Η τουρκική επιδίωξη για «θρακιώτη Ντενκτάς» και η ανάγκη βελτιώσεων στην ανάδειξη μουφτήδων




Του Νίκου Μελέτη

Με λάθος τρόπο, που υπονομεύει τελικά μια σωστή κατά βάση επιλογή, επιχειρεί να ανοίξει η κυβέρνηση το θέμα της ανάδειξης των μουφτήδων, δημιουργώντας τελικά νέα φοβικά σύνδρομα εις βάρος της μειονότητας, καχυποψία για τις προθέσεις της και την σχέση της Άγκυρας με την απόφαση  αυτή και τελικά εσωτερικό διχασμό για ένα ζήτημα που πρέπει και επιβάλλεται να αντιμετωπισθεί εθνικά, συλλογικά και συνολικά.

Η εκκρεμότητα που υπάρχει εδώ και περισσότερο από είκοσι χρόνια με τους μουφτήδες και τον τρόπο ανάδειξής τους πληγώνει την μουσουλμανική μειονότητα και δίνει ευκαιρία στην Άγκυρα και τους ακραίους της μειονότητας να σηκώσουν μπαϊράκι για ένα ζήτημα για το οποίο και διεθνής πρακτική εμπειρία υπάρχει και πρότυπα που μπορούν να ταιριάξουν με την  θρησκευτική παράδοση των Ελλήνων μουσουλμάνων και της πρακτικής που ακολουθείται στην συντριπτική πλειοψηφία των μουσουλμανικών κρατών.

Το διπλό παράλληλο σύστημα που έχει επιβληθεί ντε φάκτο στην Θράκη σε ότι αφορά τους θρησκευτικούς λειτουργούς  έχει επιφέρει σημαντικό κόστος στην χώρα, καθώς υπάρχουν οι αρνητικές για την Ελλάδα αποφάσεις του ΕΔΑΔ στις καταδίκες των ψευτομουφτήδων για αντιποίηση αρχής, οι ψευδομουφτήδες με την σημαντική οικονομική και πολιτική στήριξη που λαμβάνουν από τα γνωστά κέντρα έχουν κυριαρχήσει στα περισσότερα τζαμιά της Θράκης και συγχρόνως παραπλανώντας την διεθνή κοινότητα που δεν γνωρίζει σε βάθος την κατάσταση στην Θράκη, δημιουργείται η εικόνα ότι η Ελλάδα με την μη αναγνώριση των «εκλεγμένων» μουφτήδων παραβιάζει τις θρησκευτικές ελευθερίες της μουσουλμανικής μειονότητας.

Όμως ο τρόπος που ξεκίνησε την συζήτηση η κυβέρνηση κινδυνεύει να φέρει την Πολιτεία να διαπραγματεύεται με τα ακραία στοιχεία που χειραγωγούνται από το τουρκικό Προξενείο και με την  ίδια την τουρκική κυβέρνηση, που δεν ικανοποιούνται από τις αναγκαίες βελτιωτικές κινήσεις στην διαδικασία ανάδειξής μουφτή (με ένα ευρύτερο και πιο αξιόπιστο, αλλά αυστηρά μικρό εκλεκτορικό σώμα), καθώς επιμένουν στην καθολική ψηφοφορία  με μοναδικό στόχο την ανάδειξη ενός θρακιώτη Ντενκτάς…

Η Τουρκία (όπως και ο ίδιος  ο Τ. Ερντογάν έθεσε σε ανώτατο επίπεδο στην επίσκεψη του στην χώρα μας), απαιτεί την  αναγνώριση των ψευτομουφτήδων οι οποίοι υποτίθεται ότι έχουν εκλεγεί από καθολική ψηφοφορία η οποία φυσικά είναι εντελώς έωλη: δεν προβλέπονταν από κανένα νομικό πλαίσιο, δεν υπήρχαν αξιόπιστοι εκλογικοί κατάλογοι, υπήρχε σαφής διάκριση εις βάρος των γυναικών ψηφοφόρων και υπήρχαν μια σειρά ακόμη παρανομίες και παρατυπίες.

Από την περίοδο της θητείας του Θ. Πάγκαλου στην αντιπροεδρία της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου έχει ξεκινήσει συζήτηση για εξορθολογισμό του τρόπου ανάδειξης των μουφτήδων.

Όμως τώρα η ανακοίνωση γίνεται σπασμωδικά λίγες ημέρες μετά τον προκλητικό και επιθετικό τρόπο με τον οποίο έθεσε το ζήτημα ο κ. Ερντογάν.

Και έτσι  οι αναγκαίες προσαρμογές στο σύστημα ανάδειξης των μουφτήδων ,εμφανίζεται ως αποτέλεσμα της παρέμβασης του προέδρου της Τουρκίας.

Η ανακοίνωση ότι επίκειται αλλαγή του συστήματος ανάδειξης των μουφτήδων γίνεται με τρόπο  προβληματικό.

Ο καθ’ ύλη αρμόδιος υπουργός παιδείας κ. Γαβρόγλου ο οποίος είχε συναντηθεί μυστικά (ανακοινώθηκε εκ των υστέρων η συνάντηση) με τον αντιπρόεδρο της τουρκικής κυβέρνησης Χακάν Τσαβούσογλου πριν ένα μήνα, ενώ συναντήθηκε και με τον κ. Ερντογάν, σπεύδει να ανακοινώσει ότι επίκειται αλλαγή στο σύστημα ανάδειξης των μουφτήδων με συνέντευξη του στο Κανάλι της Βουλής. Χωρίς καμία προεργασία, χωρίς να υπάρχει επεξεργασμένο σχέδιο και με ανιστόρητες και απαράδεκτες αναφορές στον τρόπο ανάδειξης του Οικουμενικού Πατριάρχη, που δεν έχει ουδεμία σχέση με τους μουφτήδες.

Καθώς όμως η συνέντευξη θα έβγαινε στον «αέρα» το βράδυ της Παρασκευής, δίνεται στην δημοσιότητα το επίμαχο απόσπασμα, ώστε να γίνει  ερώτηση για το θέμα στον πρωθυπουργό στην συνέντευξη τύπου που θα έδινε στις Βρυξέλλες το απόγευμα της Παρασκευής. Και φυσικά η απάντηση επιβεβαίωσε την αναφορά Γαβρόγλου.

Με τον τρόπο αυτό και πάρα τις περί του αντιθέτου δηλώσεις δίνεται η εντύπωση ότι η κυβέρνηση σπεύδει να ικανοποιήσει την απαίτηση του κ. Ερντογάν και των ακραίων κύκλων της μειονότητας, στέλνοντας έτσι ένα ακόμη πολύ αρνητικό μήνυμα  στους μειονοτικούς που όλα αυτά τα χρόνια στάθηκαν απέναντι στους μηχανισμούς των ψευτομουφτήδων και του τουρκισμού στην Θράκη.

Υπάρχει ανάγκη για άμεσες κινήσεις στην Θράκη:

Να υπάρξει άμεσα συνεννόηση μεταξύ των κομμάτων ,ώστε να επιδιωχθεί κοινή στάση και συμπόρευση.

Να ενισχυθούν οι Μουφτείες ώστε να προσελκύσει ο θεσμός αξιόλογους υποψήφιους οι οποίοι σήμερα αποφεύγουν την εμπλοκή με αδύναμους θεσμούς που υπονομεύονται εκ των έσω και βάλλονται  από το Προξενείο.

Η ανάδειξη τους μπορεί να γίνεται  από εκλεκτορικό σώμα ιμάμηδων-ιεροδιδασκάλων, θεολόγων και επιφανών μουσουλμάνων, σύμφωνα με την πρακτική πολλών μουσουλμανικών κρατών και αφού επιλεγεί ο «άριστος»  εκ των «αρίστων»  τότε θα διορίζεται στην θέση αυτή από τον Υπουργό Παιδείας.

Με μια τέτοια ρύθμιση και με δεδομένη την νομοθετική πρόβλεψη για τον προαιρετικό χαρακτήρα της υπαγωγής στην δικαιοδοτική αρμοδιότητα του Μουφτή, διαμορφώνουν ένα πλαίσιο που σέβεται πλήρως την παράδοση των μουσουλμάνων πολιτών στην Θράκη και συγχρόνως ακυρώνουν την τουρκική προπαγάνδα για εκλογή του Μουφτή.

Το τουρκικό Προξενείο και οι επαγγελματίες του τουρκισμού στην Θράκη που επιβιώνουν για δεκαετίες κάνοντας σημαία και το θέμα των μουφτήδων, ανησυχούν για το ενδεχόμενο η Ελληνική Πολιτεία να κάνει το καθήκον της και να παρουσιάσει ορισμένες βελτιώσεις  για μια αξιόπιστη σύγχρονη, ευρωπαϊκή και σύμφωνα με τις παραδόσεις των Ελλήνων μουσουλμάνων  πρόταση για την ανάδειξη των μουφτήδων.

Ο πειρασμός της κυβέρνησης, να παίξει παιγνίδια εντυπωσιασμού, λόγω ιδεοληψιών, και καθώς στηρίζεται  σε κοινοβουλευτική πλειοψηφία που της προσέφεραν οι μουσουλμάνοι βουλευτές και η χειραγώγηση της μειονοτικής ψήφου από το Τουρκικό Προξενείο, είναι μεγάλος.

Αλλά οι ευθύνες που αναλαμβάνουν με πειραματισμούς στην Θράκη είναι  ιστορικές και αφορούν πλέον την ίδια την ασφάλεια και την συνοχή της χώρας.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Το ζήτημα προέκυψε όταν απεβίωσαν την δεκαετία του 90 οι δυο μουφτήδες  που είχαν αναδειχθεί  με βάση το προηγούμενο σύστημα και είχαν πολυετή θητεία. Στην Κομοτηνή ο Χουσείνογλου Μουσταφά πέθανε το 1985 και ο Νομάρχης ανέθεσε καθήκοντα τοποτηρητή  στον Ιμαμ Ρουσδη  που παραιτήθηκε λίγους μήνες αργότερα λόγω των αντιδράσεων της μειονότητας. Τον Δεκέμβριο του 1985 ο θεολόγος Μέτσο Τζεμαλή  διορίσθηκε τοποτηρητής και τελικά το 1990 ως μουφτής. Το 1990 οργανώθηκε με πρωτοβουλία ακραίων της μειονότητας και του Προξενείου  άτυπη εκλογική διαδικασία, που ανέδειξε τον Ιμπραήμ Σεριφ ως «μουφτή» Κομοτηνής.

Στην Ξάνθη μουφτής μέχρι το 1990 ήταν ο Μουσταφά Χιλμή, το 1990 ο γιος του  Μεχμέτ Εμίν Αγγά διορίζεται τοποτηρητής όπου ουσιαστικά γίνεται ο άτυπος μουφτής ως προστάτης του πατέρα του. Με τον νόμο του 1991 διορίζεται Μουφτής ο Εμίν Σινικόγλου και τότε ο Αγγά πετυχαίνει να «εκλεγεί» μουφτής με την μη νόμιμη διαδικασία, ενώ μετά τον θάνατο του «εκλέγεται» ο Αχμέτ Μετέ.

Το νομικό πλαίσιο που διέπει την ανάδειξη των μουφτήδων:

– Το 1882 ο νόμος ΑΛΗ’ σε εφαρμογή της Συνθήκης  της Κωνσταντινούπολης  (1881) προβλέπει διορισμό και παύση Μουφτή με Βασιλικό Διάταγμα, μετά από υπόδειξη υποψηφίου από την «μωαμεθανική κοινότητα».

– Συνθήκη Ειρήνης Αθηνών (1913) με τους όρους λήξης του πολέμου ρυθμίζει θέματα μουσουλμάνων στην Ελλάδα και σχετικά με Μουφτή θεσμοθετείται η εκλογή του.

– Συνθήκη Λωζάννης 1923 : δεν αναφέρεται σε θέματα μουφτή αλλά αφιερώνει κεφάλαιο στην προστασία  των μειονοτήτων και  στην θρησκευτική ελευθερία των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων στην Τουρκία. Προβλέπεται ότι θα λαμβάνονται μέτρα «όσον αφορά την οικογενειακή η προσωπική αυτών ζωή, όπως τα ζητήματα αυτά κανονίζωνται συμφώνως προς τα έθιμα των μειονοτήτων τούτων», ενώ με το άρθρο 45 αναλαμβάνει και η Ελλάδα να αναγνωρίσει τα ίδια δικαιώματα στις «εν τω εδάφει αυτής ευρισκομένας μουσουλμανικάς μειονότητας» . Όμως πουθενά δεν υπάρχει δέσμευση για εκλογή μουφτήδων η εφαρμογή της Σαρίας.

– Με τον Ν. 2345/1920  ο κατά τόπο αρμόδιος νομάρχης προκήρυττε εκλογή μουφτή. Οι υποψήφιοι ήταν έξι μουσουλμάνοι Έλληνες πολίτες  διπλωματούχοι Μεντρεσέ, η διατελέσαντες Μουφτήδες  ,με τις αιτήσεις να υποβάλλονται στον Υπουργό Θρησκευμάτων που είχε και την διακριτική ευχέρεια να διαγράψει όσους υποψήφιους δεν επιθυμούσε και κατόπιν προχωρούσε σε εκλογές  την εποπτεία είχε το αρμόδιο Πρωτοδικείο  το οποίο και ανακήρυττε τον πλειοψηφούντα Μουφτή.

Με τον Ν. 1920/1991  επανήλθε το καθεστώς του νόμου του 1882 για διορισμό των Μουφτήδων, προκαλώντας αντιδράσεις από τους ακραίους κύκλους της μειονότητας.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: