Του Σωτήρη Δημόπουλου
Για όποιον έχει την, ιώβειο, υπομονή να παρακολουθεί τις ατέρμονες διαδικασίες των συζητήσεων για το Κυπριακό, με τα ήξεις αφίξεις της πολιτικής ηγεσίας και την, ίσως, φαινομενική απάθεια της κυπριακής κοινωνίας, δεν μπορεί παρά να αισθάνεται βαθύτατα απαισιόδοξος.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων ένοιωσε ανακούφιση που ένας ακόμη γύρος συνομιλιών κατακρημνίσθηκε στις ελβετικές Άλπεις. Μπορεί κατά βάθος αυτή να είναι και η προσδοκία των πολλών: η συμμετοχή σε μια επαναλαμβανόμενη «παράσταση» χωρίς αυλαία. Άλλωστε η απροσχημάτιστη τουρκική αρπακτικότητα δεν δίνει ούτε καν ένα φύλλο συκής στους σταθερούς οπαδούς της όποιας λύσης.
Το «έργο», ωστόσο, σύντομα μπορεί να έχει πολύ δυσάρεστη εξέλιξη, και δεν υπάρχει κανείς «από μηχανής θεός» να την αποτρέψει, παρά τις μύχιες ελπίδες (ή πεποιθήσεις) αρκετών Κυπρίων. Τα όσα διημείφθησαν όλο το προηγούμενο διάστημα και, κυρίως, οι εξωφρενικές υποχωρήσεις-παραχωρήσεις στις οποίες προέβη ο «χουβαρντάς» κ. Αναστασιάδης, συνεπικουρούμενος από τον κ. Κυπριανού, δημιουργούν ένα εν τοις πράγμασι κάκιστο προηγούμενο. Δεν στέκει καμία δικαιολογία για την παράδοση, έστω και στα χαρτιά, της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Γιατί αυτό συνέβη όλο το προηγούμενο διάστημα με αποκορύφωμα το «όργιο» στον Κραν Μοντανά. Μια πρωτοφανής υποχωρητικότητα, δήθεν, για να λυγίσει η σκληρή Τουρκία. Και η Τουρκία δεν λύγισε, γιατί τα θέλει όλα, και ξέρει ότι αν δεν τα πάρει όλα, αύριο θα έχει μπροστά της «παγίδες». Προσοχή, δεν υπολογίζει την αποφασιστικότητα των Ελληνοκυπρίων να διατηρήσουν όση κυριαρχία θα υφίσταται ακόμη σε ένα κράτος-σκιάχτρο, που δρομολογείται ενάντια σε κάθε διεθνή νομιμότητα αλλά και ενάντια στους νόμους της λογικής.
Το know-how, ως γνωστόν υπάρχει από τη δεκαετία του 1960. Δεν χωρεί συζήτηση ότι το βέβαιο χάος το διακρίνουν στον ορίζοντα και όλοι οι διεθνείς δρώντες παίκτες επί του κυπριακού οικοπέδου. Αλλά αυτό συνιστά ένα δευτερογενές στάδιο στο σχεδιασμό τους. Αρχικώς, ο στόχος είναι να καθαρίσει νομικά η περιοχή για τους αγωγούς και, ταυτόχρονα, να γύρει η ζυγαριά στις νέες γεωστρατηγικές ισορροπίες. Κυρίως, δηλαδή να κερδηθεί εκ νέου για το δυτικό στρατόπεδο η επηρμένη τουρκική ηγεσία, προσφέροντάς της ισχυρά μερίδια επιρροής σε ενεργειακές πηγές και στην Μεγαλόνησο. Δεν παραδίδουν, όμως, την αποκλειστική ιδιοκτησία στους νεο-οθωμανούς, αλλά, αντιστρόφως, η Κύπρος θα συνιστά στοιχείο ελέγχου της τουρκικής πολιτικής.
Οι μόνοι που φαίνεται να μην βλέπουν όχι τον μακρινό ορίζοντα αλλά ούτε πέρα από τη μύτη τους, είναι διάφοροι πολιτικοί παράγοντες σε Ελλάδα και Κύπρο, που εδράζουν τα επιχειρήματά τους κυριολεκτικά στο κενό λόγο. Ιδιαίτερα στο νησί έχει διαμορφωθεί ένα μικροπεριβάλλον, στο οποίο ισχύουν αυθαίρετες σταθερές, που δεν ανταποκρίνονται στην ευρύτερη πραγματικότητα αλλά σε άκαμπτες κομματικές γραμμές και ευσεβείς πόθους. Είναι, για παράδειγμα, ακατανόητος ο τρόπος που στο δημόσιο διάλογο για το μέλλον του Κυπριακού φαίνεται να μην λαμβάνεται ουδόλως υπ’ όψιν η συμπεριφορά της Τουρκίας προς τους γείτονές της στην Μ. Ανατολή. Οι ευθείες απειλές και οι ωμές στρατιωτικές παρεμβάσεις εναντίον της Συρίας, του Ιράκ, των Κούρδων, μεταδίδονται σχεδόν ουδέτερα, χωρίς να συσχετίζονται με την πολιτική της Άγκυρας στην Κύπρο. Προφανώς εδώ είναι …άλλοι Τούρκοι.
Αυτή η παράλογη συμπεριφορά είναι σχεδόν κυρίαρχη, καθώς αποτυπώνεται στην επίσημη γραμμή των δύο μεγαλύτερων κυπριακών κομμάτων αλλά και σε σημαντικό τμήμα της εγχώριας ελίτ. Είναι πλέον σαφές ότι η παράδοση της κυριαρχίας της κυπριακής δημοκρατίας, με αντίτιμο την προνομιούχο θέση και την υψηλή προστασία εκ μέρους τρίτων, δεν είναι ταμπού για πολλούς. Η επιβίωση εντός ενός ημι-οθωμανικού και ημι-ευρωπαϊκού κράτους, όπου οι μπίζνες θα συνεχίζονται ως συνήθως, ενισχυμένες επιπλέον με την τεράστια τουρκική αγορά, δεν προκαλεί ρίγος απέχθειας. Μάλλον το αντίθετο.
Αυτό το γνωρίζουν καλά οι διεθνείς παράγοντες που κινούν τα νήματα στο παρασκήνιο. Γι’ αυτό, αν και η υπόθεση ναυάγησε προσωρινώς το περασμένο θέρος, αυτοί θα επανέλθουν. Εδώ που φθάσαμε, με τις υποχωρήσεις που έγιναν, ένα μόνον μικρό βηματάκι απομένει για να ολοκληρωθεί το «κόλπο». Το βηματάκι αυτό, όμως, έχει δύο εμπόδια.
Η Κύπρος του 2017 δεν είναι, βέβαια, η Κύπρος του Σεφέρη ή του Ρούφου της «Χάλκινης Εποχής». Ο βυζαντινός άνθρωπος της δεκαετίας του 1950 έχει αντικατασταθεί, εν πολλοίς, από τον homo economicus μιας από τις πιο παρασιτικές οικονομίες στον κόσμο. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι ακόμη υφίστανται μεγάλες, έστω και αθόρυβες, εστίες αντίστασης. Κι αυτό είναι που φοβούνται οι διάφοροι σχεδιαστές του μέλλοντος του νησιού. Σε λίγους μήνες, είναι εφικτό οι φόβοι τους να βγουν αληθινοί, για μια ακόμη φορά μετά το 2004.