Σύρος, μάγια μου ’χεις κάνει… Συνδυασμός λευκού και γαλάζιου




Το λευκό και το γαλάζιο που έχεις συνηθίσει να κατακλύζουν το βλέμμα σου στο Αιγαίο, εδώ στη Σύρο μοιράζονται τη ζωή με όλες τις πιθανές και απίθανες αποχρώσεις της χρωματικής παλέτας, ένας πολύχρωμος καμβάς που θες δε θες μαγνητίζει μονομιάς τις αισθήσεις σου.

Μα δεν είναι μόνο αυτό που κάνει τη διαφορά: στη Σύρο ανακαλύπτεις γρήγορα πως το νησί αυτό έχει μια απίστευτη ευκολία να σε δέχεται, να σ’ αγκαλιάζει και να σε κάνει δικό του, κι απλόχερα κ να σου προσφέρει φίλους, εμπειρίες, εικόνες που θα κουβαλάς για πάντα μέσα σου.

Τη Σύρο την αναγνωρίζεις απ’ το κατάστρωμα του πλοίου ακόμα, πριν πέσουν οι κάβοι στο λιμάνι, από τους δυο λόφους που υψώνονται αντίκρυ ο ένας στον άλλο: από τη μια η Ανω Σύρα με τον Σαν Τζώρτζη στην κορφή της, κι από την άλλη, αντίκρυ της, το Δήλι με την εκκλησιά της Ανάστασης.

Αδύνατον να μην αναγνωρίσεις αυτή την εικόνα. Και μόλις πια δέσει το καράβι, κι ανέβουν τρέχοντας επάνω οι «καλαθατζήδες» με τις τσάντες τους ξέχειλες από συριανά λουκούμια και χαλβαδόπιτες, τότε πια βεβαιώνεσαι μια και καλή πως -επιτέλους!- έφτασες στη Σύρο.

Αγκυρα, λοιπόν, στην Ερμούπολη. Αν περιμένεις να συναντήσεις μια τυπική «κυκλαδίτικη Χώρα», ξανασκέψου το. Βρίσκεσαι στην πιο σπουδαία πόλη του Αιγαίου, το πρώτο οικονομικό, διοικητικό, συγκοινωνιακό –και ό,τι άλλο θέλεις– κέντρο της μεγάλης ελληνικής θάλασσας, ένα μεγάλο αστικό κέντρο με έντονη δραστηριότητα, με αεικίνητες πολιτιστικές δράσεις, με παρελθόν, παρόν και μέλλον.

Η προκυμαία της είναι πάντα γεμάτη, ο κόσμος πάντα πολύς, Συριανοί και επισκέπτες να πηγαινοέρχονται συνεχώς, κίνηση, ζωή, παλμός. Από το περίφημο Νεώριο, το ναυπηγείο στην αριστερή (όπως βλέπεις από τη θάλασσα) πλευρά της προκυμαίας, μέχρι την άλλη, τη δεξιά άκρη στο Νησάκι, ο παραλιακός δρόμος σφύζει από ζωή.

Και επειδή τίποτα δεν είναι τυχαίο σ’ αυτήν τη ζωή, εδώ θα σου συστήσουν να έρθεις για φαγητό στα εστιατόρια δίπλα στα αραγμένα σκάφη, για ποτό στα ψαγμένα μπαράκια, για ατελείωτες βόλτες και μια πρώτη γνωριμία με την πόλη πριν αρχίσεις να την ανακαλύπτεις και εκ των έσω.

Στο Νησάκι, να θυμάσαι, εκεί που λειτουργεί σήμερα το Τελωνείο, υπάρχει και το μεγαλύτερο πάρκινγκ της Ερμούπολης, κάτι που θα εκτιμήσεις δεόντως ψάχνοντας για χώρο στάθμευσης στην πόλη.

Γιατί την Ερμούπολη θα τη γνωρίσεις κυρίως με τα πόδια. Διαλέγεις, λοιπόν, έναν από τους κάθετους δρόμους της παραλιακής και «μπαίνεις» στα ενδότερα. Πλακόστρωτα στενορύμια, κτίρια με μαρμάρινες προσόψεις, καλοφτιαγμένα καταστήματα. Ο αέρας της αρχοντιάς πνέει δυνατά στην Ερμούπολη και γίνεται όλο και πιο έντονος σαν χάνεσαι στους δρόμους του ιστορικού κέντρου.

Το «κέντρο του κέντρου» είναι φυσικά η πλατεία Μιαούλη, η πελώρια πλατεία με τον ανδριάντα του αγωνιστή της Επανάστασης, τη μαρμάρινη εξέδρα της φιλαρμονικής και βέβαια το αριστουργηματικό δημαρχείο.

Διά χειρός Ερνέστου Τσίλλερ, το δημαρχιακό μέγαρο είναι ένα εκθαμβωτικό δείγμα της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, με τα πολυφωτογραφημένα σκαλοπάτια του, με την πλούσια εσωτερική διακόσμηση, με την άμαξα της γνωστής πριγκίπισσας Σίσσυ να εκτίθεται ως έκθεμα ρομαντικών εποχών, με τις περίτεχνες τοιχογραφίες και ένα κλειστό αίθριο με εντευκτήριο που θυμίζει παριζιάνικο καφέ.

Παραπλεύρως του δημαρχείου στεγάζεται και το Αρχαιολογικό Μουσείο της Σύρου.

Βαπόρια βγήκαν στη στεριά

Η Ερμούπολη απλώνεται δεξιά κι αριστερά από την πλατεία του δημαρχείου, μέσα από γοητευτικά καλντερίμια που θα σε «αναγκάσουν» σε αρκετό… ποδαρόδρομο, που ωστόσο θ’ αξίζει το κάθε μέτρο που θα διανύσεις.

Σ’ όποιο στενό κι αν χωθείς, όποια σκαλοπάτια κι αν διαλέξεις ν’ ακολουθήσεις, σ’ όποια γειτονιά κι αν βρεθείς, θα δεις γύρω σου αρχοντόσπιτα με σκαλιστές προσόψεις, με περίτεχνα στολίδια και τον πλούτο να είναι εμφανής σε κάθε βήμα.

Στη συνοικία της Μεταμόρφωσης θα δεις την ομώνυμη εκκλησία, την παλαιότερη ορθόδοξη της Σύρου, ενώ στη γειτονική συνοικία των Ψαριανών θα μπεις στον ναό της Κοίμησης και θα δεις, στον πρόναο ακόμα, έναν απίστευτο θησαυρό που λίγοι γνωρίζουν.

Είναι μια εικόνα της Κοίμησης της Παναγίας φιλοτεχνημένη από τον ίδιο τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο! Την εικόνα έφεραν στον ναό πριν από περίπου έναν αιώνα Ψαριανοί πρόσφυγες, κανείς δεν πρόσεξε ωστόσο την υπογραφή στο κάτω μέρος της. Ωσπου μια Καθαρά Δευτέρα του 1983 ο αρχαιολόγος και βυζαντινολόγος Γιώργος Μαστορόπουλος, εκτελώντας συνήθεις εργασίες συντήρησης, ανακάλυψε τον θησαυρό που μέχρι τότε βρισκόταν κάτω από… τη μύτη των πιστών.

Εργο της πρώιμης ηλικίας του Γκρέκο, όταν ο μέγας Κρητικός ζωγράφος ήταν περίπου είκοσι χρονών, η εικόνα φυλάσσεται σε ένα ξύλινο κουβούκλιο και κάθε επισκέπτης του ναού μπορεί να τη θαυμάσει ελεύθερα. Δίπλα ακριβώς στην Κοίμηση, οι επουράνιες απολαύσεις παραχωρούν τη θέση τους στις επίγειες, συγκεκριμένα στο Καζίνο της Σύρου που λειτουργεί επί 24ώρου βάσεως.

Κατεβαίνοντας ξανά στην προκυμαία, στο νότιο άκρο του λιμανιού, δεν μπορεί να μη δεις τους πελώριους γερανούς του Νεωρίου. Το Νεώριον είναι τα μεγάλα ναυπηγεία της Σύρου, σκιά σήμερα ενός σπουδαίου παρελθόντος κατά το οποίο έφτασαν να είναι τα πρώτα ναυπηγεία στην Ελλάδα, με αμέτρητα βαπόρια να κατασκευάζονται (και να επισκευάζονται εδώ) πριν πάρει την πρωτοκαθεδρία ο Σκαραμαγκάς και έρθουν τα προβλήματα.

Μιλώντας για «βαπόρια» πάντως, ο δρόμος είναι ένας: από την πλατεία Μιαούλη ακολουθείς τον ανηφορικό δρόμο προς τα βόρεια, περνάς από το θέατρο Απόλλων και φτάνεις στον μεγάλο, επιβλητικό ναό του Αγίου Νικολάου. Ο γαλάζιος τρούλος του και τα δύο καμπαναριά του είναι σημεία αναφοράς στην Ερμούπολη, γνωστό όμως είναι και το πέτρινο λιοντάρι που λιάζεται στον περίβολο του ναού, αφιέρωμα στους άταφους αγωνιστές της Ελλάδας.

Σαν είσαι στον Αγιο Νικόλαο βρίσκεσαι στα Βαπόρια, την πιο αρχοντική, την πιο πλούσια συνοικία της Ερμούπολης. Την είπαν Βαπόρια γιατί οι Συριανοί εφοπλιστές που κατοικούσαν εδώ τόσο πολύ αγαπούσαν τη θάλασσα που βάλθηκαν να φτιάξουν τα σπίτια τους με τρόπο τέτοιο που η όψη τους να μοιάζει με πλοίου.

Κι όντως, αποκτάς αυτή την αίσθηση βλέποντάς τα να ορθώνονται πάνω ακριβώς απ’ τη θάλασσα, με το κύμα να σκάει στο κατώφλι τους.

Συνεχίζοντας λίγο ακόμη βορειότερα από τα Βαπόρια και κατεβαίνοντας παραλιακά, έρχεσαι στ’ Αστέρια, ένα παραλιακό μέτωπο όπου πολλοί Ερμουπολίτες έρχονται για ένα δροσερό μπάνιο στα κρυστάλλινα νερά με φόντο τα Βαπόρια!

Διαχρονικά περιζήτητη

Εχεις ήδη καταλάβει πως η Σύρος έχει χαρακτήρα εξωστρεφή, ανοιχτό στο καινούργιο, στο «αλλιώτικο», στο διαφορετικό. Σε έναν μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται και στην πολλών δεκαετιών συνύπαρξη μεταξύ καθολικών και ορθόδοξων χριστιανών. Στη Σύρο ζουν οι περισσότεροι Ελληνες καθολικοί από οπουδήποτε αλλού στη χώρα.

Ομως για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή θα χρειαστεί να ταξιδέψουμε για λίγο στο (προ Χριστού) παρελθόν του νησιού. Χάρη στη γεωγραφική θέση της, η Σύρος ήταν ανέκαθεν περιζήτητη σε όσους ήθελαν να διαφεντεύουν το Αιγαίο. Πρώτα οι Αθηναίοι, μετά οι Πέρσες, ξανά οι Αθηναίοι κι ύστερα οι Μακεδόνες, οι Πτολεμαίοι, οι Ρωμαίοι πέρασαν διαδοχικά από το νησί.

Επειτα ήρθαν οι Βυζαντινοί, λίγο πριν από το σημείο καμπής που ήταν το 1204, όταν η Πόλη έπεφτε στους Σταυροφόρους και η Σύρος στα χέρια των Ενετών. Εχει σημασία αυτό το γεγονός, γιατί τότε ήταν που οι περισσότεροι Συριανοί ασπάστηκαν το καθολικό δόγμα, απολαμβάνοντας παράλληλα και κάποια προνόμια που συνεχίστηκαν και μετά τον ερχομό των οθωμανών.

Δεν έλειψαν βέβαια και οι καταστροφές, Τουρκοκρατία ήταν αυτή άλλωστε. Μέχρι τις αρχές του 19ου αι. ο οικισμός της Χώρας δεν ήταν άλλος από τη νυν Ανω Σύρα, σκαρφαλωμένος στον λόφο που σήμερα βλέπεις στην κορφή του την καθολική επισκοπή του Σαν Τζώρτζη (Αγίου Γεωργίου).

Η Ερμούπολη άρχισε να αναπτύσσεται στις αρχές του προπερασμένου αιώνα, όταν ήρθαν και εγκαταστάθηκαν εδώ πρόσφυγες από τα Ψαρά, τη Χίο, την Κρήτη, την Κάσο και τα μικρασιατικά παράλια.

Ως ορθόδοξοι χριστιανοί επέλεξαν να χτίσουν τα σπίτια τους σε διαφορετική έκταση από την καθολική Ανω Σύρα, αναλαμβάνοντας έτσι το παράλιο κομμάτι αλλά και τον απέναντι λόφο, το Δήλι, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η συνοικία του Βροντάδου (μαρτυρώντας τη χιώτικη καταγωγή του) με την εκκλησία της Ανάστασης στην κορυφή.

Oι πρόσφυγες εκείνοι, λοιπόν, ήταν άνθρωποι με έφεση στο εμπόριο και στη ναυτιλία, και τη νέα πόλη τους την είπαν Ερμούπολη, προς τιμήν του προστάτη του εμπορίου Ερμή. Η πόλη αναπτύχθηκε, τράνεψε, οι άνθρωποί της πλούτισαν από τις εμπορικές τους δραστηριότητες, έχτισαν αρχοντικά, στόλισαν την πόλη τους, αγάπησαν τις τέχνες και τα γράμματα και έγιναν σημείο αναφοράς σε μια νεαρή ακόμη Ελλάδα που αναζητούσε τα πατήματά της ως νέο, ελεύθερο κράτος.

Ολα αυτά τα χρόνια, οι καθολικοί της Ανω Σύρας και οι ορθόδοξοι της Ερμούπολης είχαν τις διαφορές τους, υπήρχε επιφυλακτικότητα και οι εντάσεις δεν έλειπαν, όμως τίποτα δεν εμπόδισε την ανάπτυξη.

Και σήμερα, εν έτει 2015, η συνύπαρξη των δύο δογμάτων είναι πιο αρμονική από ποτέ. Γι’ αυτό και η Σύρος έχει αναπτύξει αυτή την ευκολία να δέχεται το νέο και το διαφορετικό.

Οι δρόμοι του Μάρκου

Ανω Σύρα λοιπόν, η πραγματική Παλιά Πόλη της Σύρου, ο μεσαιωνικός οικισμός σε απόσταση αναπνοής από το αστικό κέντρο της Ερμούπολης, που όμως έχει διατηρήσει το δικό του χρώμα, τη δική του ταυτότητα. Σαν να βρίσκεσαι σε διαφορετικό νησί, με άλλα λόγια!

Μια βόλτα στα δρομάκια της Ανω Σύρας ξεκινά συνήθως από τη λεγόμενη Καμάρα, μια μικρή ανοιχτή πύλη-είσοδο στον οικισμό, που σε προδιαθέτει αμέσως για το τι θα συναντήσεις.

Μικρά, ασβεστοστρωμένα καλντερίμια, πολύχρωμες πόρτες και παραθυρόφυλλα, αυλές ένα με τον δρόμο, λουλούδια, κατοικίες μικρές, συνήθως δίπατες, κάπου κάπου μια στοά, και εν γένει μια οικιστική αρχιτεκτονική που περισσότερο θυμίζει φρούριο· και όντως αυτός ήταν ο χρηστικός σκοπός της.

Σε κάποιες γωνιές θα ανακαλύψεις μικρά καφενεία και ταβέρνες, καλλιτέχνες να δημιουργούν έξω από τα μαγαζιά τους, θα ακούσεις και κάποιες αλλόκοτες ιστορίες «αστικών μύθων» που σε βάζουν σε σκέψεις.

Οπως εκείνη που λέει πως μια και οι δρόμοι στην Ανω Σύρα είναι μικροί και απορριμματοφόρα δεν είναι δυνατόν να φτάσουν μέχρι εδώ, η (όντως ζηλευτή!) καθαριότητα του οικισμού οφείλεται σε δύο παράγοντες.

Στη φιλοτιμία των Ανωσυριανών αλλά και στον… άνεμο, που φροντίζει να απομακρύνει ό,τι απορρίμματα μπορεί να ξέφυγαν της προσοχής των κατοίκων!

Στην Ανω Σύρα λοιπόν αξίζει να κάνεις μια στάση σε κάποια πολύ συγκεκριμένα σημεία αναφοράς. Ενα απ’ αυτά είναι ασφαλώς το Μουσείο του Μάρκου Βαμβακάρη, του Πατριάρχη του ρεμπέτικου τραγουδιού που έβαλε τις βάσεις γι’ αυτό που σήμερα λέμε λαϊκή μουσική.

Ο Μάρκος γεννήθηκε και μεγάλωσε εδώ, στην Ανω Σύρα, κι αν έζησε όλη την υπόλοιπη ζωή του στην Αθήνα τη Σύρα ποτέ δεν την ξέχασε και όλο φρόντιζε να τη «διαφημίζει» μέσα από τους στίχους του.

Πόσες φορές έχεις τραγουδήσει τη Φραγκοσυριανή; Πόσες χιλιάδες νέοι μουσικοί δεν έμαθαν νότες πάνω στο μπουζούκι παίζοντας τη μελωδία της;

Το Μουσείο προς τιμήν του Μάρκου φιλοξενεί μουσικά όργανα και προσωπικά αντικείμενα του συνθέτη, ενώ σε λίγα μέτρα απόσταση βρίσκεται και η ομώνυμη πλατεία με την προτομή του – και σπουδαία θέα σ’ όλη την Ερμούπολη.

Μην παραλείψεις να περάσεις μια βόλτα από την ιστορική ταβέρνα του Λιλή, όπου έπαιξε για ένα διάστημα και ο ίδιος ο Βαμβακάρης, στα χρόνια του ’50. Οι πενιές του ακούστηκαν και μέσα από το αντικρινό μαγαζί, τον επίσης ιστορικό «Ξανθομάλλη», που θα σε κάνει να σταθείς και για μια απίστευτη λεπτομέρεια.

Σε κάθε τραπέζι της ταβέρνας (εκτός από εκείνο στο μέσον της σάλας) φτάνει ένας σωλήνας συνδεδεμένος με τα κρασοβάρελα του μαγαζιού. Θέλεις κρασί; Ανοίγεις το βρυσάκι, γεμίζεις το κανάτι και σημειώνεις στον μαυροπίνακα πόσα πενηνταράκια γέμισες! Αυτό θα πει self service, αυτό θα πει τιμιότης!

Περιδιαβαίνοντας στην Ανω Σύρα θα δεις και τους περισσότερους καθολικούς ναούς και μοναστήρια της περιοχής. Ξεχωρίζουν οι μονές των Ιησουιτών και των Καπουκκίνων (ή Καπουτσίνων), η Παναγία του Καρμήλου και φυσικά ο Σαν Τζώρτζης, που στέκει στην κορυφή της Ανω Σύρας.

Κάτι που αξίζει να θυμάσαι είναι πως οι Καθολικοί της Σύρου (και της Ελλάδας εν γένει) έχουν λάβει ειδική άδεια από το Βατικανό για να γιορτάζουν το Πάσχα παράλληλα με τους Ορθοδόξους, ανεξάρτητα από το πότε γιορτάζεται από τους υπόλοιπους Καθολικούς ανά τον κόσμο. Μπορείς να φανταστείς λοιπόν τι κατανυκτικό σκηνικό επικρατεί τη Μεγάλη Εβδομάδα στη Σύρο!

Αν τώρα διερωτάσαι ακόμη «πώς διατηρήθηκε η καθολική πίστη τόσο έντονη στη Σύρο;» η απάντηση εν πολλοίς είναι πως από τη στιγμή που οι περισσότεροι κάτοικοι ασπάστηκαν τον καθολικισμό τον 13ο αιώνα, το νησί παρέμεινε καθολικό και στους αιώνες που ακολούθησαν.

Οι πρόσφυγες που ήρθαν στη Σύρο τον 19ο αιώνα έχτισαν την Ερμούπολη (και κάποιους ακόμη οικισμούς, όπως τα Χρούσα) και ποτέ κανείς δεν προσπάθησε να «επιβάλει» τη δική του πίστη στον άλλο.

Και φυσικά πολύ λιγότερο σήμερα, που οι μεικτοί γάμοι είναι συνηθισμένο φαινόμενο και τα περισσότερα χωριά ακολουθούν κι εκείνα πλέον και τα δύο δόγματα.

Η Σύρος παραλιακά

Ολόκληρο το νησί έχει έκταση περίπου 102 τ.χλμ. Αυτό σημαίνει πως οι αποστάσεις είναι πρακτικά μικρές και μπορείς σχετικά γρήγορα να φτάσεις από τη μια άκρη του νησιού στην άλλη και να το εξερευνήσεις κατά το δοκούν. Οι αφορμές, πολλές, μα μια καλή αρχή είναι από τον Αζόλιμνο, έναν οικισμό περίπου 5 χλμ. νότια της Ερμούπολης, που τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται όλο και περισσότερο σε τοπ παραθεριστικό θέρετρο.

Με κατεύθυνση πάντα προς τον νότο, σειρά έχει η Βάρη, μια φανταστική παραλία σε έναν προστατευμένο κολπίσκο με πράσινα και τυρκουάζ νερά και «Γαλάζια σημαία».

Ο δρόμος συνεχίζει παραλιακά, περνάει από τον Μακρύ Γιαλό με τους ωραίους κολπίσκους του και τις οργανωμένες παραλίες (έχει και θαλάσσια σπορ) και φτάνει στην Αμπέλα, άλλη μια υπέροχη ακρογιαλιά και τις απαραίτητες επιλογές για φαγητό και ποτό.

Επειτα στρίβεις προς βορρά και φτάνεις στην Ποσειδωνία ή Ντελαγκράτσια! Πριν καλά καλά μπεις, βλέπεις σειρά από παλιά, πλούσια αρχοντικά, σε ευρωπαϊκά πρότυπα, περιτριγυρισμένα από μεγάλους κήπους, αδιάψευστοι μάρτυρες του πλούτου που γνώρισε η Ποσειδωνία. Από εδώ ακολούθησε τις ταμπέλες προς Αγκαθωπές και Κόμητο και σε πέντε λεπτά (με το αυτοκίνητο) θα φτάσεις σε δύο από τις πιο ωραίες και πιο δημοφιλείς παραλίες της Σύρου.

Το Κόμητο είναι μάλιστα από τις αγαπημένες ακρογιαλιές της νεολαίας, ενώ από τις Αγκαθωπές ξεκινά ένας σύντομος χωματόδρομος που σε βγάζει στον Λαιμό, με μια μικρή, διπλή αμμουδιά, απέναντι ακριβώς από μια στρατιωτική εγκατάσταση.

Η οικιστική ανάπτυξη των τελευταίων ετών έχει κάνει την Ποσειδωνία να «εφάπτεται» πλέον με τον γειτονικό οικισμό του Φοίνικα: άλλη μια αμμουδιά κι εδώ, πιο στενή, και νέες επιλογές φαγητού σε εστιατόρια υψηλού επιπέδου!

Συνεχίζεις προς βορρά κι από τον Φοίνικα έρχεσαι στον Γαλησσά. Εδώ θα κάνεις το μπάνιο σου σε πεντακάθαρα νερά, θα δοκιμάσεις εκλεκτές τοπικές γεύσεις στα εστιατόρια και στις ταβέρνες του και έχοντας ανακτήσει δυνάμεις ετοιμάσου για εξόρμηση: ακολούθησε τις πινακίδες με την (ιδανική!) σήμανση προς το σπήλαιο του Αγίου Στεφάνου, για να απολαύσεις από εκεί ένα ασύλληπτης ομορφιάς ηλιοβασίλεμα!

Συνεχίζοντας βορειότερα από τον Γαλησσά έρχεσαι στο Κίνι, με το σήμα-κατατεθέν άγαλμα της γοργόνας να σε καλωσορίζει, με τη μικρή αλλά γραφική παραλία του αλλά και το ενυδρείο του που αξίζει να επισκεφτείς. Σε απόσταση αναπνοής από το Κίνι θα ανακαλύψεις άλλη μία οργανωμένη παραλία, το Δελφίνι, με beach bars και ξαπλώστρες. Ολη αυτή η διαδρομή, από την Ερμούπολη μέχρι το Κίνι δεν είναι πάνω από 26 χλμ. συνολικά!

Στην Απάνω Μεριά

Περιήγηση στη Σύρο χωρίς να δεις την Απάνω Μεριά, το βόρειο δηλαδή κομμάτι του νησιού, δεν μπορεί ποτέ να είναι ολοκληρωμένη. Από την Ερμούπολη λοιπόν, κινείσαι προς βορρά, κάνεις μια μικρή παράκαμψη (2 χλμ.) για να δεις την ωραία εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, κι έπειτα βγαίνεις ξανά στον κεντρικό και περνώντας από τη Φοινικιά φτάνεις μέχρι τη Χαλανδριανή.

Εδώ αξίζει να (περπατήσεις για να) δεις τον αρχαιολογικό χώρο στο Καστρί, σπάνιο δείγμα προϊστορικής ακρόπολης στον κυκλαδικό χώρο. Λίγο πριν τελειώσει ο δρόμος, φτάνεις στο χωριό Σα Μιχάλης, το βορειότερο της Σύρου, με λιγοστούς κατοίκους αλλά ωραία θέα στην αντικρινή Τήνο, την Ανδρο και τη Γυάρο. Από τον Σα Μιχάλη ο δρόμος συνεχίζει για πολύ λίγο ακόμη, μέχρι την τοποθεσία Κάμπος, κι έπειτα ακολουθείς τα βατά μονοπάτια προς τις παραλίες Λία και Γράμματα.

Κι αν κάπου εδώ τελειώνουν τα χιλιόμετρα, οι εμπειρίες στη Σύρο δεν λένε να κάνουν το ίδιο. Τυρί Σα Μιχάλη δοκίμασες; Λούτζη, το τοπικό λουκάνικο; Οσο πια για το συριανό λουκούμι, θα ‘ναι αμαρτία να μην το δοκιμάσεις, σε όποιο δόγμα κι αν πιστεύεις.

Την τέχνη της παρασκευής του την έφεραν μαζί τους στη Σύρο οι Χιώτες πρόσφυγες, περίπου στα 1822 με 1830. Μα αν η τέχνη ήταν χιώτικη, ήταν το συριανό το κλίμα και κυρίως το νερό της Σύρου που συνέβαλαν στο να φτάσει το γλύκισμα αυτό σε απίστευτα επίπεδα ποιότητας! Ενα συριανό λουκουμάκι λοιπόν είναι ο καλύτερος τρόπος για να απολαύσεις τη Σύρο με μια ακόμη από τις αισθήσεις σου, αυτήν της γεύσης. Διαφωνεί κανείς;

Γιάννης Μαντάς , www.ethnos.gr

 

 

 

 

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: