Λογικές φόβου και εκβιασμού: Ποντάροντας στην εκμετάλλευση των ανθρωπίνων συναισθημάτων




Του Κώστα Βενιζέλου

Όταν ο πολιτικός καταφεύγει στην κινδυνολογία, σημαίνει πως σταματά να επενδύει στη λογική και την πειθώ και ποντάρει στην εκμετάλλευση των ανθρωπίνων συναισθημάτων, κυρίως του φόβου.

Απ’ αυτήν όμως δεν τρομάζουν απλώς οι πολίτες για το «χειρότερο σενάριο». Κάνουν κι οι αντίπαλοι διαπιστώσεις για τις δικές μας αντοχές, και ενθαρρύνονται για τα χειρότερα. Είναι πρόδηλο πως αναπτύσσεται μια ολόκληρη επιχειρηματολογία για τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν σε περίπτωση μη λύσης του Κυπριακού. Σωστά γίνεται, φτάνει να υπάρχει σχέδιο Β, για αντιμετώπιση αυτού του ενδεχόμενου. Γιατί εάν προβάλλονται οι κίνδυνοι για να τεθούν εκβιαστικά διλήμματα, τότε προσφέρεται κακή υπηρεσία.

Η επιχειρηματολογία φτωχή και προβλεπτή. Γίνεται επίκληση της προσάρτησης της Κριμαίας, για να προειδοποιηθεί ο Ε/κ τι μπορεί να υποστεί εάν προχωρήσει προς σε ανάλογη κίνηση η Άγκυρα. Γίνεται λόγος για κάθοδο νέων εποίκων, για αναβάθμιση του ψευδοκράτους, για ενσωμάτωση στην Τουρκία κλπ κλπ.

Αυτή η επιχειρηματολογία υπηρετεί μια λογική που, είτε σκόπιμα είτε όχι, λειτουργεί υπέρ των οπαδών της όποιας λύσης. Ο τρόμος, ο φόβος για την αποφυγή του χειρότερου, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε αυτό το σενάριο, δηλαδή το χειρότερο. Κι αυτό θα επιτευχθεί μέσα από ρυθμίσεις και πρόνοιες μιας συμφωνίας, σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί το αδιέξοδο και πρωτίστως να μην φορτωθεί στην ελληνοκυπριακή πλευρά. Αυτό δεν είναι καινούργια προσέγγιση αλλά υιοθετείται έκπαλαι από όσους κατατρύχονται από φοβικά σύνδρομα.

Αντί να στραφεί η προσπάθεια στη διασφάλιση ενός πλαισίου συμφωνίας που θα έχει προοπτική και μέλλον, θα λειτουργήσει ελεύθερα χωρίς εξαρτήσεις από τρίτους, προτάσσονται λογικές φόβου και εκβιασμού.

Μια δεύτερη απόρριψη σχεδίου λύσης είναι αυτό που θα προκαλέσει μεγάλες επιπτώσεις. Το σχέδιο Ανάν ήταν αποτέλεσμα των συσσωρευμένων υποχωρήσεων. Οι πολίτες ρωτήθηκαν μια φορά από το 1974 και εντεύθεν και τοποθετήθηκαν. Πριν από το 2004, οι διαχειριστές κινούνταν θεωρώντας ότι εξέφραζαν τους πολίτες. Μετά το 2004 γνώριζαν τη στάση τους, αλλά αρνήθηκαν να δεχθούν ουσιαστικά το αποτέλεσμα. Συνεχίσθηκε το ίδιο βιολί. Της φοβικής αμυνογενής πολιτικής. Αυτή η πολιτική εμπεριέχει σοβαρό ρίσκο, το οποίο μπορεί να αποβεί και μοιραίο. Υιοθετείται μια προσέγγιση «καθωσπρεπισμού», η οποία στηρίζεται στις λογικές του αδιεξόδου.

Προτάσσεται το επιχείρημα πως «μα το έχουμε δεχθεί τότε, δεν μπορούμε να κάνουμε πίσω σήμερα» γιατί «θα είναι καταστροφικό».. Είναι καλύτερα, δηλαδή, να επιμένουμε σε κάτι που δεν μας εξυπηρετεί, δεν θα λειτουργήσει, επειδή το δεχθήκαμε κάποτε; Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια συμφωνία, δεν θα είναι όμως λύση. Θα είναι δε η συμφωνία ένας ακόμα σταθμός στην μακρά ιστορία του Κυπριακού το οποίο θα συνεχίσει με άλλη, χειρότερη, μορφή, αφού ο Ελληνισμός της Κύπρου θα έχει χάσει την πιο σημαντική έπαλξή του, δηλαδή την Κυπριακή Δημοκρατία.

Διέξοδος υπάρχει. Διαπραγμάτευση χωρίς ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα με στόχο να καταλήξουν οι συνομιλίες σε μια συμφωνία, που θα διασφαλίζει ελευθερία και δημοκρατία, λειτουργικότητα, ανθρώπινα δικαιώματα και πραγματική ανεξαρτησία με απαλλαγή από την Τουρκία. Να είναι δηλαδή, ένα κανονικό κράτος.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: