Η Χίλαρι Κλίντον πρέπει να επανεφεύρει ένα προοδευτικό αφήγημα: Διαφορετικά θα χάσει




Tου Βενσάν Μισελό *

Αφού πέρασε ένα λαμπρό καλοκαίρι, η Χίλαρι Κλίντον μπαίνει τώρα σε μια δύσκολη φάση. Το κατεστημένο του Δημοκρατικού Κόμματος έχει καταληφθεί από μια πραγματική ανησυχία, που γίνεται ακόμη μεγαλύτερη αν ληφθεί υπόψη ότι επιβεβαιώνονται ορισμένα θεμελιώδη γνωρίσματα της προεκλογικής εκστρατείας.

Πράγματι, η υποψήφια του Δημοκρατικού Κόμματος εξακολουθεί να βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τον αντίπαλό της στο ζήτημα της χρηματοδότησης, γεγονός που της επιτρέπει μια ισχυρότερη παρουσία στο πολιτικό πεδίο και ευκολότερη αγορά διαφημιστικών χώρων. Όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, οι ψηφοφόροι τη θεωρούν καταλληλότερη από τον Τραμπ για το προεδρικό αξίωμα (σε ποσοστό 60% – 36%, σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση της «Washington Post»).

Σε όλους τους τομείς (οικονομία, απασχόληση, μετανάστευση, μάχη κατά της τρομοκρατίας, διπλωματία), οι Αμερικανοί έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη σ’ εκείνη απ’ ό,τι στον αντίπαλό της. Επιπλέον, έχει απέναντί της έναν άνθρωπο που όλο το καλοκαίρι απέδειξε ότι έχει μια εξαιρετική ικανότητα αυτομαστίγωσης, καθώς άλλαξε δύο φορές τον υπεύθυνο της προεκλογικής του εκστρατείας και δυσαρέστησε επανειλημμένα με τις δηλώσεις του πολλά στελέχη του κόμματός του.

Πώς εξηγείται λοιπόν, πέρα από μια σχεδόν μεταφορική πνευμονία, αυτή η διαφαινόμενη ανατροπή της δυναμικής;

Υπάρχουν κατ’ αρχάς συγκυριακοί λόγοι: Καθώς προηγούνταν καθαρά το καλοκαίρι σε ορισμένες σημαντικές πολιτείες (Βιρτζίνια, Πενσιλβάνια, Κολοράντο), η Χίλαρι διέκοψε τις αγορές τηλεοπτικού διαφημιστικού χρόνου για να επικεντρωθεί σε πολιτείες που δεν περιλαμβάνονταν αρχικά στους στόχους της, καθώς αποτελούσαν παραδοσιακά προπύργια των Ρεπουμπλικανών (Τζόρτζια, Αριζόνα). Αυτό το έκανε αφενός για να υποχρεώσει τον Τραμπ να υπερασπιστεί αυτά τα προπύργια, αφετέρου για να αυξήσει τις πιθανότητες του κόμματός της να κερδίσει εκ νέου την πλειοψηφία στην Γερουσία ή ακόμη και στην Βουλή των Αντιπροσώπων.

Αυτή η στρατηγική «επέκτασης του εκλογικού χάρτη» (expand the map) έχει σημασία, με την προϋπόθεση βέβαια νίκης στις 8 Νοεμβρίου, τόσο για να συσφιχθούν οι σχέσεις της υποψήφιας με το κόμμα της, όσο και για να της εξασφαλιστεί μια ελπιδοφόρα έναρξη της θητείας της. Με εξαίρεση τον Ρίτσαρντ Νίξον, το 1969, κανείς Πρόεδρος στη σύγχρονη εποχή δεν έχει ξεκινήσει τη θητεία του χωρίς πλειοψηφία του κόμματός του στο Κογκρέσο.

Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Χίλαρι οφείλονται όμως και σε διαρθρωτικούς λόγους: Μετά το 1945, μόλις μία φορά έχει καταφέρει ένα κόμμα να παραμείνει στον Λευκό Οίκο επί τρεις συνεχείς θητείες. Το πέτυχε ο πατέρας Μπους, διαδεχόμενος τον Ρόναλντ Ρέιγκαν το 1989. Σήμερα, η Χίλαρι Κλίντον είναι υποψήφια του στάτους κβο σε μια στιγμή που η αμφισβήτηση των ελίτ είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Διατυπώνει έναν μεταρρυθμιστικό λόγο που βασίζεται στον συμβιβασμό και τη διαπραγμάτευση, όταν το πολιτικό σκηνικό χαρακτηρίζεται από την πόλωση και ένα είδος ιδεολογικής καθαρότητας που πνίγει τις φωνές της λογικής και του ρεαλισμού. Τόσο στην επικοινωνία της όσο και στο πρόγραμμά της, η Χίλαρι Κλίντον είναι η υποψήφια της λογικής, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο υποψήφιος του πάθους.

Την ώρα που η υποψήφια των Δημοκρατικών καλείται συνεχώς να εξηγήσει παλιές της θέσεις ή να δικαιολογήσει ακόμη και τη μικρότερη παρέκκλισή της, ο αντίπαλός της παρουσιάζεται ως ο υποψήφιος της «μετά-την-αλήθεια-εποχής» (post-truth candidate),που μπορεί να λέει ό,τι θέλει χωρίς να έχει καμιά σημασία αν είναι αλήθεια ή όχι. Σε αυτό πρέπει να προστεθούν και οι διαβρωτικές επιπτώσεις από τις συνεχείς καταγγελίες του Ντόναλντ Τραμπ για την πολιτική ορθότητα, για την υποτιθέμενη εύνοια των μεγάλων μέσων ενημέρωσης για την προοδευτική υποψήφια και για τη συνωμοσία του κατεστημένου εναντίον της σιωπηρής πλειοψηφίας που ο ίδιος εκπροσωπεί. Το αποτέλεσμα είναι οι δημοσιογράφοι να κρίνουν με επιείκεια τον Τραμπ ακόμη κι όταν ψεύδεται σε ένα θέμα τόσο σημαντικό όσο οι θέσεις του για τον πόλεμο στο Ιράκ.

Το κενό αέρα που διασχίζει η Χίλαρι Κλίντον εξηγείται τέλος από την προσωπικότητά της, τη μακρά πολιτική της σταδιοδρομία και τη δομή του επιτελείου της: Είκοσι πέντε χρόνια δημόσιας ζωής και βίαιων επιθέσεων από τους αντιπάλους της έχουν συμβάλει στο να δημιουργηθεί ένα σχεδόν αδιαπέραστο φίλτρο ανάμεσα στη Δημοκρατική υποψήφια και τον Τύπο, αλλά ακόμη και τους ψηφοφόρους. Οι αντίπαλοί της έχουν κατορθώσει να οικοδομήσουν ένα «αφήγημα» αυτής της εκστρατείας, που ακούγεται ως μια λαϊκιστική δυστοπία. Καθήκον της Χίλαρι Κλίντον είναι τώρα να αντιτάξει ένα προοδευτικό αφήγημα, που θα εισάγει στον ορθολογισμό της λίγη ουτοπία.

(Πηγή: Le Monde)

  • Ο Γάλλος Βενσάν Μισελό είναι πανεπιστημιακός, με ειδίκευση στην Πολιτική Ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών. Στις 15 του περασμένου Φεβρουαρίου, παραιτήθηκε από τη θέση του διευθυντή στην Sciences-Po Lyon (Institut de Etudes politiques), την οποία κατείχε από τον Ιούλιο του 2014. Προηγουμένως, ήταν διευθυντής διεθνών σχέσεων στο ινστιτούτο.

 

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: