Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ένας Μουσολίνι της εποχής μας: Η βία κυριαρχεί στο λόγο του




Του Ρότζερ Κόεν

Η Ευρώπη, ο τόπος όπου γεννήθηκε ο φασισμός, παρακολουθεί με δυσφορία την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ. Η περιφρόνηση για τις υπερβολές της Αμερικής αποτελούσε πάντα ένα ευρωπαϊκό ανακλαστικό, όταν όμως οι ΗΠΑ στρέφονται προς έναν Μουσολίνι της εποχής μας η αυταρέσκεια στο Λονδίνο, το Παρίσι και το Βερολίνο δίνει τη θέση της στην ανησυχία.

Η Ευρώπη γνωρίζει ότι οι δημοκρατίες μπορεί να καταρρεύσουν. Δεν είναι μόνο ότι ο Τραμπ τουιτάρει σε έξι εκατομμύρια οπαδούς του μια ρήση που αποδίδεται στον Μουσολίνι: «Είναι καλύτερα να ζήσεις μια μέρα σαν λιοντάρι παρά 100 χρόνια σαν πρόβατο». Δεν είναι μόνο ότι ο Τραμπ αρνείται να καταδικάσει τον Ντέιβιντ Ντιουκ της Κου Κλουξ Κλαν, που εξέφρασε την υποστήριξή του προς το πρόσωπό του.

Δεν είναι μόνο ότι η βία αποτελεί το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του λόγου του, είτε έχει στόχο έναν διαδηλωτή είτε έναν ανάπηρο, μια γυναίκα, έναν μουσουλμάνο ή έναν Μεξικανό. Δεν είναι μόνο ότι ο Τραμπ μπορεί να γίνει ένας Μπερλουσκόνι με πυρηνικά.

Είναι αυτή η ηχώ μιας εποχής όπου ο ουρανός είχε σκοτεινιάσει. Η Ευρώπη ξέρει πώς καταρρέουν οι δημοκρατίες ύστερα από χαμένους πολέμους, σε εποχές φόβου και οργής και οικονομικής κρίσης, όταν εμφανίζεται ένας δημαγωγός με ψέματα και υποσχέσεις.

Ο Τραμπ λέει στον κόσμο ότι κάτι είναι σάπιο στο βασίλειο της Αμερικής. Και ο κόσμος τον ακούει γιατί το σάπιο είναι πράγματι μπροστά του. Ο Τραμπ αποτελεί προϊόν ενός πολιτικού συστήματος που έχει διαφθαρεί από το χρήμα, έχει παγιδευτεί σε μια ανταλλαγή προσβολών, έχει εκφυλιστεί σε μια προεκλογική εκστρατεία χωρίς τέλος, έχει μπλοκαριστεί από ένα είδος κομματικής αντιπαράθεσης που οδηγεί τους ρεπουμπλικανούς βουλευτές να δηλώνουν ότι δεν θα συναντηθούν, ούτε καν θα ακούσουν τον υποψήφιο του Ομπάμα για το Ανώτατο Δικαστήριο.

Αυτά είναι ανήκουστα πράγματα. Εδώ μπαίνει στη σκηνή ο έξυπνος, συνοφρυωμένος σόουμαν που μιλάει τη γλώσσα του λαού. Είναι αυτοδημιούργητος και υπόσχεται ότι θα αποκαταστήσει το μεγαλείο της Αμερικής. Ξέρει καλά πόσο έχει βαρεθεί η Αμερική την πολιτική και την πολιτική ευπρέπεια. Και απάγει ένα Ρεπουμπλικανικό Κόμμα που του άνοιξε τον δρόμο χρησιμοποιώντας για χρόνια έναν φανατικό, πολεμοχαρή και ρατσιστικό λόγο απέναντι στον πρόεδρο Ομπάμα.

Ο Τραμπ είναι ένας άνθρωπος που υποτιμήθηκε συστηματικά από εκείνες ακριβώς τις ελίτ οι οποίες κατέστησαν δυνατό τον «τραμπισμό». Είναι πιο έξυπνος από εκείνους που προσπαθούν να τον μειώσουν, είναι γρήγορος στις αντιδράσεις του και αυτό τον κάνει ακόμη πιο επικίνδυνο. Είναι ακριβώς το αντίθετο του Ομπάμα. Ενώ ο σημερινός Πρόεδρος είναι συνετός και απόμακρος, εκείνος παίζει θέατρο και φτύνει στα μικρόφωνα.

Αν ο Ομπάμα, σε μια άλλη ζωή, θα ήταν ένας επιτυχημένος Ευρωπαίος σοσιαλδημοκράτης, ο Τραμπ δεν θα μπορούσε να είναι τίποτα άλλο από πούρος Αμερικανός.

Ένας από τους λόγους που ο Τραμπ είναι επικίνδυνος έχει σχέση με τον αμερικανικό αλυτρωτισμό, με την επιθυμία ενός μεγάλου μέρους των Αμερικανών να ανακτήσουν πράγματα -ισχύ, εμπιστοσύνη, αύξηση των εισοδημάτων τους- που έχουν χαθεί. Ο Τραμπ είναι καρπός της 11ης Σεπτεμβρίου και των φόβων που κατέκλυσαν εκείνη την ημέρα τους συμπατριώτες του. Είναι ένας σωτήρας εν αναμονή.

Η Ευρώπη παρακολουθεί την άνοδό του παγωμένη. Το γερμανικό περιοδικό «Ντερ Σπίγκελ» χαρακτήρισε τον Τραμπ «πιο επικίνδυνο άνθρωπο στον κόσμο» και έφτασε να νοσταλγήσει τον υιό Μπους. Ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς έγραψε ότι ο Τραμπ «υποδαυλίζει το μίσος». Στη Βρετανία, ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον κατήγγειλε την πρόταση του Τραμπ να απαγορευτεί η είσοδος των μη Αμερικανών μουσουλμάνων στην Αμερική και πάνω από 500.000 άνθρωποι υπέγραψαν ένα κείμενο με το οποίο ζητούν την απαγόρευση της εισόδου του Τραμπ στη Βρετανία.

Στους οπαδούς του Τραμπ στην Ευρώπη περιλαμβάνονται ο Ζαν-Μαρί Λεπέν, ο Πρόεδρος Πούτιν και αρκετοί Ρώσοι ολιγάρχες. Πες μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι.

Η αποπροσανατολισμένη Αμερική μπορεί πράγματι να καταφύγει στον Τραμπ- και αυτό το ενδεχόμενο πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη, προτού να είναι πολύ αργά, από όλους εκείνους που πιστεύουν ότι η αμερικανική κυβέρνηση είναι του λαού, από τον λαό, για τον λαό. Η ισχύς του Οβάλ Γραφείου και το ταμπεραμέντο ενός νταή συνιστούν έναν εκρηκτικό συνδυασμό, ιδιαίτερα όταν αυτός ο νταής έχει αποδείξει επανειλημμένα την περιφρόνησή του για τον Τύπο και για τον νόμο.

Όπως ξέρει καλά η Ευρώπη, οι δημοκρατίες μερικές φορές πεθαίνουν. Πολλές φορές, συμβάλλουν οι ίδιες στην πτώση τους. Κι όταν πέσουν, το κόστος της ανάκαμψης είναι υψηλό.

Πηγή: The New York Times, ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ο πολλάκις βραβευμένος Ρότζερ Κόεν ξεκίνησε τη δημοσιογραφική καριέρα του ως freelancer και στη συνέχεια, εργάστηκε στο Reuters. To 1983, εντάχθηκε στο δυναμικό της The Wall Street Journal. Ο Ιανουάριος του 1990 τον βρίσκει στους The New York Times. Από τον Απρίλιο του 1994 έως τον Ιούνιο του 1995 καλύπτει τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία ως επικεφαλής του γραφείου της εφημερίδας για τα Βαλκάνια. Το 2002 αναλαμβάνει επισήμως επικεφαλής της κάλυψης διεθνών θεμάτων στους Times, σχεδιάζει και επιβλέπει την κάλυψη του πολέμου στο Αφγανιστάν. Από τα μέσα του 2006 αρθρογραφεί στην εφημερίδα (http://www.nytimes.com/column/roger-cohen). Συνυπογράφει μαζί με τον Κλαούντιο Γκάτι το «In the Eye of the Storm: The Life of General H. Norman Schwarzkopf» (1991) και έχει γράψει τα «Hearts Grown Brutal: Sagas of Serajevo» (1998) και «Soldiers and Slaves: American POWs Trapped by the Nazis Final Gamble» (2005).

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: