραμύθι, για υπερβολές, που έγραψαν οι ιστορικοί για να πλάσουν ήρωες. Είναι αδύνατο να αντιληφθούμε το μέγεθος των ανθρώπων, που από τα χωράφια και τη φτώχεια σήκωσαν ανάστημα σαν να ήταν γίγαντες της μυθολογίας για να παλέψουν για Ένωση και Ελευθερία.

Μπροστά σε έναν αποικιοκράτη που άπλωνε τους στρατούς του στη μισή υφήλιο. Και πώς να αντιληφθούμε τέτοιο μοναδικό μεγαλείο, όταν εμείς σήμερα, οι απόγονοί τους, σηκώνουμε ανάστημα μόνο για να θέσουμε δήθεν αμείλικτα ερωτήματα στις τηλεοράσεις σαν διάνοιες. Για το αν ήταν ιστορικό λάθος ο αγώνας τους, για το αν οι αγωνιστές έπρεπε να λάβουν υπόψη τις διεθνείς συγκυρίες, για το αν τελικά δεν είχαν λόγους να θέλουν να διώξουν τους Εγγλέζους, μια χαρά ήταν…

Πώς να αντιληφθούμε τι είναι αυτό που έκανε τους παππούδες μας υπερήρωες, όταν εμείς παραμορφωμένοι, καθώς γίναμε, μάθαμε να δίνουμε πίστη σε ένα συρφετό προφεσόρων και πολιτικών με λερωμένες τις φωλιές, και δημοσιογράφων με μολυσμένους εγκεφάλους, που δεν χάνουν ευκαιρία να πλασάρουν ανιστόρητες στρεβλώσεις, να κατεδαφίζουν, να περιφρονούν, να ρίχνουν σκιές σε εκείνο τον αγώνα, με σκοπό να λαβώσουν τον λαό, να τον μολύνουν, να τον κάνουν να αμφιβάλλει για την ταυτότητα, την ιστορία, την εθνική του αυτογνωσία, τα διδάγματά του, τους προγόνους του.

Για να μπορούν εύκολα να τον πείθουν ότι το να θυμάται, έστω και μόνο να θυμάται, το ενωτικό δημοψήφισμα του 1950 είναι σοβινισμός κι εθνικισμός, που δεν συνάδει με την εποχή μας. Όπως και το να τιμά τον αγώνα της ΕΟΚΑ ή, ακόμα, και να λέει ότι αυτός ο αγώνας έγινε για την Ένωση με την Ελλάδα κι όχι για το κράτος της Ζυρίχης. Λες και πρέπει να κρύβουμε την ιστορία μας κάτω από στρώσεις μοντερνισμού και ισοπέδωσης για να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε εθνικιστές και πολεμοχαρείς.

  • Όμως, απλώς, είμαστε ένας λαός που ακόμα ονειρεύεται την ελευθερία του, εν έτει 2018, όπως ακριβώς και ο Ανδρέας Κάρυος, ο Ρήγας Φεραίος της ΕΟΚΑ, όταν τον Σεμπτέμβρη του 1958 έπεφτε μαχόμενος με αυταπάρνηση μοναδική, στον αχυρώνα του Λιοπετρίου, έχοντας γράψει από το 1948, μέσα σε ελάχιστες λέξεις σ΄ ένα ποίημά του, όλη την ιστορία της ανθρωπότητας: «Είμαι αγρότης, πόσον ωραία να πέσω με σφαίρα στα στήθια, πολεμώντας για την αλήθεια, για τα συμφέροντα τα εθνικά».

Εμείς, δεν θα πέσουμε μαχόμενοι, αλίμονο, δεν έχουμε πια τη στόφα της αυταπάρνησης, τη χάσαμε στη δαιδαλώδη ζωή μας, σε αυτήν που μας έκανε να πιστεύουμε ότι είναι σοφότερο να επιβιώνεις στα μουλωχτά έστω και σκλάβος παρά να πεθαίνεις ελεύθερος, όπως εκείνους. Μπορεί να είναι και το σωστό τώρα πια. Ποιος θέλει να χάσει τη ζωή του, μετά από τόσο ξέπλυμα που έγινε στο μυαλό του για να πεισθεί πως δεν είναι η ελευθερία και η αξιοπρέπεια τα υπέρτατα αγαθά, είναι η λαμογιά και το βόλεμα. Τα οφίκια και τα αυτοκίνητα πολυτελείας. Οι μίζες και τα καρνέ των επιταγών μας. Και δεν πειράζει καθόλου αν αύριο θα είναι τυπωμένα στην τουρκική γλώσσα. Φτάνει να συμπληρώνουν τον εγωκεντρισμό μας και να καλλωπίζουν το σαρκίο μας. Φτάνει να έχουμε προφεσόρους να δικαιολογούν τον αποπροσανατολισμό μας.

Τουλάχιστον, ας μάθουμε το ελάχιστο: Να σεβόμαστε και να τιμούμε εκείνους που έδωσαν τη ζωή τους για ιδανικά. Για να μας παραδώσουν ελεύθερη πατρίδα. Κι ας ζήσουμε σκλάβοι εμείς αφού δεν έχουμε άλλο όνειρο παρά μόνο να γίνουμε Χονγκ Κονγκ…

ΣΚΙΤΣΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΓΚΟΥΜΑ
ΣΚΙΤΣΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΓΚΟΥΜΑ

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: