Πρωτόγνωρες εξελίξεις στην Αυστρία: Επισφραγίστηκαν με την ακροδεξιάς χροιάς κυβέρνηση




Του Δ. Δημητρακούδη*

Δύο ορκωμοσίες, σημαδιακές και καθοριστικές για τη χώρα, αλλά ξεκάθαρα διαφορετικές μεταξύ τους, επισφραγίζουν μέσα στη χρονιά που φεύγει την εσωτερική πολιτική στην Αυστρία όπως επίσης τη διεθνή εικόνα της.

Αφενός η ορκωμοσία, στις 26 Ιανουαρίου, του νέου Αυστριακού ομοσπονδιακού προέδρου Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν και αφετέρου η ορκωμοσία, στις 18 Δεκεμβρίου, της νέας κυβέρνησης συνασπισμού του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος και του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων.

Ο 73χρονος οικολόγος, πρώην καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου της Βιέννης και πρώην αρχηγός επί ένδεκα χρόνια του κόμματος των Πράσινων Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν, ως ανεξάρτητος υποψήφιος που υποστηριζόταν από τους Πράσινους, υπήρξε ο νικητής του επαναληπτικού και συνολικά τρίτου γύρου των αυστριακών προεδρικών εκλογών στις 4 Δεκεμβρίου 2016.

Ο Βαν ντερ Μπέλεν είχε συγκεντρώσει ποσοστό 53,8%, έναντι 46,2% του αντιπάλου του και υποψήφιου του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων, του υπαρχηγού του κόμματος και τότε δευτέρου αντιπροέδρου της αυστριακής Βουλής — και τώρα πλέον υπουργού Υποδομών στη νέα κυβέρνηση — Νόρμπερτ Χόφερ.

Με την ορκωμοσία του στις 26 του περασμένου Ιανουαρίου, ο νέος ομοσπονδιακός πρόεδρος — ο οποίος είναι ο ένατος στη σειρά στη μεταπολεμική Αυστρία και ο πρώτος οικολόγος στο ύπατο αξίωμα σε χώρα της Ευρώπης — αναλάμβανε για τα επόμενα έξι χρόνια τα νέα καθήκοντά του ως διαδόχου του προηγούμενου, επί 12ετία ομοσπονδιακού προέδρου της χώρας Χάιντς Φίσερ.

Κανονικά η ορκωμοσία του νέου προέδρου ήταν προγραμματισμένη για τις 8 Ιουλίου πέρυσι, που ολοκληρώθηκε η δεύτερη εξαετής θητεία του Χάιντς Φίσερ, αναβλήθηκε όμως και το αξίωμα παρέμεινε για έξι μήνες κενό, εξαιτίας της αμφιλεγόμενης ακύρωσης από το Αυστριακό Συνταγματικό Δικαστήριο την 1η Ιουλίου 2016 — ελέω Ακροδεξιάς, η οποία, μη αποδεχόμενη την ήττα του υποψηφίου της, είχε προσβάλει το εκλογικό αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών της 22ας Μαΐου του οποίου νικητής ήταν ο Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν.

Με την ορκωμοσία του νέου Αυστριακού ομοσπονδιακού προέδρου στις 26 Ιανουαρίου εφέτος, έκλεινε ο κύκλος των πλέον παράδοξων εκλογών που έχουν διεξαχθεί στην Αυστρία μετά το 1945 και σημαδεύτηκαν με τις αναβολές τους και τις συνολικά τρεις εκλογικές αναμετρήσεις για την εκλογή προέδρου.

Για αυτές τις προεδρικές εκλογές υπήρξε επίσης και ο μεγαλύτερος σε διάρκεια στην ιστορία προεκλογικός αγώνας, συνολικά δώδεκα μηνών, τον οποίο η αυστριακή Ακροδεξιά, χρησιμοποιώντας κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο, προσπάθησε να μετατρέψει σε μία άγρια αρένα.

Κάνοντας πρόσφατα έναν απολογισμό του πρώτου χρόνου από την ανάδειξή του στο ύπατο αξίωμα της χώρας του, ο Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν είχε επισημάνει πως μέσα σε αυτούς τους δώδεκα μήνες ο ίδιος βίωσε περισσότερα από ότι προηγούμενοι πρόεδροι μέσα σε έξι χρόνια, υπονοώντας προφανώς την πρωτοφανή ανατροπή του πολιτικού σκηνικού εφέτος στην Αυστρία.

Η ανατροπή αυτή ξεκίνησε με την εκλογή τον περασμένο Μάιο, του 30χρονου Σεμπάστιαν Κουρτς, τότε υπουργού Εξωτερικών, σε αρχηγό του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος. Ο Κουρτς προχώρησε στην καταγγελία του κυβερνητικού συνασπισμού με τους Σοσιαλδημοκράτες προκαλώντας πρόωρες βουλευτικές εκλογές.

Την 14η Μαίου ο Σεμπάστιαν Κουρτς διαδέχτηκε στην αρχηγία του Λαϊκού Κόμματος τον παραιτηθέντα λίγα εικοσιτετράωρα νωρίτερα, από όλα τα αξιώματά του, έως τότε αρχηγό του και αντικαγκελάριο της αυστριακής κυβέρνησης Ράινχολντ Μιτερλένερ. Την παραίτηση του Μιτερλένερ φέρεται να επιδίωκαν επί μήνες οι “σκληροπυρηνικοί” του Λαϊκού Κόμματος.

Οι ίδιοι φέρεται να προωθούσαν τον ιδιαίτερα δημοφιλή, αλλά συγχρόνως επικρινόμενο από τους αντιπάλους του για “άκρατο λαϊκισμό” υπουργό Εξωτερικών, ευελπιστώντας, τόσο αυτός όσο και εκείνοι, σε νίκη του Λαϊκού Κόμματος σε πρόωρες εκλογές και σε σχηματισμό κυβέρνησής του, προφανώς με το ακροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα των Ελευθέρων, στη θέση των Σοσιαλδημοκρατών, τους οποίους οι ίδιοι κύκλοι φρόντιζαν να μπλοκάρουν στην κυβέρνηση με κάθε ευκαιρία.

Η εκλογή του Κουρτς σε νέο αρχηγό, ομόφωνα από τη διοικούσα επιτροπή του Λαϊκού Κόμματος, επισφραγίστηκε, επίσης ομόφωνα, από το έκτακτο κομματικό συνέδριο την 1η Ιουλίου και συνοδεύτηκε, έπειτα από δικές του απαιτήσεις, με την παραχώρηση στον ίδιο έως και “απολυταρχικών”, δικαιοδοσιών.

Προφανώς στο πλαίσιο της επικρινόμενης από παρατηρητές, ήδη από καιρό, τακτικής του της κινδυνολογίας, ο Σεμπάστιαν Κουρτς προειδοποιούσε νωρίτερα – χωρίς βέβαια να εξηγεί το “γιατί” — πως εάν οι προτάσεις του για “εν λευκώ” εξουσιοδοτήσεις δεν γίνουν δεκτές, τότε “η χώρα θα βρεθεί αντιμέτωπη με το χάος”.

Εκεί ήταν που υπαγόρευσε στο κόμμα την αλλαγή του … χρώματός του, από το μαύρο στο τουρκουάζ και τη μετονομασία του σε “Λίστα Σεμπάστιαν Κουρτς-Το Νέο Λαϊκό Κόμμα”, ουσιαστικά δηλαδή σε προσωποπαγή λίστα, με στελέχη αποκλειστικά και μόνον της δικής του επιλογής, κάτι που συνέβη αντίστοιχα με τον πρόσφατο διορισμό μόνον δικών του έμπιστων στη νέα κυβέρνηση, της οποίας ηγείται ήδη από τις 18 Δεκεμβρίου ως καγκελάριος για τα επόμενα πέντε χρόνια.

Στους σχεδόν πέντε μήνες από την ανάληψη της ηγεσίας του και μέχρι τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές της 15ης Οκτωβρίου, ο Κουρτς κατόρθωσε να ανεβάσει το κόμμα του στην πρώτη θέση των δημοσκοπήσεων, από την τρίτη, στην οποία βρισκόταν σταθερά σχεδόν μετά τις τελευταίες εκλογές του 2013, και να το φέρει στην εντυπωσιακή νίκη του με ποσοστό 31,5 % (έναντι 24 % ), εξασφαλίζοντας για τον εαυτό του την ανάληψη της ηγεσίας της νέας κυβέρνησης.

Στις προεκλογικές εμφανίσεις του ο Κουρτς επαναλάμβανε συνεχώς την “ανάγκη για ριζικές αλλαγές και ανατροπή του παλιού συστήματος”, παραλείποντας βέβαια να αναφέρει πως ήταν ο ίδιος που το υπηρετούσε και το στήριζε στο παρελθόν και μάλιστα επί τουλάχιστον επτά χρόνια ως μέλος κυβέρνησης.

Ταυτόχρονα τόνιζε το άλλο προσφιλές θέμα της προεκλογικής του εκστρατείας, αλλά και της πολιτείας του στην κυβέρνηση τα προηγούμενα χρόνια, την πάταξη της παράνομης μετανάστευσης, της κατάχρησης των κοινωνικών παροχών μέσω της “μετανάστευσης στο κοινωνικό σύστημα”, και βέβαια της προστασίας των συνόρων με τα κατάλληλα μέσα, κάτι για το οποίο ο ίδιος έγινε ευρύτατα γνωστός στην Ελλάδα με τις επανειλημμένες επικρίσεις εναντίον της Αθήνας για “ανικανότητα” στη διαχείριση του προσφυγικού.

Δεν είναι τυχαίο πως στις προεκλογικές τηλεοπτικές αναμετρήσεις ο ίδιος βρισκόταν σε αντιπαράθεση με τον αντίπαλό του και κυβερνητικό πλέον εταίρο του στη νέα κυβέρνηση, τον αρχηγό του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε, για το εάν αντέγραψε ή όχι τις σκληρές θέσεις του Στράχε για το προσφυγικό ή εάν ήταν ο Σεμπάστιαν Κουρτς ή ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν, εκείνος στον οποίο οφείλεται το κλείσιμο της αποκαλούμενης “Διαδρομής των Βαλκανίων” για τους πρόσφυγες.

Όπως βέβαια δεν ήταν τυχαίο, το ότι ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας ήταν ο πρώτος ηγέτης ξένης χώρας που έσπευσε να συγχαρεί θερμά τον Σεμπάστιαν Κουρτς αμέσως μετά την εκλογή του σε αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος τον περασμένο Μάιο.

Εν γένει όμως, άγνωστη για τα αυστριακά χρονικά υπήρξε η σκληρότητα του προεκλογικού αγώνα, εντυπωσιακή κατόπιν η εκλογική νίκη του Κουρτς στις 15 Οκτωβρίου και αναμενόμενη η προσέγγιση του στη συνέχεια με το ακροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα των Ελευθέρων για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού και η επισφράγιση της συνεργασίας τους με την ορκωμοσία της στις 18 Δεκεμβρίου, τη δεύτερη αυτή σημαδιακή ημερομηνία για την Αυστρία μέσα στο 2017.

Ανταποκριτής του ΑΠΕ-ΜΠΕ στη ΒΙΕΝΝΗ, ΑΥΣΤΡΙΑ

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: