Σκοπιανό: Χτίζοντας γέφυρες στον Βαρδάρη, γκρεμίζοντας τις γέφυρες στην Αθήνα




Του πρέσβη επί τιμή Αλέξανδρου Π. Μαλλιά

Πριν μερικές μέρες  μετείχα σε μία  ξεχωριστή  εκδήλωση  για την εξωτερική μας πολιτική που οργάνωσαν οι νέοι της γνωστής ομογενειακής οργάνωσης ΑΗΕΡΑ στο αμφιθέατρο του Μουσείου Ακροπόλεως. Θεώρησα υποχρέωση και καθήκον μου να  αναφερθώ ειδικότερα στο κλίμα σύγχυσης που αναίτια προκλήθηκε και δυστυχώς φαίνεται να επικρατεί  για μία ακόμη φορά στην Ελλάδα.

Με αφορμή  την αναζωπύρωση των διμερών  συνομιλιών και των προσδοκιών για επίλυση του ζητήματος της ονομασίας της  πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στο υψηλού   πολιτικού συμβολισμού  τελευταίο πρωτοχρονιάτικο διάγγελμα του ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας –πολιτική υποθήκη στην πραγματικότητα – την 31 Δεκεμβρίου 1994  μας προειδοποιούσε με αφορμή τις εξελίξεις στα Βαλκάνια και  για το ζήτημα των Σκοπίων :

‘’…Ενώ όλοι αναγνωρίζουμε ότι διαπράχθηκαν σφάλματα ,αρκούμεθα  στο να τα καταλογίσουμε ο ένας στον άλλο. Και παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι τα σφάλματα ακριβώς ,τα δικά μας, να διευκολύνουν τους τρίτους να παρερμηνεύουν άλλοι καλόπιστα και άλλοι  κακόπιστα τις θέσεις της Ελλάδος και να μας αδικούν.

Είναι καιρός όμως να συνειδητοποιήσουμε  όλοι τα σφάλματά μας  .Να επανεκτιμήσουμε με ρεαλισμό και υπευθυνότητα τις  νέες διεθνείς συγκυρίες. Και να αναζητήσουμε με συναινετικές διαδικασίες  την εθνική εκείνη  γραμμή που θα μας βγάλει από τα σημερινά αδιέξοδα…. Εκείνο που μας χρειάζεται σήμερα είναι να βρούμε  το θάρρος να αναδεχθούμε  όλοι τις ευθύνες μας ,αλλά και την βούληση ν’ ανταποκριθούμε  σ’ αυτές’’.

Αλήθεια πώς ηχούν σήμερα τα λόγια αυτά; Αναγνώριση της ευθύνης, ανταπόκριση στις ευθύνες που αναλογούν στον καθένα και πολιτική συναίνεση .

Το αίτημα και η προσδοκία όλων μας για κάποιας έστω μορφής και επιπέδου πολιτική συνεννόηση  στην αντιμετώπιση των  λεγομένων εθνικών θεμάτων τείνει πλέον να χαρακτηρισθεί ως  αθεράπευτος ρομαντισμός και ουτοπία.

Το πρόσταγμα είναι  σαφές : επιτέλους ας συνεννοηθούμε . Η πραγματικότητα όμως ,όπως δείχνει η επιπολαιότητα ή έστω η ‘’στρατηγική έπαρσης’’ με την οποία κάποιοι στην Αθήνα αντιμετωπίζουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους , ειδικά στο ζήτημα των σχέσεων μας με την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας είναι αυτοκαταστροφική. Αδυνατίζει η  όποια συνοχή του πολιτικού συστήματος συμπαρασύροντας  την τόσο  ρευστή και ευμετάβλητη  κοινή γνώμη.

Λυπούμαι που θα το πώ  τόσο ωμά. Η κυβέρνηση ,χάρις κυρίως στην αμετροέπεια και αλαζονεία ορισμένων ,κατάφερε μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να στρέψει εναντίον της ένα μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης σε όλη την Ελλάδα και  όχι μόνο στην Μακεδονία. Ταυτόχρονα  προκαλεί την  έντονη αντίδραση της οργανωμένης ομογένειας .Ευτυχώς,  την υστάτη στιγμή χάρις κυρίως στην επιστολή του κυρίου Πρωθυπουργού  μπόρεσε να περιορίσει την κλιμάκωση της ζημιάς που  θα μπορούσε  να προκαλέσει  στις σχέσεις με την Εκκλησία  ένα  κείμενο  που αποδόθηκε  σε κάποιους στο Υπουργείο  Εξωτερικών.

Γιατί λοιπόν κλείνουμε τα αυτιά στην έκκληση να προτάξουμε το γενικό συμφέρον, το εθνικό,  το μείζον, το όλον αντί των μικρών ,των εφήμερων, των μικροκομματικών και αμφίβολων ;Τώρα είναι η στιγμή να επιβάλλουμε επιτέλους στους πολιτικούς μας ηγέτες   την συνεννόηση σε αυτά που αποκαλούμε εθνικά θέματα:

Πρώτο  και κυριότερο στην ιεράρχηση εθνικό  θέμα είναι η επιστροφή της Ελλάδας και των Ελλήνων στην ‘’ομαλότητα’’.  Μέχρι τότε συνεπώς  συμφωνούμε ότι επικρατούν συνθήκες μη-ομαλότητας. Εδώ και  εννέα χρόνια. Ομαλότητα σημαίνει αποκατάσταση συνθηκών προβλέψιμης ασφάλειας πολιτικής ,οικονομικής , κοινωνικής εν τέλει εθνικής.

Αυτές είναι οι όροι της πραγματικής και όχι μίας εικονικής εξόδου από την βαθιά κρίση ,την απαξίωση και αυτό-απαξίωση εντός και εκτός του Κοινοβουλίου.

Με  ή χωρίς μνημόνια η  Ελλάδα  βρίσκεται σε μία παρατεταμένη περίοδο παρακμής. Χωρίς ημερομηνία λήξης. Πιστεύει αλήθεια  κανείς ότι  μια αποστειρωμένη από ηθικό,  ελπίδα ,αξίες και ιδανικά κοινωνία μπορεί να ελπίζει σε ένα καλύτερο αύριο λόγω  της  εξόδου( το τέλος των μνημονιακών  συμβάσεων)  από την οικονομική κρίση;

Να ξεκαθαρίσουμε λοιπόν. Δεν υπάρχει αποτελεσματική Εθνική Πολιτική Ασφάλειας  έξω από  συνθήκες ομαλής πολιτικής και οικονομικής ασφάλειας. Ως ΄΄ πολιτική ασφάλεια’’ εννοώ  την συνταγματική, νομοθετική , πολιτισμική ειρηνική επανάσταση που θα  ξαναφέρει την εμπιστοσύνη του πολίτη προς τους πολιτικούς Θεσμούς , Βουλή , κόμματα και πολιτικούς. Αυτή είναι η επανάσταση που θα ξαναβάλει τον ‘’πολίτη’’ στο κέντρο και όχι ως προσχηματικό τίτλο της πολιτικής.

Αυτή είναι η επανάσταση  που θα οδηγήσει στην αποκατάσταση ενός σταθερού πλαισίου πολιτικού σχεδιασμού και δράσεων  που θα χαρακτηρίζονται από την μεγαλύτερη δυνατή συνέχεια .Θεμέλιο  της συνέχειας  είναι η ύπαρξη ενός σταθερού πλαισίου  λειτουργικής και θεσμικής ασφάλειας στην καθημερινή μας ζωή, στούς ορίζοντες και στα οράματα των νέων ,στο επιχειρείν,στην δημουργία.

Αυτήν την ασφάλεια περιμένει κάθε  πολίτης από το πολιτικό σύστημα  .Η επιστροφή στην ομαλότητα- πολιτική και οικονομική – αποτελεί αναγκαία  προϋπόθεση χάραξης ,άσκησης και ελέγχου  υλοποίησης της Πολιτικής Εθνικής Ασφάλειας .

Θα έπρεπε να το γνωρίζουμε και να μην την υποτιμούμε. Η σύγχρονη ιστορία μας θα έπρεπε να μας είχε διδάξει ότι η ‘’πολιτική ετοιμότητα’’ είναι εξίσου σημαντική  με την αμυντική ετοιμότητα. Αποτελεί ουσιαστικό συστατικό στοιχείο της  εθνικής ισχύος και της αποτροπής .Η πολιτική  συνεννόηση και συναίνεση είναι ο  ακρογωνιαίος λίθος  της πολιτικής ετοιμότητας μας να αντιμετωπίσουμε τις  προκλήσεις εθνικής ασφάλειας  και τα λεγόμενα εθνικά θέματα. Μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι υπάρχει η προϋπόθεση αυτή σήμερα  στην Αθήνα ;

Ας συμφωνήσουμε λοιπόν τώρα  στην ανάγκη εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου χάραξης , συζήτησης, συνεννόησης και εφαρμογής πολιτικής με την  Συνταγματική σύσταση ενός Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας η έστω ,ως πρώτο βήμα, τον νομοθετικό εκσυγχρονισμό του ΚΥΣΕΑ. Ας αξιοποιήσουμε τουλάχιστον την επερχόμενη συνταγματική αναθεώρηση.

Θλίβομαι  όταν ακόμη και σήμερα , μετά τα δεινά  και την ταπείνωση που σαν χώρα και σαν λαός έχουμε υποστεί ακριβώς λόγω και της έλλειψης συνεννόησης και συναίνεσης των πολιτικών μας αρχηγών, ακούω από υπεύθυνα χείλη  ότι «δεν είναι ώριμα τα πράγματα». Αν όχι τώρα πότε λοιπόν ; Θα  περιμένουμε άραγε  την νύχτα της μεγάλης καταστροφής  για να ωριμάσει η κατάσταση;

Δεν γνωρίζω και ομολογώ πως ελάχιστα με ενδιαφέρει αν η γενικευμένη σύγχυση που  επικρατεί σήμερα στην Ελλάδα με αφορμή το ζήτημα των Σκοπίων εξυπηρετεί  κάποιους συγκεκριμένους  πολιτικούς -κομματικούς  δηλαδή –στόχους.

Θα μπορούσα να  υποπτευθώ  τα κίνητρα. Δυσκολεύομαι  εν τούτοις  να  πιστέψω ότι ξαφνικά κάποιοι αποφάσισαν ότι ο καλύτερος τρόπος για να ενισχύσουν την διαπραγματευτική θέση της Ελλάδος στην  δύσκολη και σοβαρή αυτή διένεξη με την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας είναι να  μετατρέψουν εκ νέου το ζήτημα σε μείζον εσωτερικό πρόβλημα ,να προκαλέσουν ρήγμα στην κοινή γνώμη και να αποκοπούν από την ομογένεια.

Σίγουρα. Και στο παρελθόν  έχουμε κάνει  λάθη και εσφαλμένες εκτιμήσεις. Υπάρχουν ευθύνες που έχουν καταλογισθεί και έχουν αναληφθεί. Είναι όμως  η πρώτη φορά που κάποιοι στην Αθήνα θεωρούν ότι  ο καλύτερος τρόπος για να  στήσουμε  γέφυρες με τους γείτονές μας στον Βαρδάρη( Αξιό)  είναι να γκρεμίσουμε  τις όποιες γέφυρες πολιτικής  συνεννόησης και συναίνεσης  υπήρχαν στην Ελλάδα. Κρίμα.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: