Νεκροί δεύτερης κατηγορίας: Ουδείς νοιάζεται για τα θύματα των δολοφόνων του UCK




Οι νεκροί τους είναι «θύματα δεύτερης κατηγορίας», λένε: οι συγγενείς Σέρβων, Ρομά ακόμα και Αλβανών αμάχων που σκοτώθηκαν από τον UCK, τον λεγόμενο “Απελευθερωτικό Στρατό του Κοσόβου”, περιμένουν από το νέο δικαστήριο της Χάγης να ξετρυπώσει επιτέλους τους φονιάδες τους.

Δεκαοκτώ χρόνια μετά τη σύγκρουση (1998-1999) που οδήγησε στην απόσχιση του Κοσόβου από τη Σερβία με τίμημα 13.000 νεκρούς, η μεγάλη πλειονότητα των οποίων ήταν Κοσοβάροι, Αλβανοί του Κοσόβου, 19 διεθνείς δικαστές ορίσθηκαν στις αρχές του Φεβρουαρίου να ασχοληθούην με την υπόθεση.

Μεταξύ των πιθανών κατηγορουμένων περιλαμβάνονται πρώην αξιωματούχοι του αλβανικού αντάρτικου, του UCK. Πολύ λίγοι απ’ αυτούς, μεταξύ των οποίων οι πρώην αρχηγοί των ανταρτών Ραμούς Χαραντινάι και Φατμίρ Λιμάι, έχουν ήδη εμφανιστεί ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την Πρώην Γιουγκοσλαβία, αλλά έχουν αθωωθεί.

Για καιρό τα εγκλήματα που προέρχονταν από το στρατόπεδο αυτό είχαν περάσει σε δεύτερη μοίρα μπροστά στις ωμότητες που είχαν διαπραχθεί από τις δυνάμεις του Βελιγραδίου του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς στη διάρκεια του πολέμου όπου ο UCK υποστηρίχθηκε από τη Δύση.

Όμως σε ένα βιβλίο που εκδόθηκε το 2008, η πρώην γενική εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την Πρώην Γιουγκοσλαβία, η Κάρλα ντελ Πόντε, κάνει λόγο για εγκλήματα που έμειναν ατιμώρητα και που είχαν διαπραχθεί από τους αντάρτες εναντίον των Σέρβων, αλλά και των Ρομά και Αλβανών που ήταν πολιτικοί αντίπαλοι των ανταρτών ή κατηγορήθηκαν για συνεργασία.

Ενοχλητικές γι’ αυτούς τους αντάρτες που φορούν πλέον κοστούμια και είναι οι ηγέτες της μικρής χώρας των Βαλκανίων που κήρυξε την ανεξαρτησία της το 2008, οι υποψίες αυτές ενισχύονται από μια έκθεση που είχε δημοσιοποιηθεί το 2010 από το Συμβούλιο της Ευρώπης.

«Δεν μπορεί και δεν πρέπει να υπάρχει μια δικαιοσύνη για τους νικητές και μια άλλη για τους νικημένους», γράφει στην έκθεση αυτή ο Ελβετός Ντικ Μάρτι, ο οποίος κατηγορεί ιδιαίτερα τον Χασίμ Θάτσι, που είναι πλέον πρόεδρος. Αυτός ο τελευταίος αρνείται τα πάντα και δηλώνει έτοιμος να συνεργαστεί με το δικαστήριο: «δεν έχουμε τίποτε να κρύψουμε», δήλωσε πρόσφατα στο Γαλλικό Πρακτορείο.

Το θέμα είναι ο θάνατος ή η εξαφάνιση 500 ανθρώπων, από τους οποίους οι 400 ήταν Σέρβοι. Οι κατηγορίες αφορούν κυρίως τις καταχρήσεις που πραγματοποιήθηκαν μετά την αποχώρηση των σερβικών στρατευμάτων τον Ιούνιο του 1999, υπό την πίεση των δυτικών βομβαρδισμών εναντίον της Σερβίας.

Επί του εδάφους, η υπό το ΝΑΤΟ δύναμη, η KFOR, άφησε τον έλεγχο στον UCK. Η επιλογή αυτή, σύμφωνα με τον Ντικ Μάρτι, είχε στόχο «την προώθηση με κάθε κόστος της βραχυπρόθεσμης σταθερότητας, έστω και θυσιάζοντας σημαντικές αρχές του δικαίου».

Μέσα σ’ αυτό το χάος, επτά μέλη της οικογένειας του Μαρίνκο Τζούρτις, μεταξύ των οποίων ο πατέρας του, ο Πέταρ, είχαν αποφασίσει να παραμείνουν στο Ιστόκ (βορειοδυτικό Κόσοβο). «Καθώς δεν ευθύνονταν για κανένα έγκλημα, πίστεψαν πως ήταν ασφαλείς», εξηγεί αυτός ο 58χρονος άνδρας, τον οποίο το Γαλλικό Πρακτορείο συνάντησε στο Βελιγράδι.

Καθώς η κατάσταση επιδεινωνόταν, δόθηκε η υπόσχεση ότι οι κάτοικοι θα απομακρύνονταν στις 29 Ιουνίου. Κανένας δεν τους είδε ποτέ ξανά: «έξι σκοτώθηκαν, ο έβδομος εξαφανίσθηκε και δεν ξέρουμε τίποτε για την τύχη του».

Το δικαστήριο είναι η «τελευταία ελπίδα» της 35χρονης αλβανίδας δημοσιογράφου Μπεριανά Μουστάφα. «Αν δεν καταφέρω να προσδιορίσω τις ευθύνες, θα κλείσω αυτό το κεφάλαιο της ζωής μου χωρίς πια να περιμένω τίποτε», λέει η Μπεριανά Μουστάφα. Σύμβουλος του εκλιπόντος κοσοβάρου προέδρου Ιμπραήμ Ρουγκόβα, αντιπάλου του UCK, ο πατέρας της, ο Τζμαΐλ Μουστάφα, δολοφονήθηκε εν ψυχρώ το 2000 μπροστά στην είσοδο του διαμερίσματός του, αφού είχε δημοσιεύσει άρθρα εναντίον των ανταρτών.

Οι Σέρβοι του Κοσόβου δεν κρύβουν τις επιφυλάξεις τους. «Μας θεωρούν υπεύθυνους για τη σύγκρουση. Τα δικά μας θύματα είναι θύματα δεύτερης κατηγορίας», λέει ο Μίσο Ντεβέρτζιτς, 42 ετών. Τα ίχνη του πατέρα του χάθηκαν τον Μάρτιο 1999 σ’ ένα ανακριτικό κέντρο του UCK. Ένας Αλβανός, παλιός τους γείτονας, του είχε πει: «Ξέρω τι συνέβη, αλλά δεν μπορώ να σου το πω».

«Πολλές αποδείξεις καταστράφηκαν», λέει η Νατάσα Σκεπάνονβιτς, η οποία διευθύνει στο Βελιγράδι μια ένωση οικογενειών των θυμάτων. «Από την αρχή της θλιβερής ιστορίας μας, ήμασταν θύματα διακρίσεων», υποστηρίζει.

Το καθεστώς του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς είναι ο μεγάλος υπεύθυνος για τις συγκρούσεις στην πρώην Γιουγκοσλαβία, που στοίχισαν τη ζωή σε περίπου 130.000 ανθρώπους. Όμως «κανένα έγκλημα δεν πρέπει να μείνει ατιμώρητο», λέει η Νατάσα Σκεπάνοβιτς.

«Το μήνυμά μου είναι ότι κανένας δεν πρέπει να αμφιβάλλει πως πρόκειται για ένα σοβαρό εγχείρημα», δήλωσε τον Σεπτέμβριο ο εισαγγελέας Ντέιβιντ Σβέντιμαν. Το δικαστήριο, το οποίο αποτελείται από ξένους δικαστές, είναι βασισμένο στο δίκαιο του Κοσόβου, όμως μεταφέρθηκε στη Χάγη για να προστατευθούν οι μάρτυρες.

13/02/2017 13:31
ΑΠΕ-ΜΠΕ-AFP
Βελιγράδι

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: