Ο «Γυάλινος κόσμος» του Τένεσι Ουίλιαμς στο θέατρο Τ στη Θεσσαλονίκη




«Σβήσε τα κεριά σου Λώρα. Σήμερα ο κόσμος φωτίζεται μόνο με αστραπές».

Bίντεο σαν από επίκαιρα εποχής προβάλλονται στην οθόνη της σκηνής – διάφανο και τρύπιο προπέτασμα του θεάτρου-, πλάνα από φιγούρες σαν τα ανθρωπάκια του Γαϊτη κι ένας θεατής/πρωταγωνιστής, ο Τομ, παρακολουθεί την οθόνη καθισμένος πάνω στη σκηνή σε βαθυκόκκινη τριπλή θέση κινηματοθέατρου εποχής.

Ο «Γυάλινος κόσμος» του Τένεσι Ουίλιαμς έκανε την πρεμιέρα του ανήμερα τα Χριστούγεννα, στο Θέατρο Τ, στην οδό Φλέμινγκ της ανατολικής Θεσσαλονίκης.

Συνηθίζεται η χρήση του βίντεο σε θεατρικές παραστάσεις. Σε τι εξυπηρετεί;

«Καμιά ιστορία δεν είναι ανεξάρτητη απ’ το ιστορικό και κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον στο οποίο διαδραματίζεται. Κι ο ”Γυάλινος κόσμος’’, ίσως και όλα τα έργα του Ουίλιαμς, διαδραματίζεται στο στούντιο ή αλλιώς στο εργαστήρι του συγγραφέα. Μοντάρει αναμνήσεις, γι’ αυτό και η εμμονή με τον κινηματογράφο. Είναι μια ταινία με ζωντανά πρόσωπα και φιλμαρισμένες μνήμες. Δεν είναι εύρημα. Είναι μέρος της αφήγησης. Η εικόνα στο θέατρο είναι διαχείριση του χώρου, στον κινηματογράφο είναι του χρόνου» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η σκηνοθέτης της παράστασης, Γλυκερία Καλαϊτζή.

Ο «Γυάλινος κόσμος» γράφτηκε το 1944, στην Ελλάδα πρωτοπαίχτηκε το 1946 απ’ το θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Έκτοτε, ευτύχισε σε χιλιάδες παραστάσεις ανά τον κόσμο (μεταφράστηκε σε τριάντα γλώσσες).

«Εάν η γνώση, το χρήμα και η εξουσία, όπως πιστεύει ο Τζιμ, ο νεαρός εκ των πρωταγωνιστών του έργου, πράγματι συγκροτούν τη δημοκρατία, τότε η ίδια η δημοκρατία βρίσκεται υπό απειλή. Ο κόσμος μας είναι γεμάτος με ”Γυάλινους κόσμους”, γιατί όλα αυτά τα οικοδομήματα φλέγονται αδιάκοπα απ την οργή και τη φωτιά της ανθρώπινης απελπισίας» έλεγε, σχεδόν τριανταπέντε χρόνια πριν, ο σκηνοθέτης Διαγόρας Χρονόπουλος όταν ανέλαβε τη σκηνοθεσία του έργου για το ΚΘΒΕ. Ισχύουν όλα αυτά και σήμερα. Γιατί επιλέξατε σήμερα, ξανά, έναν «Γυάλινο κόσμο» κ.Καλαϊτζή;

«Επειδή ολοκληρώνει έναν κύκλο που έχει να κάνει με τον τρόπο που εγώ έζησα στο θέατρο. Έχει τρομακτικές αναλογίες με τη σημερινή εποχή. Δεν είναι η νοσταλγία αλλά η οδύνη της επιλογής. Η επιλογή μας, όπως του Τομ, να φύγουμε απ’ τον οικογενειακό μας κόσμο έχει κόστος. Δεν κάνω θέατρο για να δείχνω συναισθήματα. Είμαι περισσότερο μπρεχτική. Να δούμε πώς ζούμε. Έτσι θα αναγνωρίσουμε πραγματικά τον εαυτό μας. Επειδή δεν μ’ ενδιαφέρουν οι συγγραφείς που δείχνουν αυτά που συμβαίνουν στους άλλους, αλλά εκείνοι που φλέγονται οι ίδιοι και αφήνουν τη φωτιά τους να φανεί. Ήρθε ο καιρός να δούμε ότι είμαστε μέρος του προβλήματος. Γιατί στην εποχή μας τα social media που δίνουν την αίσθηση ότι τα διαχειρίζονται όλα στην πραγματικότητα δεν διαχειρίζονται τίποτα» απαντά η σκηνοθέτης.

«Γυρίζω πίσω το χρόνο. Και πάω, σ’ εκείνη την αλλόκοτη δεκαετία του τριάντα, τότε που η μεγάλη μεσαία τάξη της Αμερικής έτρεχε να σπουδάσει το τυφλό σύστημα. Είχαν κουραστεί τα μάτια τους ή είχαν κουράσει τα μάτια τους κι άρχισαν να βαράν με μανία τα δάχτυλά τους στο πληκτρολόγιο μιας οικονομίας που κατέρρεε. Στην Ισπανία ο εμφύλιος. Εδώ φωνές και σύγχυση. Στην Ισπανία είχαμε την Γκερνίκα. Εδώ εργατικές διαδηλώσεις, κάποτε αρκετά βίαιες, σε κατά τα άλλα φιλήσυχες πόλεις όπως το Σικάγο, το Κλήβελαντ, το Σαιντ Λιούις. Αυτό είναι το κοινωνικό backround του έργου». Εδώ, οι λέξεις του συγγραφέα, τα αγγλικά με τη βαριά προφορά του αμερικάνικου νότου στον «Γυάλινο κόσμο» ή αλλιώς «Το Γυάλινο Θηριοτροφείο» μεταφράζονται/αποδίδονται/σκηνοθετούνται από τη Γλυκερία Καλαϊτζή. «Προτιμώ» εξηγεί η σκηνοθέτης «ν’ ακούω τις ανάσες των λέξεων προτού τις διδάξω ως έννοιες στα σώματα των ηθοποιών».

«Ναι, κάνω κόλπα μαγικά, κρύβω άσσους στο μανίκι μου, αλλά δεν είμαι ταχυδακτυλουργός. Το αντίθετο θα ‘λεγα. Εκείνος προσφέρει ψευδαισθήσεις που τις κάνει να φαίνονται σαν αλήθεια. Εγώ σας προσφέρω αλήθειες με την ευχάριστη όψη της ψευδαίσθησης… Εγώ είμαι ο αφηγητής του έργου αλλά και ένας χαρακτήρας του. Οι άλλοι χαρακτήρες είναι η μητέρα μου, η Αμάντα, η αδερφή μου, η Λώρα κι ένας υποψήφιος μνηστήρας, που εμφανίζεται στις τελευταίες σκηνές. Αυτός είναι και ο πιο ρεαλιστικός χαρακτήρας του έργου, ένας απεσταλμένος του πραγματικού κόσμου, από τον οποίο εμείς ζούσαμε κάπως χωριστά. Υπάρχει κι ένας πέμπτος χαρακτήρας στο έργο που δεν εμφανίζεται παρά μόνο σ’ αυτή τη φωτογραφία. Αυτός είναι ο πατέρας μας που μας εγκατέλειψε εδώ και πολύν καιρό. Ήταν ένας τηλεφωνητής που ερωτεύτηκε τις μακρινές αποστάσεις, παράτησε τη δουλειά του στην τηλεφωνική εταιρεία και την έκανε με ελαφρά από την πόλη. Το τελευταίο που ακούσαμε απ’ αυτόν ήταν μια κάρτα που στάλθηκε από το Μαζατλάν, κάπου στη μεξικάνικη ακτή του Ειρηνικού, με δυο λέξεις μόνο «Γεια – Αντίο»! Χωρίς διεύθυνση. Το υπόλοιπα θα σας τα εξηγήσει το έργο από μόνο του».

Ο μονόλογος του αφηγητή Τομ τελειώνει και ο ηθοποιός «ντύνεται» το ρόλο του.

Ελεγεία στη χαμένη αθωότητα; Έλξη, σχεδόν, ερωτική για το παρελθόν ως μέθοδος ίασης των ενοχών από την εγκατάλειψη του, το τίμημα της προσωπικής ελευθερίας; Το καταστραμμένο αμερικάνικο όνειρο, η μεγάλη ύφεση της εποχής, κοινωνίες σε αλλαγή, το τέλος μιας συγκεκριμένης οπτικής πάνω στις ανθρώπινες δυνατότητες; Όπως και νάχει, η τέχνη δεν μπορεί ποτέ πραγματικά να προστατεύσει από το πραγματικό («κανένας στίχος δεν ανατρέπει καθεστώτα”) κι ο Τένεσι Ουίλιαμς το έμαθε ήδη απ’ τα 33 του χρόνια, το είπε ζώντας και παρατηρώντας συνάμα την Αμερική που κοίμιζε τα παιδιά της με κινηματογραφικές ταινίες, λαμπερά περιοδικά, θλιβερές, μαύρες νότες της τζαζ και ρυθμούς σουίνγκ σε κλαμπ Paradise . Ο Τένεσι Ουίλιαμς , ήξερε ήδη απ’ το πρώτο του μεγάλο θεατρικό έργο -τον «Γυάλινο Κόσμο» πως η δύναμη της τέχνης έγκειται στην ικανότητά της να ξεπερνά σε διάρκεια ακόμη και τα τραύματα της Ιστορίας.

Ο κόσμος του έργου είναι τελικά «Γυάλινος» επειδή είναι πολύτιμος και άρα εύθραυστος ή επειδή είναι ψεύτικος;

«Είναι όπως οι οθόνες κινηματογράφου, τηλεόρασης, υπολογιστή» λέει η σκηνοθέτης.«Η Λώρα ζει σ έναν γυάλινο κόσμο όχι γιατί ασχολείται με τα γυαλάκια της αλλά γιατί ζει σ αυτόν ως άμυνα στον ψεύτικο κόσμο που την περιβάλει. Η μεγάλη καταδίκη της σύγχρονης κοινωνίας είναι η τηλεόραση. Ένα μέσο που διαμορφώνει συνειδήσεις πρόβαλε σαν διαμάντια που λάμπουν τα σκουπίδια της κι ήρθε ξαφνικά η στιγμή που ανακαλύψαμε πως αυτά που έλαμπαν ήταν γυαλάκια όχι διαμάντια. Το θέατρο είναι που δίνει την πραγματική εικόνα της αλήθειας μας. Η τηλεόραση σε πείθει εύκολα ότι είναι πραγματικό αυτό που δείχνει. Δεν είναι όμως. Και στην κρίση και παντού η μεγαλύτερη επένδυση είναι οι άνθρωποι» απαντά η σκηνοθέτης αλλά και θεατρώνης και καθηγήτρια υποκριτικής και θεωρίας του θεάτρου στο ΑΠΘ, Γλυκερία Καλαϊτζή.

Είναι η τέταρτη χρονιά της λειτουργίας του Θεάτρου Τ και η πρώτη που έλαβε επιχορήγηση (μαζί με τρείς ακόμη θεατρικές ομάδες της πόλης) , ύψους 10.000 ευρώ από το υπουργείο Πολιτισμού. Στα τέσσερα χρόνια της αδιάλειπτης λειτουργίας του, το θέατρο Τ ( χώρος που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία ντόπιων καλλιτεχνών ως μια ανοιχτή πλατφόρμα στους δημιουργούς της πόλης, με καλλιτεχνικό αλλά και εκπαιδευτικό χαρακτήρα) ανέβασε περισσότερες από τριάντα παραστάσεις έργων κλασικού και σύγχρονου ρεπερτορίου ενώ φιλοξένησε θεατρικές ομάδες της πόλης.

Τα σκηνικά της παράστασης σχεδίασε η Ευαγγελία Κιρκινέ, τα κοστούμια η Μαρία Καραδελόγλου και τη μουσική έγραψε ο Μάκης Καραδελόγλου.

Τον ρόλο της Αμάντας (της μητέρας στην παράσταση) ανέλαβε η ηθοποιός Γιώτα Φέστα που αντέστρεψε τη συνήθη κατεύθυνση της διαδρομής των ηθοποιών. Ήρθε από την Αθήνα να παίξει σε ένα μικρό θέατρο της Θεσσαλονίκης.

Την αισθαντική Λώρα, ερμηνεύει η Κατερίνα Συναπίδου, το ρόλο του Τζίμ ο Δημήτρης Κρίκος , κι αυτόν του Τομ -αφηγητή ο Χρήστος Παπαδόπουλος.
 

Β. Χαρισοπούλου , AΠΕ-ΜΠΕ

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: