Ταξιδιωτικό Διήγημα: Οι σκιές μεγαλώνουν καθώς τρέχει το δράμα προς το τέλος του…




ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΗ

“Ξέρετε, το θρυμματισμένο πλατανόφυλλο μου έδωσε απαντήσεις που εσείς δε θα προφέρατε ποτέ…”
 Κία Σακελλαρίδου, Οι επισκέψεις

Οι ανταύγειες πρόκειται να δώσουν άλλη μια φορά το μέτρο της χορογραφίας. Από το πρώτο τρεμάμενο βήμα ως το τελευταίο, το θριαμβικό. Καθώς υποχωρεί το φως του απογεύματος, τα πράγματα στο μεταξύ δείχνουν ακόμα πιο έτοιμα, πιο ώριμα για συνύπαρξη. Έστω πρόσκαιρη, αλλά ουσιαστική.

Σε λίγο θα μας απομείνει το ήπιο φως των μικρών προβολέων της σκηνής. Και ό,τι βέβαια θα περισσέψει από την τελευταία σελήνη του Αυγούστου. Η θεατρική παράσταση που ακολουθεί, μαθαίνω ότι έχει εγκριθεί προ πολλού από την αρμόδια υπηρεσία της αυλής του τοπικού βασιλιά. Οι ηθοποιοί θα υποδυθούν αρχετυπικούς ήρωες του θεάτρου σκιών. Η τυπική υποκριτική τέχνη θα παραιτηθεί, προκειμένου να αναδειχθεί το υλικό της λαϊκής χειροτεχνίας. Τα πρόσωπα εν ολίγοις θα τεθούν στην υπηρεσία των άψυχων ομοιωμάτων τους. Eπίλεκτοι χορευτές έχουν το προνόμιο να αποδώσουν σήμερα ό, τι συνιστά κυρίαρχο μέρος της ατομικής, αλλά και της εθνικής τους ταυτότητας. Το φολκλόρ δηλαδή της μαριονέτας τείνει να αναβαθμισθεί στην προκειμένη περίπτωση σε Παιδεία του σκιρτήματος.

Η εξ αντικειμένου φύση: όχι ως μια ανάμνηση ανάμεσα στις άλλες, η οποία θέλει να μας αφυπνίσει στο κέντρο μιας αδιέξοδης πρωτεύουσας ή στις παρυφές μιας πυκνοκατοικημένης, μίζερης κατά τα άλλα πόλης. Αλλά ως χειροπιαστή, αδιαμφισβήτητη παρουσία, μάλιστα σε απόσταση αναπνοής από εκεί που κάθομαι, θα υποστηρίξει από την πλευρά της, το νοιώθω κιόλας, την όλη σκηνοθεσία.  Δεν υπάρχουν τοίχοι, σκεπές, αψίδες  ή χωρίσματα. Ούτε διακριτές κατηγορίες θεατών. Τα διαζώματα είναι όμως απαραίτητα προκειμένου να εξασφαλισθεί για τον καθένα η ορατότητα των σκηνικών δεδομένων. Μια περίληψη του θεάτρου της Επιδαύρου. Τα φυλλώματα των δέντρων υποκαθιστούν τα σύνορα του θεάτρου. Το κοινό απαρτίζεται κυρίως από ντόπιους. Οι λιγοστοί ξένοι ξεχωρίζουν μετά βίας μέσα στο πλήθος, το οποίο έχει καταφθάσει από διάφορα σημεία της ευρύτερης περιοχής. Δείχνουν να είναι ήδη υιοθετημένοι από τον φιλόξενο περίγυρο. Οι φούστες των γυναικών δηλώνουν άλλωστε, ως επί το πλείστον, ομοιότητες, παρά έντονες διαφορές. Οι αποχρώσεις τους μαρτυρούν, αν μη τι άλλο, τη σύμπλευσή τους με την ποικιλία των ενδυματολογικών συνθηκών. Είναι αυτές που επικρατούν από αιώνες σ΄ αυτή τη διοικητική περιφέρεια της χώρας. Όσον αφορά τους άντρες, φοράνε όλοι τους σχεδόν τα χαρακτηριστικά κοντομάνικα ή μακρυμάνικα μπατίκ πουκάμισα. Γεγονός που δεν αποτελεί αποδοχή μόνο μιας καθόλα πρακτικής λύσης, λόγω των καιρικών ιδιαιτεροτήτων, οι οποίες απαντούν στους τροπικούς, αλλά και έμμεση πλην σαφή συναίνεση κοινωνικού συγχρωτισμού με τους ιθαγενείς.

Έχω βρει θέση στην πρώτη σειρά. Μεσολάβησε, χωρίς να το ζητήσω δεύτερη φορά, ένας φίλος μου. Δημοσιογράφος, παλιός γνώριμος του σκηνοθέτη της παράστασης. Ο όρος είναι μάλλον καταχρηστικός: ο υπεύθυνος της εκτέλεσης του συγκεκριμένου προγράμματος απλώς επιβλέπει, αν τηρούνται πιστά, σε όλη τη διάρκεια του έργου, που σπάνια ξεπερνά τις δύο ώρες, οι κατευθυντήριες γραμμές του αρχαίου παιχνιδιού με τις φωτοσκιάσεις. Οι σκηνικές δομές μπορεί να είναι ανελαστικές, διαθέτουν όμως την πειθώ μιας αδιάπτωτης γοητείας.
Διαπιστώνω αμέσως μόλις βγουν οι χορευτές στη σκηνή, ότι τα πρόσωπά τους, η  μυϊκή τους πρόταση, οι αιωρήσεις της κνήμης, η συμπεριφορά ιδίως του λαιμού, όλα δηλαδή τα καταστατικά στοιχεία της Έκφρασης, παραπέμπουν στους χαρακτήρες εκείνους που προκύπτουν κατ ΄ ευθείαν από τα χέρια των προικισμένων μαστόρων του θεάτρου σκιών της Ιάβας.

Εννοώ τις παραδοσιακές φιγούρες από χαρτόνι ή από σκληρό πετσί, τις περσόνες βαγιάν, όπως λέγονται στην ινδονησιακή γλώσσα. Είναι, σύμφωνα με τη γνώμη των περισσοτέρων εθνολόγων, οι πρόγονοι, μεταξύ άλλων, και του ημέτερου Καραγκιόζη. Τα ανδρείκελα στην προκειμένη περίπτωση δεν υποδύονται ρόλους τρίτων. Είναι αντιθέτως οι χορευτές και οι ηθοποιοί, οι οράν, όπως ονομάζονται συλλήβδην οι ζώντες, οι οποίοι υποδύονται, όσο καλύτερα μπορούν κατά περίπτωση, τα προσφιλή χειροτεχνήματα της μεγάλης παράδοσης των ίσκιων. Η αντιστροφή αυτή αρκεί για να διεγείρει το ενδιαφέρον των θεατών. Η παραίτηση από το εγώ επιταχύνει τη μετάσταση της κούκλας σε ανθρώπινο σώμα. Το ον που προκύπτει μετέχει του βασιλείου των αειθαλών φασμάτων. Το όνομά του αποτελείται, όπως θα περίμενε κάποιος, ο οποίος αρχίζει να εξοικειώνεται σε ένα βαθμό με την καθομιλούμενη γλώσσα των Ινδονησίων, από δύο συνθετικά, δηλαδή βαγιάν οράν. Μια πρόχειρη απόδοση: ο σκιάνθρωπος.

Παραθέτω σαν μέσα σε παρένθεση και για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής τις συναφείς παρατηρήσεις του Νίκου Εγγονόπουλου, όπως διατυπώθηκαν πρώτη φορά στο έκτο τεύχος του περιοδικού Λωτός, τον Δεκέμβριο του 1969:

  • “Πολλοί είναι οι τόποι απ΄ όπου εικάζεται ότι προήλθε το θέατρο σκιών. Η Κίνα, η Ιάβα, όπου φαίνεται πως αυτό το θέατρο εξακολουθεί να ακμάζη, ύστερα η Περσία, τέλος η Τουρκία. Εγώ δεν έχω δη, ποτέ μου, παράσταση ξένου Καραγκιόζη”.

Μέσα σε λίγες γραμμές η μεγάλη περιήγηση. Και η οριστική κατάληξη στην Ελλάδα. Η γλώσσα μας, αξιοποιώντας τα ευρήματα της σκιάς, δεν άργησε, ως γνωστόν, να συστήσει νέο θίασο από ξύλο και χαρτί.  Η εξομολόγηση του ποιητή του Μπολιβάρ περιέχει όμως μια πικρία. Κάτι σαν παράπονο από την παρατεταμένη αναβολή της ικανοποίησης μιας επιθυμίας. Το ότι δηλαδή δεν μπόρεσε να γνωρίσει από κοντά τους γονείς και τους παππούδες του ταξιδεμένου αυτού λαϊκού ήρωα. Γι’  αυτό κάθε φορά που με βρίσκει το θέατρο των σκιών στην Ιάβα και με καθηλώνει με τη ρυθμική του αγωγή, είναι σα να έχω νοερά μαζί μου τον ποιητή Νίκο Εγγονόπουλο.

Η συνταύτιση με το διηγητικό υπόβαθρο  επαφίεται βέβαια στην ομαλή λειτουργία της γέφυρας, η οποία ενώνει την ύπαρξή μας με το πρόσφορο στοιχείο της καλλιτεχνικής απόκλισης του ινδονησιακής ιδιοπροσωπίας. Οι άνθρωποι – μαριονέτες μεταφέρουν εικόνες και επεισόδια μύθων που αφορούν την εξέλιξη μιας ολοκληρωμένης κοσμοαντίληψης, η οποία προηγήθηκε της εμφάνισης και της περαιτέρω διάδοσης του Ισλάμ σε όλη τη χώρα, εκτός από το Μπάλι. Κοντολογίς, πρόκειται για μια μαθητεία του πρόθυμου θεατή στα παραγγέλματα και στα ηθικοπλαστικά διδάγματα των αρχαίων επών, όπως καλλιεργήθηκαν και εν  μέρει διασκευάστηκαν στο Αρχιπέλαγος των δέκα επτά χιλιάδων νησιών της Ινδονησίας. Η κάθε κλίση του κορμιού, το κάθε νεύμα, ο παραμικρός επιπλέον τονισμός της έκφρασης αναφέρεται σε κρίσιμες λεπτομέρειες της εξιστόρησης, τόσο στο πεδίο του καθαρά συμβολικού, όσο και σε εκείνο του ιστορικού κεκτημένου, το οποίο, εννοείται, δεν επιδέχεται πλέον ακυρώσεις ή κατεδαφιστικές αποδομήσεις.

Πού σταμάτησε, πού ακούμπησε αίφνης, ο λόγος του βλέμματος της πρωταγωνίστριας; Ποιος κώδικας σημάτων να εννοείται προς το τέλος του πρώτου μέρους; Πόσο ευκρινές είναι για τους αμύητους το συγκεκριμένο ομίλημα των βλεφάρων; Ή το ημιτόνιο των φρυδιών; Μονόγραμμα πολύσημο άραγε ή σαφής μνεία μιας απολύτως καρμικής σύμπτωσης των εξιστορούμενων πόθων; Πόσες άλλες σημασίες υπονοούνται στη θέση των προφανών; Και πότε τεκμαίρεται η εμπέδωση διαβημάτων της σκιάς; Το ένα μήνυμα εξακολουθεί να διαδέχεται το άλλο, ακολουθώντας τους ρυθμούς της μουσικής. Αποτελούν τα ενδιάμεσα χωρία μιας μείζονος πρότασης, η οποία εμπεριέχει αποδεκτούς ορισμούς, έννοιες και πορίσματα βίου. Οι άντρες-βαγιάν, οι οποίοι εμφανίζονται  κατά κανόνα γυμνοί σχεδόν από τη μέση και πάνω, συνιστούν περισσότερο ενθύμια ξυλογλυπτικής τέχνης, παρά τυπικές χορευτικές μονάδες. Εκεί που ολοκληρώνεται από τον παλαίμαχο παίκτη, πίσω από το πανί της σκηνής, ο επιτήδειος χειρισμός των βαγιάν, εκεί γεννιούνται οι διάδοχοί τους ονόματι  βαγιάν οράν.

Αντιλαμβάνομαι ότι η δράση θα ενσωματωθεί στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα ως θετική ικμάδα αναβίωσης της τέχνης των προγόνων, παρά ως απροσχημάτιστη φλυαρία ενός ακόμη πανηγυριού στο πλαίσιο της τουριστικής και λοιπής πολύπλευρης ανάκαμψης της Ιάβας.  Τα τιτιβίσματα των πουλιών, που έχουν ήδη επιστρέψει στις φυλλωσιές των δέντρων για να κοιμηθούν  στις φωλιές τους, συμπληρώνουν τον αφηγηματικό οίστρο των ηθοποιών-χορευτών. Οι σκιές μεγαλώνουν καθώς τρέχει το δράμα προς το τέλος του. Οι θεατές δεν αγωνιούν. Τα ξέρουν όλα. Απλώς αφήνονται στη μέθεξη με τη ρίζες των παραμυθιών που δεν έπαψαν ποτέ, καθώς φαίνεται, να συνιστούν τις πιο καλά κρυμμένες αλήθειες τους.

  • Ο Γιώργος Βέης είναι ποιητής. Διετέλεσε, μεταξύ άλλων Πρέσβυς στην Ινδονησία από το 2010 έως το 2015. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην “Αυγή”

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: