Προκλήσεις για τον (την) νέο(α) Πρόεδρο των ΗΠΑ: Αγωνία και ανησυχία για το αποτέλεσμα




Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Μετά την ολοκλήρωση των Συνεδρίων και την επίσημη πλέον ανακήρυξη των υποψηφίων ο προεκλογικός αγώνας στις ΗΠΑ εισέρχεται πλέον στην τελευταία και καθοριστική του φάση, αφού το αποτέλεσμα του θα είναι η εκλογή του(της) νέου (ας) Προέδρου της χώρας.

Η μάχη ανάμεσα στους δύο υποψηφίους, την κ. Κλίντον για τους Δημακρατικούς και τον κ. Τράμπ για τους Ρεπουμπλικάνους προβλέπεται αρκετά σκληρή. Θα διεξαχθεί δε μέσα σε μία αρκετά βαριά ατμόσφαιρα το κύριο χαρακτηριστικό της οποίας είναι η πόλωση που παρατηρείται πλέον στην Αμερικανική κοινωνία με αφορμή τις συγκρούσεις αφρο-αμερικανών πολιτών με την Αστυνομία σε διάφορα σημεία της χώρας , συγκρούσεις που είχαν ως αποτέλεσμα απώλειες ζωών και στις δύο πλευρές. Τα γεγονότα αυτά και η διαχείριση τους που μεταξύ άλλων είχε ως αποτέλεσμα την αντίληψη ότι πρόκειται για νέες φυλετικού τύπου συγκρούσεις μεταξύ λευκών και αφρο-αμερικανών, προκάλεσαν αρκετές νέες εντάσεις στην ήδη ως ένα βαθμό προβληματισμένη για διάφορους λόγους Αμερικανική κοινωνία, ενώ έφεραν ξανά στη μνήμη κυρίως των παλαιότερων Αμερικανών άλλες εποχές του παρελθόντος όπου οι φυλετικές αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις ήταν επίσης αρκετά έντονες με αρκετά θύματα και τότε.

Και βέβαια την τεταμένη αυτή ατμόσφαιρα ενίσχυσαν και ορισμένα ακόμη γεγονότα όπως η υπόθεση των υποκλοπών και της διαρροής των email της Επιτροπής εκλογικού αγώνα των Δημοκρατικών μέσα από την οποία αποκαλύφθηκε ότι μέλη της Επιτροπής «συνωμοτούσαν» σε βάρος του εσωτερικού αντιπάλου της κ. Κλίντον, Μπέρνι Σάντερς προκειμένου να ισχυροποιήσουν την θέση της( όπως είναι γνωστό ως αποτέλεσμα των διαρροών και του περιεχομένου τους η επικεφαλής της επιτροπής προεκλογικού αγώνα Debbie Wasserman Schultz παραιτήθηκε από την θέση της). Τόσο αυτό καθεαυτό το γεγονός όσο και ο χειρισμός του από την κ. Κλίντον – με σχετική ευκολία απέδωσε τις υποκλοπές στους Ρώσους κατηγορώντας τους ότι θέλουν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα των εκλογών υπέρ του κ. Τράμπ.(Προφανώς η κατηγορία αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι σύμβουλοι του κ. Τράμπ ξεκινώντας από τον επικεφαλής της εκστρατείας , Paul Manafort,όπως αναφέρθηκε σε αρκετά ΜΜΕ (βλ. ασχετική αρθρογραφία εφ. Guardian) διατηρούν επαφές με Ρώσους ισχυρούς παράγοντες), επανέφεραν στην μνήμη πολλών Αμερικανών μια παλαιότερη και παγκοσμίως πλέον γνωστή υπόθεση υποκλοπών, την υπόθεση Watergate, αλλά και πιο πρόσφατες περιπτώσεις όπως οι παρακολουθήσεις επικοινωνιών πολιτών στις ΗΠΑ και αλλού από την NSA η οι κυβερνο-επιθέσεις από Κινέζους χάκερ, θέματα για τα οποία υπήρξαν εκτεταμένες συζητήσεις διεθνώς και για τα οποία αρκετοί Αμερικανοί δείχνουν μεγάλη ευαισθησία.

Στη διάρκεια της περιόδου των προκριματικών εκλογών , σκιαγραφήθηκαν ως ένα βαθμό οι απόψεις και οι θέσεις των δύο υποψηφίων που και τελικά επικράτησαν λαμβάνοντας αντίστοιχα το χρίσμα των κομμάτων τους. Στην τελική και ,φυσικά, κρίσιμη φάση της προεκλογικής εκστρατείας πέρα από την προσπάθεια των δύο υποψηφίων να μετατρέψουν τις απόψεις τους σε προτάσεις πολιτικής και να πείσουν ο καθένας ότι οι δικές του /της ανταποκρίνονται καλύτερα στην σημερινή Αμερικανική πραγματικότητα και ότι με την εφαρμογή τους θα αντιμετωπίζονται καλύτερα τα προβλήματα που οι ΗΠΑ έχουν σήμερα τόσο στο εσωτερικό όσο και στις εξωτερικές τους σχέσεις, θα υπάρχουν φυσικά πέρα από τις εντάσεις και τις ένθεν κακείθεν επιθέσεις και προσπάθειες προσεταιρισμού αφενός όσων πολιτών δεν έχουν ακόμη εκδηλωθεί,αφετέρου εκείνων που διαφωνούν και με τους δύο υποψηφίους ( το ποσοστό τους φαίνεται να είναι αρκετά υψηλό) αλλά κι οπαδών των δύο κομμάτων που φαίνεται ότι διαφωνούν με την επιλογή των υποψηφίων για το αξίωμα του Προέδρου.

Δεν είναι τυχαία μια συμβουλή προς την κ. Κλίντον που προέρχεται από τον Michael ‘O Hanlon ερευνητή του Ινστιτούτου Brookings σύμφωνα με την οποία θα ήταν σωστό σε κάποια ομιλία της να αναγνωρίσει το έργο ορισμένων Ρεπουμπλικάνων πολιτικών όπως οι Pete Domenici, Warren Rudman και John Boechner και άλλων προκειμένου να δημιουργήσει ρήγματα στον αντίπαλο της με δεδομένο ότι αρκετοί διακεκριμένοι Ρεπουμπλικάνοι είχαν και δημόσια διαφωνήσει με τον κ. Τράμπ και δεν στήριξαν την υποψηφιότητα του. Αντίστοιχες σκέψεις προφανώς θα υπάρχουν και για την κ. Κλίντον ,αν οι περισσότεροι επικριτές της που της καταλογίζουν υποκριτική συμπεριφορά με αφορμή την γνωστή υπόθεση του προσωπικού της λογαριασμού στο διαδίκτυο όσο ήταν Υπουργός εξωτερικών, «υποταγή » στην Wall Street και την αμερικανική οικονομική ολιγαρχία, νέο-συντηριτική και «πολεμοχαρή» λογική στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, και νεοφιλελεύθερες απόψεις στην οικονομική πολιτική, ανήκουν κατά κύριο λόγο στην Αμερικανική Αριστερά(βλ. σχετική αρθρογραφία στο περιοδικό Counterpunch).

Όμως ανεξάρτητα από τα όσα θα ειπωθούν και θα συμβούν στο διάστημα της προεκλογικής περιόδου που απομένει οι προκλήσεις με τις οποίες θα βρεθεί αντιμέτωπος(η) ο (η) νέος(α) Πρόεδρος των ΗΠΑ είναι πολλές και σημαντικές.

Στο εσωτερικό της χώρας έχουν προτεραιότητα δύο τουλάχιστον ζητήματα:

Το πρώτο αφορά στην οικονομία όπου η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το οικονομικό μέλλον της μεσαίας τάξης που θεωρείται προβληματικό, τα επιδόματα προς τις αδύναμες οικονομικά οικογένειες, την διατήρηση και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που φαίνεται ότι απειλούνται και από τις δύο διεθνείς εμπορικού κυρίως περιεχομένου συμφωνίες (γνωστές ως TPP και TTIP ) αλλά και την εξασφάλιση πόρων για την συνέχεια πολιτικών για την Παιδεία και την Υγεία. (Συζητείται για παράδειγμα αν ο(η) νέος(α) Πρόεδρος θα εξετάσει το ενδεχόμενο επαναφοράς μίας πολιτικής που κωδικοποιήθηκε με τον τίτλο Grand Bargain κεντρικό στοιχείο της οποίας ήταν περικοπές στα επιδόματα κοινωνικής ασφάλισης και στα επιδόματα ιατρικής περίθαλψης.

Το δεύτερο αφορά στην αντιμετώπιση των περιστατικών βίας που έχει έντονα χαρακτηριστικά ρατσισμού και που όπως είναι γνωστό σε συνδυασμό και με το ζήτημα της παρουσίας αλλοδαπών στις ΗΠΑ- εδώ την ένταση πυροδοτεί συνεχώς με τις δηλώσεις του ο κ. Τράμπ- χαρακτηρίζει πλέον την Αμερικανική κοινωνία.

Ήδη έχουν διατυπωθεί πολλές και ενδιαφέρουσες απόψεις από αξιόλογους ειδικούς για τα αίτια του φαινομένου αυτού. Ορισμένες από αυτές επιχειρούν μία διασύνδεση ανάμεσα στην βία και την εξυπηρέτηση ορισμένων συμφερόντων. Ιδιαίτερη σημασία προσλαμβάνει εν προκειμένω η άποψη την οποία εξέθεσε στο συνέδριο των Δημοκρατικών η προοδευτικών αντιλήψεων γερουσιαστής από την Μασαχουσέτη Elizabeth Warren, που συμπεριλαμβανόταν και στον κατάλογο των υποψηφίων για το αξίωμα του Αντιπροέδρου της κ. Κλίντον. Ανέφερε μεταξύ άλλων η Γερουσιαστής Warren: «….Ο Τράμπ πιστεύει ότι ανάβοντας τις φωτιές του μίσους και του φόβου θα κερδίσει ψήφους. Αυτή είναι η Αμερική του…. Λευκοί εναντίον Μαύρων και Λατίνων. Χριστιανοί εναντίον Μουσουλμάνων και Εβραίων. Ετερόφυλοι εναντίον Ομοφυλοφίλων. Όλοι εναντίον των Μεταναστών. Αλλά διερωτηθήκατε ποτέ όταν λευκοί εργάτες στο Οχάιο στρέφονται κατά μαύρων εργατών στη Βόρεια Καρολίνα η κατά λατίνων εργατών στη Φλώριδα ποιος πραγματικά ωφελείται. Διαίρει και βασίλευε είναι μία παλαιά ιστορία στην Αμερική.

Όταν στρεφόμαστε ο ένας εναντίον του άλλου, οι τραπεζίτες μπορούν να διοικούν την οικονομία μας, οι εταιρείες πετρελαίου μπορούν να πολεμούν τις πολιτικές για πιο καθαρή ενέργεια και οι μεγάλες εταιρείες μπορούν να στέλνουν τις τελευταίες καλές δουλειές στο εξωτερικό…. Όταν στρεφόμαστε ο ένας εναντίον του άλλου οι πλούσιοι όπως ο Τράμπ μπορούν να ψηφίζουν περισσότερες φοροαπαλλαγές για τους εαυτούς τους και έτσι δεν θα έχουμε αρκετά χρήματα να υποστηρίξουμε τα σχολεία μας , να επισκευάσουμε τους δρόμους μας η να επενδύσουμε στο μέλλον των παιδιών μας…. Όταν στρεφόμαστε ο ένας εναντίον του άλλου δεν θα μπορέσουμε ποτέ να ενωθούμε και να πολεμήσουμε ένα προβληματικό σύστημα…»( Η μετάφραση από τον υπογράφοντα. Το απόσπασμα αναφέρεται σε άρθρο του Paul Street στην ιστοσελίδα του περιοδικού Counterpunch).

‘Αν και οι αναφορές της αυτές είχαν ως επίκεντρο τον κ. Τράμπ και τις πράγματι ακραίες απόψεις του που θεωρούνται εμπρηστικές και ως εκ τούτου οξύνουν την κατάσταση ,χαρακτηρίστηκαν και ως «καρφί» της κ. Warren και προς την κ. Κλίντον την υποστήριξη στην υποψηφιότητα της οποίας ανακοίνωσε την τελευταία στιγμή, κυρίως για τις σχέσεις της με ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες της χώρας.
Στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων των ΗΠΑ ο(η) νέος(α) Πρόεδρος θα έχει να αντιμετωπίσει αρκετά φλέγοντα ζητήματα ξεκινώντας από το μέλλον των σχέσεων με την Ρωσία όπου τα πράγματα είναι μάλλον αντιφατικά αφού κυρίως από ένα τμήμα του αμερικανικού πολιτικο-στρατιωτικού κατεστημένου η Ρωσία θεωρείται μετά και τα γεγονότα στην Ουκρανία, ο κύριος «εχθρός» για την αντιμετώπιση του οποίου διαμορφώνονται πολιτικές που καλύπτουν σχεδόν όλους τους τομείς στους οποίους είναι εμφανής και ενεργή η Ρωσική παρουσία όπως είναι ο για παράδειγμα ο Ενεργειακός. Παράλληλα όμως ,προς το παρόν τουλάχιστον λαμβάνεται υπόψη ο ρόλος της Ρωσίας στην προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κρίσης στη Μέση Ανατολή.

Οι σχέσεις με την Κίνα θα είναι ένα επίσης σημαντικό κεφάλαιο με δεδομένο το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τα συμβαίνοντα στη χώρα αυτή γενικά και ειδικότερα στην Νότια Θάλασσα της. Μετά την πρόσφατη απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου της Χάγης που δικαιώνει τις Φιλιππίνες , υπάρχει το ενδεχόμενο οι ΗΠΑ ως σύμμαχος τους να κληθούν να λάβουν θέση υπέρ των Φιλιππίνων για την εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου. Βέβαια υπάρχουν και αρκετά άλλα θέματα που προσδιορίζουν τις Σινο-Αμερικανικές σχέσεις όπως για παράδειγμα η διεθνής οικονομία και νομισματική πολιτική αλλά και η τεχνολογία, και η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο που αναμφισβήτητα θα συνεχίσουν να απασχολούν τις ΗΠΑ.

Η συνεχιζόμενη εκρηκτική κατάσταση στη Μέση Ανατολή με επίκεντρο την αντιμετώπιση του ISIS αλλά και το μέλλον της Συρίας και του Ιράκ απαιτούν προσεκτικές κινήσεις και νηφάλιες σκέψεις αφού έχει αποδειχθεί ότι η διαμόρφωση μίας πρότασης για λύση περνά μέσα από πολύπλοκους και δύσκολους συσχετισμούς δυνάμεων . Το θέμα αυτό αναμένεται να είναι ένα σημείο αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο υποψηφίων με δεδομένες τις μέχρι τώρα θέσεις τους ιδιαίτερα μάλιστα για το θέμα των προσφύγων, αλλά και τις σχετικές επιλογές της κ. Κλίντον όταν ήταν Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ.

Οι μελλοντικές σχέσεις με την Τουρκία ιδιαίτερα μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Ερντογκάν και τις κατηγορίες που εκείνος εκτόξευσε κατά των ΗΠΑ για ανάμειξη τους στον σχεδιασμό του. Δύο κρίσιμα θέματα εδώ είναι πρώτον η τελική απόφαση για την έκδοση του αντιπάλου του Τούρκου Προέδρου Gulen που εδώ και χρόνια ζει στις ΗΠΑ και που, όπως έχει ήδη γραφτεί σε αμερικανικά ΜΜΕ, θεωρείται ότι έχει στενές σχέσεις με την οικογένεια Κλίντον, και δεύτερον το μέλλον της αμερικανικής παρουσίας στη βάση του Ινσιρλίκ στην οποία υπάρχουν και πυρηνικά όπλα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο γεγονός η πρόσφατη επίσκεψη του Αρχηγού των Αμερικανικών Ενόπλων δυνάμεων στην Τουρκία. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες οι ΗΠΑ σκέπτονται μετά και τα τελευταία να αποχωρήσουν από τη βάση του Ινσιρλίκ και να μεταφέρουν τις δραστηριότητες και τα οπλικά συστήματα που έχουν εκεί σε άλλο μέρος (λέγεται ότι έχει συζητηθεί και το Καστέλι στην Κρήτη). Βέβαια στις μελλοντικές σχέσεις με την Τουρκία οι ΗΠΑ περιλαμβάνουν και τον ρόλο της στην κατάσταση στη Μέση Ανατολή , το Κουρδικό τα ενεργειακά, και τις Ευρω-Τουρκικές σχέσεις.

Ιδιαίτερη σημασία θα έχουν όπως δείχνουν τα πράγματα οι ελληνο-αμερικανικές σχέσεις και τα ζητήματα που τις προσδιορίζουν , με έμφαση τα ενεργειακά και , μετά την διαμορφούμενη κατάσταση στην Τουρκία και ορισμένα στρατιωτικής σημασίας ζητήματα. Την ίδια σημασία έχει για τις ΗΠΑ και το Κυπριακό όπου μετά τις εκλογές θα υπάρξει νέα κινητικότητα με επίκεντρο το υπό διαμόρφωση σχέδιο για λύση. (πρέπει πάντως να σημειωθεί εδώ ότι ως σήμερα η άποψη των ΗΠΑ για λύση δεν είναι, δυστυχώς, και η καλύτερη).

Η διαχείριση της υπόθεσης του Brexit θέμα για το οποίο οι ΗΠΑ είχαν εκφράσει τις διαφωνίες τους για στρατηγικούς κυρίως λόγους, αφού η Μεγ. Βρετανία είναι ο στενότερος σύμμαχος και υποστηρικτής στην Ευρώπη που επηρέαζε τις διεργασίες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης λαμβάνοντας πάντα υπόψη και τις Αμερικανικές ευαισθησίες απόψεις.

Τέλος η ομαλοποίηση των σχέσεων με την Κούβα φαίνεται ότι θα συνεχιστεί, ενώ οι σχέσεις με άλλες χώρες της Νοτίου Αμερικής όπως η Αργεντινή και η Βραζιλία φαίνεται ότι θα επαναπροσδιορισθούν.

Με όλα τα παραπάνω η τελική φάση της προεκλογικής περιόδου αναμένεται με ενδιαφέρον. Με το ίδιο ενδιαφέρον αναμένεται και το αποτέλεσμα των εκλογών και τα «βήματα» του νέου(ας) Προέδρου.

Ο Γιώργος Δημητρακόπουλος είναι πρώην Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Koινοβουλίου

Ο Γιώργος Δημητρακόπουλος
Ο Γιώργος Δημητρακόπουλος

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: