Οι σχέσεις και τα συμφέροντα Τραμπ και Πούτιν σε Ιράκ-Συρία θα καθορίσουν την τύχη των Κούρδων




Του Στέφανου Κωνσταντινίδη

Το δημοψήφισμα στο βόρειο Ιράκ επανέφερε τις συζητήσεις για το μέλλον των Κούρδων, ενός λαού που δεν διαθέτει δικό του εθνικό κράτος. Οι συζητήσεις περιστρέφονται γύρω από την πιθανότητα δημιουργίας κουρδικού κράτους ή αυτόνομων περιοχών στο πλαίσιο άλλων κρατών.

Στην πράξη υπάρχει από χρόνια το αυτόνομο Κουρδιστάν στο βόρειο Ιράκ –που τώρα επιδιώκει την πλήρη ανεξαρτησία του– ενώ οι Κούρδοι της Συρίας πέτυχαν και αυτοί τον τελευταίο καιρό να δημιουργήσουν τη δική τους αυτόνομη περιοχή στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας αυτής. Ταυτόχρονα και οι Κούρδοι της Τουρκίας βρίσκονται σε κινητοποίηση και ανοικτό πόλεμο με το τουρκικό κράτος.

Η αποτυχία του Ερντογάν να τους εντάξει στο πλαίσιο του τουρκικού κράτους χωρίς ουσιαστικές παραχωρήσεις όσον αφορά τα εθνικά και πολιτισμικά τους δικαιώματα απέτυχε, με αποτέλεσμα τη διακοπή της εκεχειρίας από το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν-PKK και την επανάληψη του ένοπλου αγώνα. 

Στην Άγκυρα είναι ανήσυχοι για τις επιτυχίες του Κόμματος Δημοκρατικής Ένωσης-PYD στη Συρία και για την ενίσχυση που πήρε κατά καιρούς τόσο από τους Αμερικανούς όσο και από τους Ρώσους. Η Αγκυρα θεωρεί το συριακό αυτό κουρδικό κόμμα ως τρομοκρατική οργάνωση που ελέγχεται από  το PKK. Οι Αμερικανοί όμως και εν μέρει και οι Ρώσοι το θεωρούν σημαντικό εταίρο τους στον πόλεμο εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.

Η τουρκική εισβολή στη Συρία που είχε, επί της ουσίας, ως στόχο τους Κούρδους δεν απέδωσε αποτελέσματα. Κυρίως γιατί οι Αμερικανοί συνεχίζουν να τους εξοπλίζουν και να διεξάγουν μαζί τους τον αγώνα κατά των ισλαμιστών. Οι στενές σχέσεις των Κούρδων της Συρίας με τους Ρώσους και τελευταία περισσότερο με τους Αμερικανούς, τους επέτρεψαν να επεκτείνουν την κυριαρχία τους σε συριακά εδάφη και να δημιουργήσουν ντε φάκτο μια νέα κρατική οντότητα. Όμως, ταυτόχρονα Ουάσινγκτον και Μόσχα, προκειμένου να διαφυλάξουν τις σχέσεις του με την Άγκυρα, επιθυμούν περιορισμό της κουρδικής ζώνης ανατολικά του Ευφράτη.

Οι Ρώσοι πάντως επέβαλαν στον Ερντογάν, ως αντάλλαγμα της ανοχής τους για την τουρκική εισβολή στην Τουρκία, την ντε φάκτο αναγνώριση του Σύρου προέδρου Άσαντ. Έναντι μάλιστα της διαφαινόμενης επικράτησης του Άσαντ στον πόλεμο, η Τουρκία αναθεώρησε την εχθρική της πολιτική απέναντί του και επιδιώκει μάλλον τη συνεργασία του εναντίον των Κούρδων. Την τουρκική εισβολή σε τμήμα της Συρίας και τον πόλεμο εναντίον των Κούρδων φαίνεται να ανέχεται και το Ιράν, στενός σύμμαχος και του Άσαντ αλλά και της Μόσχας, καθώς ανησυχεί  για πιθανές διεκδικήσεις αυτονομίας από τους Ιρανούς Κούρδους.

Είναι όμως βέβαιον ότι Αμερικανοί και Ρώσοι δεν θα επιτρέψουν μια σημαντική νίκη της Τουρκίας εναντίον των Κούρδων της Συρίας, ούτε και την εξάλειψη της αυτόνομης κουρδικής ζώνης. Ειδικά οι ΗΠΑ προσπαθούν να ισορροπούν ανάμεσα στην Άγκυρα και τους Κούρδους. Τέλος σημαντικός υποστηρικτής των Κούρδων, περισσότερο παρασκηνιακά, με την παροχή ακόμη και στρατιωτικής βοήθειας, αναδεικνύεται το Ισραήλ.

Για πρώτη φορά, μετά τη συνθήκη των Σεβρών το 1920 που αναγνώριζε τα εθνικά δικαιώματα των Κούρδων, δημιουργούνται ξανά συνθήκες αναγνώρισης από τη διεθνή κοινότητα ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους. Τίθεται όμως το ερώτημα ποια εδάφη θα περιλαμβάνει ένα τέτοιο κράτος. Οι Κούρδοι υπολογίζονται σε 40 εκατομμύρια και είναι διασκορπισμένοι σε διάφορες χώρες, αλλά ο κύριος όγκος τους βρίσκεται σε τρεις χώρες : την Τουρκία, το Ιράκ και τη Συρία. Ένας μικρότερος αριθμός βρίσκεται στο Ιράν ενώ και η κουρδική διασπορά υπολογίζεται σε δύο με τρία εκατομμύρια. Ο πλέον συμπαγής κουρδικός πληθυσμός βρίσκεται στην Τουρκία και υπολογίζεται στα είκοσι εκατομμύρια. Υπάρχει επομένως η δυνατότητα δημιουργίας του μεγάλου Κουρδιστάν που θα περιλαμβάνει τμήματα του βορείου Ιράκ, της Ανατολικής Τουρκίας και της Βορειοανατολικής Συρίας.

Η άλλη δυνατότητα είναι να δημιουργηθεί ένα πολύ μικρότερο εθνικό κουρδικό κράτος είτε στη Συρία, είτε στο Ιράκ, ως κουρδική εθνική εστία, το οποίο θα έχει σχέσεις και με τους υπόλοιπους Κούρδους εκτός των συνόρων του. Η μόνη χώρα αυτή τη στιγμή που αντιτάσσεται σθεναρά στη δημιουργία μεγάλου ή μικρού κουρδικού κράτους είναι η Τουρκία. Η συμμαχία που υπήρχε παλιότερα ανάμεσα στην Τουρκία, το Ιράν, το Ιράκ και τη Συρία για να παρεμποδιστεί η δημιουργία κουρδικού κράτους σε οποιαδήποτε περιοχή της Μέσης Ανατολής, έχει ατονίσει με τις νέες γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην περιοχή. Πολλά όμως θα εξαρτηθούν από την κατάληξη του πολέμου στην Συρία και από το αν θα υπάρξει συμφωνία Αμερικανών και Ρώσων για να αντιμετωπιστεί το σημερινό συριακό αδιέξοδο. Η τύχη των Κούρδων θα εξαρτηθεί επίσης από την εξέλιξη των αμερικανο-ρωσικών σχέσεων στην περιοχή και τις νέες ισορροπίες που θα δημιουργηθούν εκεί. Διότι η ίδρυση εθνικού κουρδικού κράτους μόνο με συμφωνία των δύο αυτών δυνάμεων είναι δυνατόν να επιτευχθεί. Σε μια τέτοια συμφωνία, δύσκολα ασφαλώς θα μπορούσε να αντιταχτεί η Άγκυρα.

Έτσι, ενώ σε όλα τα άλλα μέτωπα η Τουρκία είναι απομονωμένη, στο Κυπριακό, λόγω της ατολμίας της Λευκωσίας, λόγω των φοβικών συνδρόμων της να χαράξει μια διαφορετική πολιτική από την πεπατημένη, βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση. Διαχρονικά οι σχεδιασμοί και η στρατηγική της ελληνικής πλευράς δεν λειτουργούν αποτρεπτικά στην τουρκική πολιτική των τετελεσμένων, δεν προκαλούν κόστος στην Άγκυρα, ούτε καν την ενοχλούν. Με ικεσίες που της απευθύνονται κατά καιρούς να συμβάλει τάχατες σε λύση, καθόλου δεν συγκινείται. Για 43 χρόνια της απευθύνονται ικεσίες και δεν λαμβάνεται κανένα μέτρο εναντίον της, σε πολιτικό, διπλωματικό και νομικό επίπεδο, για να μη διαταραχτεί το καλό κλίμα των διαπραγματεύσεων! Και επί της ουσίας με αυτή την ανελεύθερη, αυταρχική και επεκτατική Τουρκία θα είναι η διζωνική λύση, αν ποτέ συγκατανεύσει ο κυπριακός λαός. Οι νέες όμως γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο και γενικότερα στη Μέση Ανατολή, ευνοούν μια νέα στρατηγική στο Κυπριακό με εγκατάλειψη της ρατσιστικής λύσης της διζωνικής ομοσπονδίας, φυλετικών προδιαγραφών, που μόνο την Άγκυρα εξυπηρετεί, το ΝΑΤΟ και τους Αγγλοαμερικάνους.

  • Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ.
  • [email protected]

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: