Η Αμερική και η Κίνα θα καθορίσουν τις τύχες του κόσμου: O Ψυχρός Πόλεμος και οι αμερικανικές αυταπάτες




Tου Οντ Αρνε Βέσταντ (*)

Ο Ψυχρός Πόλεμος ως σύστημα κρατών έλαβε τέλος μια κρύα και γκρίζα ημέρα του Δεκεμβρίου του 1991 στη Μόσχα, όταν ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ υπέγραψε το τέλος της Σοβιετικής Ενωσης. Ο ίδιος ο κομμουνισμός, με τη μαρξιστική-λενινιστική του μορφή, είχε πάψει από καιρό να υπάρχει ως τρόπος οργάνωσης της κοινωνίας.

«Αν έπρεπε να το ξανακάνω από την αρχή, δεν θα ήμουν καν κομμουνιστής», είχε πει την προηγούμενη χρονιά ο έκπτωτος κομμουνιστής ηγέτης της Βουλγαρίας Τοντόρ Ζίφκοφ. «Και αν ζούσε σήμερα ο Λένιν, το ίδιο θα έλεγε. Πρέπει να παραδεχθώ ότι ξεκινήσαμε από λάθος βάση. Τα θεμέλια του σοσιαλισμού ήταν λάθος. Η ιδέα του σοσιαλισμού ήταν θνησιγενής».

Ο Ψυχρός Πόλεμος ως ιδεολογική διαμάχη, όμως, εξαφανίστηκε μόνο εν μέρει, παρά την κατάρρευση του κομμουνισμού. Στην αμερικανική πλευρά δεν άλλαξαν πολλά εκείνη την ημέρα. Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε λάβει τέλος και οι Ηνωμένες Πολιτείες τον είχαν κερδίσει. Οι περισσότεροι Αμερικανοί όμως εξακολουθούσαν να πιστεύουν ότι θα ήταν ασφαλείς μόνο αν ο κόσμος έμοιαζε με τη χώρα τους και οι κυβερνήσεις υπάκουαν στις προσταγές των Ηνωμένων Πολιτειών.

Οι ιδέες και οι αντιλήψεις που είχαν συσσωρευτεί επί πολλές γενιές επέζησαν, παρά την εξαφάνιση της σοβιετικής απειλής. Αντί για μια πιο ρεαλιστική αμερικανική εξωτερική πολιτική, οι περισσότεροι πολιτικοί και από τα δύο κόμματα πίστεψαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούσαν να επιβάλουν τη θέλησή τους με ελάχιστο κόστος.

Η θριαμβολογία που χαρακτήριζε την Αμερική μετά τον Ψυχρό Πόλεμο είχε δύο μορφές. Η μία εκπροσωπούνταν από τον Κλίντον, που προωθούσε μια ατζέντα ευημερίας με τις αξίες της αγοράς. Το αποτέλεσμα ήταν να χαθεί η δεκαετία του ’90 στον τομέα της διεθνούς συνεργασίας και ιδιαίτερα της καταπολέμησης της φτώχειας, των ασθενειών και των ανισοτήτων. Η δεύτερη εκδοχή ήταν του Μπους, που έδινε έμφαση στην κυριαρχία. Μεσολάβησε η 11η Σεπτεμβρίου. Και είναι πιθανό η εκδοχή του Μπους να μη γινόταν ποτέ πραγματικότητα αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί οι τρομοκρατικές επιθέσεις στη Νέα Υόρκη και την Ουάσινγκτον.

Η ψυχροπολεμική εμπειρία αναμφίβολα καθόρισε την απάντηση των ΗΠΑ σε αυτές τις θηριωδίες. Η κατάληψη του Αφγανιστάν και του Ιράκ δεν είχε στρατηγικό σκοπό. Εγινε επειδή οι Αμερικανοί ήταν δικαιολογημένα θυμωμένοι και φοβισμένοι. Και έγινε επειδή μπορούσε να γίνει.

Η μεταψυχροπολεμική εποχή ήταν έτσι η συνέχεια και η επιβεβαίωση ενός απόλυτου ιστορικού σκοπού για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σταδιακά, όμως, οι τελευταίες εμφανίζονται όλο και λιγότερο ικανές να αναλάβουν μια παγκόσμια κυριαρχία.

Με την είσοδο του νέου αιώνα, ο κύριος στόχος των ΗΠΑ θα έπρεπε να είναι να πείσουν άλλες χώρες να ασπαστούν τους διεθνείς κανόνες και το κράτος δικαίου. Αντί για αυτό, αναλώθηκαν σε μάταιους πολέμους, νομίζοντας ότι η βραχυπρόθεσμη ασφάλεια υπηρετεί μακροπρόθεσμους στρατηγικούς στόχους. Το αποτέλεσμα είναι πως η Αμερική είναι σήμερα λιγότερο προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει τις μεγάλες προκλήσεις του μέλλοντος: την άνοδο της Κίνας και της Ινδίας, τη μεταβίβαση της οικονομικής ισχύος από τη Δύση προς την Ανατολή, την κλιματική αλλαγή.

Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες κέρδισαν τον Ψυχρό Πόλεμο αλλά απέτυχαν να κεφαλαιοποιήσουν τη νίκη τους, η Σοβιετική Ενωση, ή μάλλον η Ρωσία, ηττήθηκε κατά κράτος. Τη μια μέρα ήταν η ελίτ σε μια ένωση δημοκρατιών και την άλλη δεν είχε ούτε ύπαρξη ούτε σκοπό. Τα πράγματα ήταν άσχημα και από υλική άποψη. Οι ηλικιωμένοι δεν έπαιρναν τις συντάξεις τους. Μερικοί πέθαιναν από την πείνα. Η κακή διατροφή και ο αλκοολισμός μείωσαν το προσδόκιμο ζωής από 65 χρόνια το 1987 σε 58 το 1994.

Αν πολλοί Ρώσοι αισθάνονταν ότι τους είχαν κλέψει το μέλλον, είχαν δίκιο. Το μέλλον της Ρωσίας είχε κλαπεί με την ιδιωτικοποίηση της ρωσικής βιομηχανίας και των φυσικών της πόρων. Σε μια χώρα όπου η ανεργία ήταν, επισήμως τουλάχιστον, μηδενική, το ποσοστό της έφτασε τη δεκαετία του ’90 το 13%. Κι όλα αυτά συνέβαιναν ενώ η Δύση χειροκροτούσε τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις του Γιέλτσιν.

Τόσο η Δύση όσο και η Ρωσία θα ήταν σήμερα πιο ασφαλείς αν η προοπτική της ένταξης της Ρωσίας στην ΕΕ, ίσως ακόμη και στο ΝΑΤΟ, είχε μείνει ανοιχτή τη δεκαετία του ’90. Ο αποκλεισμός των Ρώσων, όμως, ενίσχυσε ανθρώπους σαν τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος θεωρεί ότι όλα τα κακά που μαστίζουν τη χώρα του οφείλονται σε μια συνωμοσία των Αμερικανών.

Για άλλες χώρες, το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ήταν μια ανακούφιση. Η Κίνα θεωρείται συχνά ένας από τους μεγάλους κερδισμένους. Αλλά αυτό δεν είναι εντελώς ακριβές. Για πολλές δεκαετίες, η χώρα βρισκόταν κάτω από μια μαρξιστική-λενινιστική δικτατορία που δεν υπηρετούσε τις ανάγκες της. Το αποτέλεσμα είναι να γίνουν επί Μάο μερικά από τα μεγαλύτερα εγκλήματα του Ψυχρού Πολέμου.

Στον πολυπολικό κόσμο που αναδύεται σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα είναι οι ισχυρότερες δυνάμεις. Ο ανταγωνισμός τους για επιρροή στην Ασία θα καθορίσει το μέλλον του κόσμου.

  • (*) Ο Οντ Αρνε Βέσταντ είναι νορβηγός ιστορικός, ειδικευμένος στον Ψυχρό Πόλεμο – (Πηγή: New York Times)

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: