Βήμα προς τη συμφωνία για την αξιολόγηση η συνάντηση Λαγκάρντ-Μέρκελ, υποστηρίζει αναλυτής




H έκβαση του Eurogroup της Δευτέρας καθώς και η σημερινή συνάντηση μεταξύ της Christine Lagarde και της Angela Merkel θα οδηγήσει την Ελλάδα ένα βήμα πιο κοντά σε μια συμφωνία για την αξιολόγηση, πιθανότατα στο Eurogroup της 20ης Μαρτίου ή σε ένα άτυπο στις 7 Απριλίου, αναφέρει σε σημείωμα ο αναλυτής της δεξαμενής σκέψης Eurasia, Mujtaba Rahman (δημοσίευμα του Paul Tugwell στο Bloomberg).

Όπως επισημαίνει, παρά την ισχνή πλειοψηφία που έχει η ελληνική κυβέρνηση, θα περάσει με επιτυχία την προ-νομοθέτηση σχετικά με τις φορολογικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις καθώς ένα συνολικό νομοσχέδιο βρίσκεται στο στάδιο προετοιμασίας και θα μπορούσε να υποβληθεί στο κοινοβούλιο μέχρι τις αρχές Μαρτίου. Η κύρια διαφορά μεταξύ των πιστωτών σχετικά με το πρωτογενές πλεόνασμα μετά τη λήξη του προγράμματος και την ελάφρυνση του χρέους παραμένει, αν και ορισμένες αρχικές ενδείξεις ευελιξίας έχουν κάνει την εμφάνισή τους στο Βερολίνο και το ΔΝΤ.

Οι επόμενες εβδομάδες θα αποδειχθούν πολύ δύσκολες για τον Έλληνα πρωθυπουργό Α.Τσίπρα καθώς η αντιπολίτευση ήδη λέει ότι η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει σε νέα μέτρα λιτότητας αντί για μεταρρυθμίσεις. Εμφανίζεται σταδιακά συναίνεση σχετικά με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα χωρίς πρωτογενή πλεονάσματα εαν το Βερολίνο συμφωνήσει σε περαιτέρω αποσαφήνιση των μεροπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, τα οποία θα διευκρινιστούν σε ανακοίνωση του Eurogroup της 25ης Μαίου και θα εφαρμοστούν μετά το 2018.

Παρά το γεγονός ότι δεν είναι μια εύκολη επιλογή για τη γερμανική κυβέρνηση, εξακολουθεί να είναι ρεαλιστική, δεδομένων των αντίθετων τάσεων που υπάρχουν σχετικά με τη χρηματοδότηση από το ΔΝΤ και την ελάφρυνση χρέους. (Greece’s Landing Zone Is Clearer, But Lots to Be Done)

ROMARIC GODINLa Tribune  μέσω Bloomberg – Ελλάδα: το τρίτο μνημόνιο δεν σταματά να σκληραίνει

Έχοντας αποκτήσει εμμονή με την είσοδο του ΔΝΤ στο πρόγραμμα στήριξης της Αθήνας, οι ευρωπαίοι πιστωτές για μία ακόμη φορά ζήτησαν σκληρά μέτρα από την Αθήνα.

Σίγουρα, στη συνεδρίασή του την 20η  Φεβρουαρίου, το Eurogroup προσποιήθηκε ότι “χαλαρώνει τα δεσμά” της ελληνικής κυβέρνησης: δέχτηκε να στείλει τους επιθεωρητές του στην Αθήνα, ανοίγοντας με αυτόν τον τρόπο τη δυνατότητα ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης, που με τη σειρά της θα ανοίξει το δρόμο της εκταμίευσης των απαραίτητων κονδυλίων για τις υποχρεώσεις του επόμενου Ιουλίου, ύψους 7 δις ευρώ, κυρίως προς την ΕΚΤ. Εν συντομία, το Eurogroup κάνει τη χάρη στην Ελλάδα να μην την αφήσει να πτωχεύσει, καθώς τα κύρια θύματα θα είναι οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι.

Αναμφίβολα, ακόμα πιο ενδιαφέρουσα είναι  η παραχώρηση προς την Αθήνα, να της παρέχουν μέτρα ανάπτυξης, σε περίπτωση υπέρβασης των στόχων της, όπως το έπραξε η ελληνική κυβέρνηση στο τέλος του 2016, με το έκτακτο βοήθημα στους συνταξιούχους. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, το Eurogroup φαίνεται να συμπεριφέρεται στην Ελλάδα με βαρβαρότητα, όπως ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Δομιτιανός στα θύματά του. Η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύτηκε ουσιαστικά να υιοθετήσει μια νέα μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, απαλείφοντας έτσι την μεταρρύθμιση του προηγούμενου έτους,  κάνοντας τεράστιες υποχωρήσεις έναντι των πιστωτών, ενεργοποιώντας τον “δημοσιονομικό κόφτη” για το 2018 σε περίπτωση εκτροχιασμού του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ.

Επίσης, θα πρέπει να δεχτεί μια μεταρρύθμιση της αγοράς απασχόλησης καθώς και μια νέα φορολογική μεταρρύθμιση, μερικούς μήνες μετά την αύξηση του ΦΠΑ κατά μία μονάδα και την αύξηση του φόρου εισοδημάτων.

Ο ευρωπαίος επίτροπος Οικονομικών, P. Moscovici, επισήμανε χωρίς να κρύβει τη χαρά του, ότι η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει σε δημοσιονομικές “προσπάθειες” 2% του ΑΕΠ. Άρα, πολύ ξεκάθαρα, οι πιστωτές εννοούν να συνεχίσουν την πολιτική που υλοποιούν από το 2010, δηλαδή να την επιδεινώνουν. Στο εξής, το τρίτο μνημόνιο μοιάζει ολοένα και περισσότερο με το κουτί της Πανδώρας, από όπου προκύπτουν κάθε χρονιά, νέα μέτρα λιτότητας. Και δεν πρέπει να αναμένουμε ότι όλα αυτά τα μέτρα “ανάπτυξης” θα έχουν κάποιο είδος “ανταμοιβής”: θα περιοριστεί υποχρεωτικά από το περιθώριο δημοσιονομικού ελιγμού, που δεν είναι βέβαιο ότι θα είναι κάθε χρονιά τόσο ευρύ όσο την προηγούμενη. Και κυρίως, δεν πρέπει να περιμένουμε τίποτα από την καλή προαίρεση των πιστωτών. Όπως αναφέρει και η εφημερίδα Le Monde, “δεν τίθεται θέμα να προωθήσουν οι Έλληνες τις δικές τους μεταρρυθμίσεις όσο δεν παρέχουν διαβεβαιώσεις στους πιστωτές ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι τουλάχιστον 3,5% το 2018 και 2019”. Και από το 2010, όλο αυτό το θέμα της “εμπιστοσύνης” χρησιμοποιήθηκε από το Eurogroup για να πετύχει περισσότερα από την Αθήνα.

Με άλλα λόγια, η Αθήνα θα πρέπει να περιμένει για την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητάς της, και όχι για την υλοποίηση λιτότητας. Κι αυτό, αν μπορούμε να αμφισβητήσουμε τα λόγια του M. Sapin, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα βγαίνει από την λογική της λιτότητας. Στην πραγματικότητα, όλα αυτά σημαίνουν ότι για τους πιστωτές, η Ελλάδα δεν μετρά. Αυτά τα μέτρα δεν στοχεύουν να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, ούτε να επαναφέρουν την ισχύ του Κράτους της που το θεωρούν “ελλειμματικό”, ακόμα λιγότερο να καταστήσουν βιώσιμο το χρέος της. Ο ένας και μοναδικός στόχος αυτών των μέτρων συνίσταται στο να διευθετηθεί η χωρίς διέξοδο κατάσταση στην οποία έχουν εγκλωβιστεί οι πιστωτές της Ελλάδας:

Να κάνουν το ΔΝΤ να μπει σε ένα πρόγραμμα, για το οποίο το τελευταίο λέει ότι δεν είναι βιώσιμο, χωρίς να υποχωρούν έναντι της παραδοχής της αναγκαιότητας ελάφρυνσης του χρέους. Απαιτώντας νέα οικονομικά μέτρα, οι πιστωτές προσπαθούν να “φορέσουν” τη βιωσιμότητα του χρέους στους υπολογισμούς του ΔΝΤ.

Απόδειξη ότι σύμφωνα με την ελληνική κυβέρνηση, η Γερμανία απαιτεί αυξημένο πρωτογενές πλεόνασμα για “δέκα χρόνια”. Μέτρο που δεν εξυπηρετεί παρά ένα στόχο: να συσσωρεύσει χρήματα για την αποπληρωμή του χρέους. Κατά συνέπεια, πρόκειται για ακόμη μια φαντασία, που επιτρέπει κυρίως στους Γερμανούς να διατηρήσουν αυτήν την απαίτηση που είχε κυριαρχήσει στη δημιουργία του τρίτου σχεδίου: τη θεωρητικά αδύνατη συμμετοχή του ΔΝΤ. Το Ταμείο της Ουάσιγκτον δεν έχει δώσει ακόμα την απάντησή του.

Η C. Lagarde θα συναντήσει στις 22 Φεβρουαρίου την A. Merkel. Η θέση της είναι πολύ λεπτή. Από τη μία πλευρά, οι Ευρωπαίοι βαραίνουν πολύ, αλλά απαιτείται για μία ακόμη φορά να ξεχάσει το ΔΝΤ τους στοιχειώδεις κανόνες συμπεριφοράς του, όπως το 2010. Όσο ο κύριος συνδρομητής του ΔΝΤ – οι ΗΠΑ  – φαίνεται στο εξής να μην ασχολείται πολύ με την εξυπηρέτηση των γερμανικών συμφερόντων, τα αναδυόμενα μέλη του Ταμείου θα μπορούσαν να φανούν διστακτικά να ριχτούν σε ένα νέο και κοστοβόρο λάθος.

Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ θα πρέπει λοιπόν να φανεί πολύ πειστική για να κάνει την διοίκηση του ΔΝΤ να καταπιεί αυτήν τη νέα ελληνική περιπέτεια…Από την ελληνική πλευρά, η νίκη είναι ιδιαιτέρως πικρή, ακόμα κι αν η κυβέρνηση επιβεβαιώνει ότι διατήρησε τις “κόκκινες γραμμές” της. Ορκίζεται ακόμη ότι για κάθε ευρώ πρόσθετων μέτρων, θα υπάρχουν αντισταθμιστικά μέτρα της ίδιας αξίας, με τη μορφή μείωσης του ΕΝΦΙΑ ή του ΦΠΑ των επιχειρήσεων. Μια γραμμή άμυνας πολύ λίγο αξιόπιστη στην Ελλάδα, με δεδομένες τις επαναλαμβανόμενες συνθηκολογήσεις της κυβέρνησης Τσίπρα, αλλά και τους όρους που θέτουν οι πιστωτές. Πώς θα δεχτούν οι τελευταίοι μειώσεις φόρων ενώ απαιτούν αύξησή τους για να γοητεύσουν το ΔΝΤ; Τέλος, όλα αυτά φαίνεται να στερούνται σοβαρότητας. Η Ελλάδα φαίνεται να συνεχίζει να είναι καταδικασμένη σε ένα μαρτύριο άνευ τέλους, όπου το συμφέρον της δεν αποτελεί παρά ένα εξάρτημα εκείνων που αποφασίζουν για την τύχη της.

(Grèce : le troisième mémorandum ne cesse de se durcir)

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: